Το κοινοβούλιο του Ισραήλ ψήφισε την Πέμπτη υπέρ της διάλυσης του κοινοβουλίου ανοίγοντας το δρόμο για τις πέμπτες εκλογές της χώρας σε λιγότερο από τέσσερα χρόνια, μετά την κατάρρευση του εύθραυστου κυβερνητικού συνασπισμού.
Κοινοβουλευτική επιτροπή, στην οποία συμμετέχουν βουλευτές του κυβερνητικού συνασπισμού και της αντιπολίτευσης, αναμενόταν να διαλύσει την Κνεσέτ (κοινοβούλιο) χθες το βράδυ, όμως η σχετική ψηφοφορία αναβλήθηκε για σήμερα το πρωί λόγω των ατέρμονων συζητήσεων για πολλά νομοσχέδια τα οποία οι βουλευτές ήθελαν να υιοθετήσουν πριν τη διάλυση του κοινοβουλίου.
Ο υπουργός Εξωτερικών Γιαΐρ Λαπίντ θα αναλάβει προσωρινός πρωθυπουργός, αντικαθιστώντας τον Ναφτάλι Μπένετ, έως ότου σχηματιστεί νέα κυβέρνηση μετά τις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου.
Ο Μπένετ θα αναλάβει τον ρόλο του αναπληρωτή πρωθυπουργού από τον Λαπίντ και δεν σκοπεύει να θέσει υποψηφιότητα στην επόμενη εκλογική διαδικασία. Οι Λάπιντ και Μπένετ ανακοίνωσαν το σχέδιό τους να διαλύσουν την Κνεσέτ στις 20 Ιουνίου.
Η ψηφοφορία φέρνει και πάλι το Ισραήλ σε περίοδο πολιτικής αστάθειας, λίγες εβδομάδες μάλιστα πριν από την πρώτη επίσκεψη του προέδρου των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, που έχει προγραμματιστεί για τον επόμενο μήνα.
«Οι Ισραηλινοί ζητούν θετική, θερμή προσοχή και οι επισκέψεις των προέδρων των ΗΠΑ –ανεξάρτητα από το ποιος είναι ο πρόεδρος– είναι τεράστια υπόθεση», σημειώνει η Νέρι Ζίλμπερ, δημοσιογράφος και σύμβουλος πολιτικής στο Ισραηλινό Πολιτικό Φόρουμ.
Η επικείμενη επίσκεψη του Μπάιντεν «θα είναι μια σημαντική στιγμή για τον Λάπιντ για να γεμίσει τη φήμη, την εικόνα και τη θέση του ως πραγματικός πρωθυπουργός και παγκόσμιος πολιτικός, ειδικά μεταξύ του ισραηλινού κοινού», προσθέτει.
Και αυτό είναι σημαντικό αν ληφθεί υπόψη ότι μεγάλα τμήματα Ισραηλινών θεωρούν ότι ο Λαπίντ στερείται βαρύτητας για τη δουλειά του πολιτικού.
Η κατάρρευση της κυβέρνησης έρχεται επίσης σε μια ευαίσθητη στιγμή για το Ισραήλ, καθώς προσπαθεί να επεκτείνει τις περιφερειακές εταιρικές σχέσεις ασφάλειας και άμυνας με τις αραβικές χώρες, ενώ εμπλέκεται σε έναν ολοένα πιο ανοιχτό σκιώδη πόλεμο με το Ιράν.
Γιατί προκηρύχθηκαν εκλογές
Τον Ιούνιο του 2021 ο Μπένετ και ο Λαπίντ έγραψαν ιστορία, καταφέρνοντας να ενώσουν οκτώ κόμματα όλου του πολιτικού φάσματος και να σχηματίσουν κυβέρνηση, ανατρέποντας τον Μπενιαμίν Νετανιάχου, έπειτα από 12 χρόνια στην εξουσία.
Για πρώτη φορά, στην κυβέρνηση αυτή συμμετείχε και ένα αραβικό κόμμα.
Στο συνασπισμό συμμετείχαν οκτώ πολιτικά κόμματα που το μόνο τους κοινό στοιχείο ήταν η απέχθεια για τον Νετανιάχου.
Σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις, η κυβέρνηση συνασπισμού – με επικεφαλής τους τελευταίους 12 μήνες από τον δεξιό πρωθυπουργό Ναφτάλι Μπένετ– είχε καταφέρει μια αξιοσημείωτη επιτυχία: να υπάρχει.
Αυτός ο συνασπισμός, ωστόσο, άρχισε να καταρρέει τους τελευταίους μήνες μετά την αποχώρηση μερικών δεξιών βουλευτών, στερώντας την πλειοψηφία στην κυβέρνηση.
Επίσης τις τελευταίες εβδομάδες, αριστεροί και Άραβες νομοθέτες αρνήθηκαν να υποστηρίξουν βασική νομοθεσία, καθιστώντας σαφές ότι οι μέρες της κυβέρνησης ήταν μετρημένες.
Ευκαιρία για τον Νετανιάχου
Για τον ηγέτη της αντιπολίτευσης Μπέντζαμιν Νετανιάχου, ο οποίος ήταν ο μακροβιότερος πρωθυπουργός του Ισραήλ, η κατάρρευση του συνασπισμού θα μπορούσε να αποτελέσει ευκαιρία για να επιστρέψει στην εξουσία.
Προσπάθησε να σχηματίσει μια εναλλακτική δεξιά κυβέρνηση που θα μπορούσε να πάρει τη σκυτάλη από την κυβέρνηση του Μπένετ χωρίς να χρειαστεί να διαλύσει το κοινοβούλιο, αλλά δεν μπόρεσε να συγκεντρώσει αρκετή υποστήριξη.
Το timing του εβραϊκού νέου έτους σημαίνει ότι η εκλογική περίοδος θα διαρκέσει περισσότερο από ό,τι συνήθως, παρατείνοντας τον χρόνο του Λάπιντ ως εν ενεργεία πρωθυπουργού, περίοδος που συμπίπτει με την επίσκεψη του Μπάιντεν.
Ο απερχόμενος συνασπισμός, έχοντας συνδέσει την ύπαρξή του με την απέχθεια των μελών του για τον Νετανιάχου, πέτυχε να περάσει τον πρώτο προϋπολογισμό της χώρας σε τρία χρόνια τον Νοέμβριο, αλλά έκτοτε δυσκολεύεται να κυβερνήσει εν μέσω αυξανόμενων διαφωνιών για μια σειρά ζητημάτων.
Το κόμμα Likud του Νετανιάχου προηγείται στις δημοσκοπήσεις, αλλά εξέχοντες δεξιοί πολιτικοί, όπως ο Γκίντεον Σάαρ και ο Αβίγκντορ Λίμπερμαν, έχουν επανειλημμένα δεσμευτεί να μην συνεργαστούν με τον Νετανιάχου στην κυβέρνηση όσο αυτός αντιμετωπίζει τις κατηγορίες για διαφθορά και δωροδοκία στο δικαστήριο.
Αυτό περιπλέκει την πορεία του 72χρονου προς το σχηματισμό κυβέρνησης ακόμα κι αν κερδίσει τις εκλογές.