Εκατοντάδες πρόσφυγες περιπλανώνται στα σύνορα ανάμεσα σε Πολωνία, Λιθουανία και Λευκορωσία. Η ιστορία του Χαβάλ που ψάχνει τους δικούς του στην περιοχή.
Εδώ και 12 χρόνια ο Χαβάλ Ρογιάβα (ψευδώνυμο), Κούρδος από τη Συρία, δεν έχει δει τους γονείς του.
Από το 2009 μένει στην Αυστρία και διατηρεί κομμωτήριο.
Κατάφερε να ξαναφτιάξει τη ζωή του, αλλά όλα όσα έστησε, τώρα κινδυνεύουν να διαλυθούν.
Χάνει πελάτες, τα ανεξόφλητα χρέη του γίνονται όλο και περισσότερα.
Αλλά αυτές τις ημέρες δεν μπορεί να είναι πουθενά αλλού εκτός από την Πολωνία, όσο γίνεται πιο κοντά στους γονείς του.
Εδώ και μέρες έχουν εγκλωβιστεί στα δάση στη μεθόριο ανάμεσα στη Λευκορωσία, την Πολωνία και τη Λιθουανία.
Χωρίς φαγητό, νερό και φάρμακα. Κάθε φορά που βρήκαν τρόπο να φορτώσουν τα κινητά τους, τα χρησιμοποίησαν, λέει στη Deutsche Welle ο Χαβάλ.
Δύο φορές με τη χρήση κάποιας εφαρμογής μπόρεσε να τους εντοπίσει, μόνο που δεν κατάφερε εδώ και μέρες να τους μιλήσει.
«Δεν ήταν καθόλου καλή ιδέα να έρθω» λέει με διάθεση αυτοκριτικής.
Νοίκιασε δωμάτιο σε ένα πολωνικό ξενοδοχείο στα σύνορα με τη Λευκορωσία και περιμένει κάθε στιγμή να χτυπήσει το κινητό του.
Το τηλεφώνημα μπορεί να είναι πολύ σημαντικό και να τον βοηθήσει να βρεθεί πιο κοντά στους γονείς του.
Ξέρει ότι τους χωρίζουν ούτε καν 30 χιλιόμετρα σε ευθεία γραμμή. Στην πραγματικότητα μια τεράστια απόσταση.
«Οι γονείς μου δεν ήρθαν στη Λευκορωσία για χρήματα ή λόγω του πολέμου στη Συρία».
Ο Χαβάλ έχει δύο αδελφές που ζουν στη Γερμανία εδώ και χρόνια, και έναν αδελφό στην Αυστρία.
«Η μητέρα μου είπε ότι έχει δέκα χρόνια να δει τα παιδιά της.
»Οι γονείς μου δεν μπορούν να ζήσουν στην Αυστρία, έχουν διαφορετική νοοτροπία.
»Ο μοναδικός λόγος που βρίσκονται τώρα σε αυτήν τη δύσκολη θέση είναι ότι απλά θέλουν να δουν τα παιδιά τους» εξηγεί ο Χαβάλ.
«Πρόκειται για τύχες ανθρώπων»
Το εισιτήριο για το Μινσκ το προμηθεύτηκαν σε ένα τουριστικό γραφείο στη Συρία.
Τέτοια εισιτήρια μπορεί κανείς να βρει παντού, σε κάθε γωνιά.
«Σκέφτηκα ερχόμενος εδώ ότι θα ήθελα να ξαναδώ τους γονείς μου» λέει και διηγείται ότι έφυγε από τη Συρία, γιατί δεν ήθελε να πολεμήσει.
Αρνήθηκε να καταταγεί και αντιμετώπιζε τη θανατική ποινή.
«Εάν κάποιος από την τρομοκρατική οργάνωση Ισλαμικό Κράτος με σταματούσε και μάθαινε ότι είμαι Κούρδος, θα με σκότωνε» λέει.
«Όταν φτάνουμε στα σύνορα της Ευρώπης, ακούμε να μας λένε ότι είμαστε Μουσουλμάνοι.
»Φεύγεις για να βρεις ασφαλές μέρος μήπως πέσεις στα χέρια φονταμενταλιστών, και σε απωθούν επειδή είσαι Μουσουλμάνους.
»Ξέρεις πόσο δύσκολο είναι»; λέει και σηκώνει το τηλέφωνο που χτυπά.
Αλλά κι αυτό το τηλεφώνημα δεν τον φέρνει πιο κοντά στους γονείς του.
Στο ξενοδοχείο που μένει γνώρισε την ακτιβίστρια Μαγκνταλένα Λούτσακ από την πολωνική οργάνωση βοήθειας «Grupa Granica» (Ομάδα Συνόρων) και την εμπιστεύτηκα, όταν είδε πόσο βοηθούσε μαζί με άλλους τους πρόσφυγες και μετανάστες με πακέτα.
«Ο Χαβάλ δεν ήξερε ούτε ότι στις συνοριακές περιοχές επικρατεί κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, ούτε ότι δεν μπορεί κανείς να βρίσκεται εκεί χωρίς άδεια από την Πολωνία» λέει στη DW η Μαγκνταλένα.
«Σοκαρίστηκε, νόμιζε ότι θα μπορούσε να πετάξει από την άλλη πλευρά των συνόρων τρόφιμα, νερό και ζεστά ρούχα στους γονείς του.
»Κι όταν είδε ότι ούτε εμείς μπορούμε να το κάνουμε, απογοητεύτηκε».
Κατά την άποψή της οι πιθανότητες του Χαβάλ να συναντήσει τους γονείς του είναι μηδενικές και εικάζει ότι έχουν υποστεί πολλές φορές pushbacks.
Η Μαγκνταλένα εξιστορεί τις δικές της εμπειρίες στα σύνορα.
Ότι η κατάσταση είναι πολύ χειρότερη από όσο φαντάζονταν.
Πρόκειται για τύχες ανθρώπων, λέει, και όχι για προσφυγικό κύμα.
«Κανείς δεν μας ζητά εδώ οικονομική βοήθεια, αλλά μας παρακαλούν για ένα πράγμα: Μια ευκαιρία να επιζήσουν και να βρεθούν σε ασφαλή χώρα».
Αλλά και ο Χαβάλ υπογραμμίζει πολλές φορές ότι οι γονείς του είναι εύποροι και ότι δεν έχουν ανάγκη από οικονομική βοήθεια.
«Κανένας φτωχός δεν αγοράζει εισιτήρια για 16.000 ή 18.000 ευρώ.
»Δείξε μου έναν Πολωνό ή Ευρωπαίο που να μπορεί να αγοράσει ένα τόσο ακριβό εισιτήριο.
»Όσοι βρίσκονται σε αυτήν την παραμεθόριο, διαθέτουν χρήματα, αλλά κανείς δεν αισθάνεται ασφαλής στη χώρα του σε συνθήκες πολέμου».
«Υβριδικός πόλεμος» της Λευκορωσίας
Οι γονείς του Χαβάλ όπως και πολλοί άλλοι κατέφυγαν στη Λευκορωσία, αλλά βρέθηκαν σε μια κατάσταση κάθε άλλο παρά ασφαλή.
Οι μεθοριακοί φύλακες και από τις δύο πλευρές παρακολουθούν οι μεν τους δε.
Επανειλημμένα το πολωνικό υπουργείο Άμυνας κάνει λόγο για προκλήσεις, ότι Λευκορώσοι ένστολοι ρίχνουν προειδοποιητικές βολές, καταστρέφουν τα προσωρινά συρματοπλέγματα και εισβάλλουν σε πολωνικό έδαφος.
Ίσως μάλιστα κάποια στιγμή να χτιστεί μια χαλύβδινη κατασκευή ύψους πεντέμισι μέτρων που θα σφραγίσει να εξωτερικά σύνορα της ΕΕ.
«Το φράγμα, που θέλουμε να χτίσουμε στα σύνορα με τη Λευκορωσία, αποτελεί σύμβολο αποφασιστικότητας του πολωνικού κράτους» εξήγγειλε ο Πολωνός υπουργός Εσωτερικών αρχές Νοεμβρίου.
Και υποστήριξε ότι η παράτυπη μετανάστευση προς την Πολωνία δεν έχει «φυσικές» αιτίες και ό,τι συμβαίνει στα ανατολικά πολωνικά σύνορα είναι περισσότερο ένας «υβριδικός πόλεμος» του προέδρου Λουκασένκο κατά της Πολωνίας.
Ο Χαβάλ έχει κάνει μόνο θετικές εμπειρίες με τους Πολωνούς στη μικρή πόλη όπου περιμένει για να ξαναδεί τους γονείς του.
Πολλοί θέλουν να βοηθήσουν τους πρόσφυγες από την άλλη πλευρά των συνόρων.
Αλλά εκείνο που δεν καταλαβαίνει είναι την πολωνική πολιτική.
«Πώς μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι; Έχουν κι αυτοί οικογένειες» απορεί.
«Κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής οι Πολωνοί έζησαν αυτά που βιώνουν τώρα οι Σύροι».
Από αρχές Σεπτεμβρίου ακόμη και οι δημοσιογράφοι δεν μπορούν να εισχωρήσουν στην απαγορευμένη ζώνη μήκους 3 χιλιομέτρων.
Δεν μπορούν να αποκτήσουν εικόνα της κατάστασης εκεί.
Η Καταρζίνα Ζντονόβιτς από την πολωνική μεθοριακή αστυνομία επιβεβαιώνει ότι η υπηρεσία της ξέρει παρόμοιες περιπτώσεις, όπως αυτή του Χαβάλ.
Ανθρώπων με ασφαλές καθεστώς παραμονής σε χώρα της ΕΕ που έρχονται στην Πολωνία για να πάρουν τους γονείς τους.
«Αλλά υπάρχουν και εγκληματίες που εκμεταλλεύονται την κατάσταση, ζητούν χιλιάδες ευρώ το άτομο για να μεταφέρουν μέσα από τα σύνορα πρόσφυγες και να τους προωθήσουν σε άλλες πολωνικές περιοχές».
Και ο γονείς του Χαβάλ; Η ακτιβίστρια Μαγκνταλένα βρήκε την μητέρα του σε πολωνικό νοσοκομείο, σε κακή κατάσταση, αλλά ζωντανή.
Μητέρα και γιος μπόρεσαν να συναντηθούν και πάλι μετά από 12 χρόνια.
Για τον πατέρα του δεν υπάρχει πληροφορία.
Προφανώς οι γονείς του χάθηκαν στη μεθόριο της Λευκορωσίας, πριν μπορέσει η μητέρα του μέσα από τα σύνορα να πατήσει πολωνικό έδαφος.