Ο εμβολιασμός παιδιών και εφήβων έχει γίνει άθυρμα ανάμεσα στους πολιτικούς και τους επιστήμονες. Να κατευνάσει τις εντάσεις προσπαθεί ο υπουργός Υγείας Γενς Σπαν.
Η γερμανική κυβέρνηση αντιμετωπίζει με δέος το ενδεχόμενο να συμπέσει η νέα σχολική περίοδος με το αναμενόμενο για το φθινόπωρο τέταρτο κύμα πανδημίας λόγω της μετάλλαξης Δέλτα.
Έτσι εξηγείται, σύμφωνα με παρατηρητές, η σπουδή των τοπικών υπουργών Υγείας, οι οποίοι έχουν την ευθύνη των αποφάσεων σε θέματα υγείας, να εξαγγείλουν την επέκταση της εμβολιαστικής καμπάνιας και στην ηλικιακή ομάδα από 12 έως 17 χρονών.
Η εξαγγελία έγινε χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της ανεξάρτητης Μόνιμης Επιτροπής Εμβολιασμού STIKO, η οποία υποστηρίζει ότι τα υπάρχοντα επιστημονικά δεδομένα δεν επαρκούν για να εκφράσει μια τέτοια σύσταση.
Αυτό δεν ισχύει ωστόσο στην περίπτωση παιδιών με σοβαρά υποκείμενα νοσήματα, όπως ο παιδικός διαβήτης και η παχυσαρκία.
Σενάριο επιστημονικής φαντασίας
Η «αυτονόμηση« των πολιτικών από το καθ’ ύλην αρμόδιο επιστημονικό σώμα για τους εμβολιασμούς προκάλεσε κύμα διαμαρτυριών.
Ο πρόεδρος του Συνδέσμου Οικογενειακών Γιατρών Ούλριχ Βάιγκελντ μιλώντας στην ιστοσελίδα RND δήλωσε αδυναμία κατανόησης.
«Μου είναι ακατάληπτο γιατί δεν δίνεται χρόνος στη Μόνιμη Εμβολιαστική Επιτροπή να εκφράσει σύσταση επί τη βάσει θεμελιωμένων μελετών.
»Το όλο φαντάζει σαν μια ψηφοθηρική συζήτηση».
Ο Βάιγκελντ κατηγόρησε τους 16 υπουργούς Υγείας ότι περιφρόνησαν την αρμοδιότητα της STIKO και ότι με την απόφασή τους ενδέχεται να προκαλέσουν αβεβαιότητα στον πληθυσμό.
Παράλληλα σημείωσε ότι «ο κίνδυνος πανδημίας για την ώρα βρίσκεται περισσότερο στους ενήλικες που αρνούνται να εμβολιαστούν παρά στα παιδιά και τους έφηβους ηλικίας από 12 έως 17 χρόνων».
Στη σημερινή Wirtschaftswoche μάλιστα αποκάλεσε σενάριο επιστημονικής φαντασίας, τόσο την άποψη ότι ακόμη και μετά από σύσταση της εμβολιαστικής επιτροπής θα εμβολιαστούν όλα τα παιδιά και οι έφηβοι, όσο και την πεποίθηση για ποσοστό εμβολιασμού που θα αγγίξει το 90%, κάτι που δεν είναι απαραίτητο.
«Εκείνο από το οποίο υποφέρουν τα παιδιά είναι όχι τόσο το Long-Covid, όσο το Long-Lockdown, για αυτό χρειάζεται να ξεκινήσει συζήτηση για υποχρεωτικό εμβολιασμό του διδακτικού προσωπικού».
Αλλά και ο Φρανκ-Ούλριχ Μοντογκόμερι, πρόεδρος του Διεθνούς Ιατρικού Συνδέσμου World Medical Association, μιλώντας στο RTL/ntv απέδωσε τη συζήτηση στο προεκλογικό κλίμα.
«Έτσι βρέθηκε σε δύσκολη θέση μια ανεξάρτητη επιτροπή που εργάζεται με τρόπο άψογο» είπε.
«Προαιρετικοί οι εμβολιασμοί»
Προσπάθειες να αποφορτίσει το δημόσιο διάλογο έκανε ο υπουργός Υγείας Γενς Σπαν.
Υπερασπιζόμενος την απόφαση των 16 ομολόγων του υπενθύμισε μιλώντας στο RBB ότι ο εμβολιασμός παραμένει προαιρετικός και ότι δεν υπάρχει αντίφαση με τη STIKO.
Αντίθετα η απόφαση είναι απόλυτα εναρμονισμένη με την Επιτροπή.
«Όποιος θέλει, μπορεί να εμβολιαστεί, δεν υπάρχει εξαναγκασμός».
Ο Σπαν επεσήμανε ότι πολλοί από αυτήν την ηλικιακή ομάδα έχουν ήδη εμβολιαστεί.
«Πάνω από 900.000 παιδιά και έφηβοι από 12 έως 17 χρονών, γύρω στο 20% της ηλικιακής ομάδας, έχουν εμβολιαστεί τουλάχιστον μια φορά, για δικούς τους λόγους.
»Δεν θέλουμε να ασκήσουμε πίεση, πρόκειται για ένα συναισθηματικά φορτισμένο θέμα που συζητείται σε πολλές οικογένειες.
»Αφορά αυτούς που θέλουν να εμβολιαστούν, να έχουν τη δυνατότητα να το κάνουν».
Ο Τόμας Μέρτενς, πρόεδρος της STIKO, είπε στο Spiegel ότι τις επόμενες ημέρες ελπίζει η επιτροπή του να καταθέσει νέα επεξεργασμένη σύσταση, διευκρίνισε ωστόσο ότι δεν μπορεί να υποσχεθεί ότι θα έχει διαφορετικό περιεχόμενο από όσα είναι γνωστά επί του θέματος μέχρι τώρα.
Στην απόφαση των υπουργών Υγείας αντέδρασε χαλαρά.
«Πρόκειται για πολιτική απόφαση, η πολιτική είναι ελεύθερη να προσφέρει κάτι τέτοιο στο πλαίσιο της γενικής προληπτικής στον τομέα υγείας».
Παράλληλα έκανε λόγο για μια συζήτηση που γίνεται στη θέση μιας άλλης, «λες και οι εμβολιασμοί παιδιών είναι ο μόνος τρόπος να αυξηθεί το ποσοστό εμβολιασμού».
Συνολικά πάντως η δυσαρέσκεια για τη διαχείριση της κρίσης των περασμένων μηνών από τη γερμανική κυβέρνηση έχει σημαντικά αυξηθεί.
Σύμφωνα με το Ίδρυμα Χανς Μπέκερ, που πρόσκειται στα συνδικάτα, το 60% των ερωτηθέντων δήλωσε καθόλου ή λίγο ικανοποιημένο από την απόδοση της κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού στην καταπολέμηση της πανδημίας.