O πρωθυπουργός Όρμπαν ίσως χάσει τις εκλογές του 2022, γι’ αυτό προσπαθεί να διασφαλίσει την εξουσία του μέσω ιδρυμάτων που θα ασκούν αρμοδιότητες του κράτους.
Ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Βίκτορ Όρμπαν θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως ο πιο πανούργος πολιτικός στη σύγχρονη Ευρώπη.
Προκειμένου να διασφαλίσει με κάθε τρόπο την εξουσία του έχει σκαρφιστεί πολλά – από την υπονόμευση των ανεξάρτητων ΜΜΕ μέχρι έναν νέο εκλογικό νόμο που ευνοεί ευθέως το κόμμα του, το Φιντές (Fidesz).
Η τελευταία ιδέα του όμως ξεπερνά κάθε όριο: στόχος του είναι η δημιουργία ενός «παράλληλου κράτους» που θα επιτρέπει στον ίδιο και το κυβερνών κόμμα να αναλάβουν τον έλεγχο του συνόλου σχεδόν της πολιτικής και κοινωνικής ζωής της χώρας ακόμη κι αν χάσει τις επόμενες εκλογές.
Στην Ουγγαρία παρατηρείται πράγματι μια αυξανόμενη κόπωση και διάθεση πολιτικής αλλαγής.
Πολλοί πολίτες έχουν κουραστεί από τη διακυβέρνηση Όρμπαν και τα διαδοχικά σκάνδαλα διαφθοράς, στα οποία εμπλέκονται μέλη του κυβερνώντος κόμματος αλλά και συγγενείς του Όρμπαν.
Σύμφωνα με δημοσκοπήσεις υπάρχουν καλές πιθανότητες για επικράτηση της ενωμένης αντιπολίτευσης έναντι του Φιντές στις επόμενες εκλογές του 2022.
Ωστόσο ο Όρμπαν έχει βρει έναν τρόπο να ελέγχει ακόμη και το ενδεχομένο μια εκλογικής ήττας μέσω της σύστασης μιας σειράς νέων, αμφιλεγόμενων θεσμών.
Ένας τέτοιος είναι το λεγόμενο «Ίδρυμα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων δημοσίου συμφέροντος», η σύσταση του οποίου εγκρίθηκε από το ουγγρικό κοινοβούλιο στις 27 Σεπτεμβρίου.
Πρόκειται για ένα από τα 32 νέα ιδρύματα παρόμοιου τύπου που θα έχουν τη σφραγίδα Όρμπαν.
Αρμοδιότητες για όλο το φάσμα της κρατικής λειτουργίας
Τα περισσότερα από αυτά τα ιδρύματα θα εμπλέκονται στην ανώτατη εκπαίδευση.
Έτσι όλο το φάσμα της ουγγρικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ενδέχεται να μεταφερθεί σε αυτά, όπως επίσης και μέρος της νοσοκομειακής περίθαλψης.
Σε γενικές γραμμές τα νέα ιδρύματα καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα συνταγματικών τομέων: από την εκπαίδευση, την προστασία της οικογένειας, την τέχνη, τη νεολαία και τα ΜΜΕ, την προστασία του περιβάλλοντος, τη γεωργία, την οικονομική ανάπτυξη μέχρι και τις ουγγρικές μειονότητες του εξωτερικού.
Οι κινήσεις αυτές εγγυώνται, σύμφωνα με τον δικηγόρο και πρώην φιλελεύθερο βουλευτή Αντράς Σίφερ ότι μετά από μια κυβερνητική αλλαγή κάθε νέα ουγγρική κυβέρνηση θα πρέπει να μοιραστεί την εξουσία με μια «παράλληλη κυβέρνηση που θα δρα μέσω της διοίκησης υπό τη διεύθυνση του Βίκτορ Όρμπαν».
Στο μεταξύ τα επίμαχα ιδρύματα θα διαθέτουν περιουσία δισεκατομμυρίων που είναι δύσκολο να ποσοτικοποιηθεί.
Αυτή αφορά δημόσια ακίνητα, ακαδημαϊκά ιδρύματα, πάρκα, δάση, παλάτια, μνημεία μέχρι και συμμετοχή σε δημόσιες εταιρείες.
Επίσης τα ιδρύματα αυτά θα διαθέτουν διοικητική ανεξαρτησία και δεν θα υπόκεινται σε κρατική εποπτεία.
Οφείλουν να ξοδεύουν τα χρήματά τους μόνο για τους επιδιωκόμενους σκοπούς, ωστόσο δεν προβλέπεται κάποιο είδος ελέγχου.
Σύμφωνα μάλιστα με την περσινή αναθεώρηση του ουγγρικού Συντάγματος, για οποιαδήποτε τροποποίηση στον τρόπο λειτουργίας τους θα πρέπει να ψηφίσουν υπέρ τα δύο τρίτα των βουλευτών.
Ωστόσο θεωρείται απίθανο ότι κάτι τέτοιο μπορεί να επιτευχθεί ακόμη κι αν έρθει στην εξουσία η αντιπολίτευση.
Όλα υπό τον έλεγχο του Όρμπαν
Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι τα εν λόγω ιδρύματα διευθύνονται από διοικητικά συμβούλια, τα μέλη των οποίων διορίζονται από την κυβέρνηση επ’ αόριστον, ενώ οι νυν διαχειριστές θα διορίζουν τους επόμενους.
Μέχρι στιγμής στις κορυφαίες θέσεις αυτών των ιδρυμάτων βρίσκονται υπουργοί, γενικοί γραμματείς αλλά και επιχειρηματίες που πρόσκεινται στον Βίκτορ Όρμπαν.
Η δε κυβέρνηση Όρμπαν δικαιολογεί τη σύσταση όλων αυτών των νέων θεσμών με τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας του κράτους στον 21ο αιώνα.
Από την πλευρά της η ουγγρική αντιπολίτευση κάνει λόγο για «βάναυση ιδιωτικοποίηση» και «κλοπή» δημόσιας περιουσίας προς όφελος των αμφιλεγόμενων νέων ιδρυμάτων.
Ο Μίκλος Λεγκέτι, διευθυντής του ουγγρικού παραρτήματος της Διεθνούς Διαφάνειας, θεωρεί ότι πρόκειται για το πιο επικίνδυνο μέτρο που έχει λάβει ως τώρα η κυβέρνηση Όρμπαν.
Εκτιμά ότι πρόκειται για ένα «ιδιότυπο μοντέλο, που δεν υπάρχει πουθενά αλλού, όχι μόνο στις δυτικές δημοκρατίες, όπου τηρούνται οι κανόνες του κράτους δικαίου, αλλά ούτε και σε ανατολικού τύπου δικτατορίες, όπου τηρούνται φαινομενικά τουλάχιστον τα προσχήματα».
Τα ουγγρικά κόμματα της αντιπολίτευσης υπόσχονται ότι σε περίπτωση εκλογικής νίκης θα καταργήσουν τα νέα ιδρύματα και θα επιστρέψουν τα περιουσιακά τους στοιχεία στο κράτος και τους πολίτες.
Ο Μίκλος Λιγκέτι εκτιμά ωστόσο ότι αυτό απαιτεί στην ουσία μια πραγματική «συνταγματική επανάσταση».