Σε παραίτηση οδηγήθηκαν δύο βουλευτές του κυβερνητικού συνασπισμού της Μέρκελ, που εισέπραξαν ως μεσάζοντες προμήθεια εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ για την αγορά προστατευτικών μασκών.
Σαν να μην έφταναν τα υπόλοιπα της πανδημίας, ιδού και ένα πολιτικό σκάνδαλο με αδιευκρίνιστες ακόμη συνέπειες για τον συνασπισμό των χριστιανικών κομμάτων, δηλαδή το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα του Άρμιν Λάσετ και της καγκελαρίου Μέρκελ (CDU) και το κόμμα των Βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών (CSU).
Ήταν το τελευταίο που χρειάζονταν οι Γερμανοί χριστιανοδημοκράτες ενόψει των κρίσιμων τοπικών εκλογών, την προσεχή Κυριακή, σε δύο ομόσπονδα κρατίδια, τη Βάδη-Βυρτεμβέργη και τη Ρηνανία-Παλατινάτο.
Πρωταγωνιστές του σκανδάλου είναι ο Βαυαρός Γκέοργκ Νούσλαϊν και ο χριστιανοδημοκράτης Νίκολας Λέμπελ, οι οποίοι εισέπραξαν προμήθεια εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ έκαστος, προκειμένου να “συστήσουν” στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση συγκεκριμένους κατασκευαστές προστατευτικών μασκών.
Όλα αυτά στην αρχή της πανδημίας, όταν οι μάσκες ήταν πιο δυσεύρετες και οι τιμές τους σαφώς υψηλότερες.
Ήταν η ιδανική ευκαιρία για να βγάλει κανείς εύκολο χρήμα από τις ανάγκες των πολλών.
Η δικαστική έρευνα εις βάρος των δύο βουλευτών βρίσκεται σε εξέλιξη.
Ο ένας φεύγει, ο άλλος μένει
Ο χριστινοδημοκράτης Λέμπελ, νέος βουλευτής από το Μάνχαϊμ, υπέβαλε την παραίτησή του, ενώ δηλώνει ότι αποχωρεί και από την πολιτική.
Μιλώντας στην εφημερίδα Die Welt παραδέχεται ότι έκανε λάθος.
«Ειδικά ως βουλευτής θα έπρεπε να επιδείξω μεγαλύτερη ευαισθησία στις επιχειρηματικές μου δραστηριότητες και μάλιστα σε εποχές πανδημίας», δηλώνει.
Αντιθέτως, ο Βαυαρός Νούσλαϊν λέει ότι, μέχρι νεοτέρας, επιθυμεί να διατηρήσει την έδρα του στη Βουλή, κάτι που εξοργίζει πολλούς από τους συναδέλφους του.
Αποχώρησε βέβαια από το κόμμα του, την Χριστιανοκοινωνική Ένωση, κάτι που «ήταν αναπόφευκτο», όπως επισημαίνει ο γ.γ. του κόμματος Μάρκους Μπλούμε.
Η αντιπολίτευση δεν αρκείται στις παραιτήσεις των δύο συντηρητικών πολιτικών. Για τον επικεφαλής των Πρασίνων Ρόμπερτ Χάμπεκ το σκάνδαλο απορρέει από τη μακρά κυβερνητική θητεία των Χριστιανοδημοκρατών υπό την Άνγκελα Μέρκελ.
Ιδιαίτερα πέρσι, όταν οι μάσκες προστασίας ήταν ακόμη δυσεύρετες, πολλοί ήταν εκείνοι που απευθύνθηκαν στον υπουργό Υγείας Γενς Σπαν είτε απευθείας, είτε μέσω διαμεσολαβητών, προκειμένου «να βοηθήσουν».
Μάλιστα ο Χάμπεκ πιστεύει ότι παρόμοια σκάνδαλα αποτελούν συνέπεια του τρόπου με τον οποίον λειτουργούν πολλοί συντηρητικοί πολιτικοί.
«Υπάρχει μία ιδιαίτερη συνάφεια με επιχειρηματικά συμφέροντα, χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι μπορεί και να μην είναι θεμιτές οι ροές του χρήματος», προειδοποιεί ο συμπρόεδρος των Πρασίνων.
Η υπόθεση Άμτορ
Το σκάνδαλο με τις μάσκες θυμίζει τους πρόσφατους και μάλλον άτυχους χειρισμούς του νεαρού, επίσης χριστιανοδημοκράτη βουλευτή Φίλιπ Άμτορ, ο οποίος, παράλληλα με τη βουλευτική του θητεία έχει αναλάβει δραστηριότητες λόμπινγκ για την αμερικανική εταιρία πληροφορικής Augustus Intelligence.
Μόλις αυτό έγινε γνωστό ο Άμτορ έσπευσε να διευκρινίσει ότι δεν λαμβάνει κάποια αμοιβή γι αυτή τη δραστηριότητα, ωστόσο στη συνέχεια παραδέχθηκε ότι διατηρεί ένα πακέτο μετοχών της συγκεκριμένης εταιρίας, συνολικής αξίας 250.000 ευρώ.
Επιπλέον, είχε κάνει ορισμένα ταξίδια πολυτελείας με τα έξοδα πληρωμένα από την αμερικανική εταιρία.
Κατόπιν αυτών ο Άμτορ, σε ηλικία μόλις 29 ετών, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τις φιλοδοξίες του να ηγηθεί του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος στο ανατολικογερμανικό κρατίδιο του Μεκλεμβούργου-Πομερανίας.
Ώρα για ένα μητρώο διαφάνειας
Η υπόθεση Άμτορ μας θυμίζει ότι το σκάνδαλο με τις μάσκες δεν αποτελεί μοναδική περίπτωση.
Οι συγκυβερνώντες Σοσιαλδημοκράτες επιχειρούν να αξιοποιήσουν την ευκαιρία για να θεσπίσουν ένα Μητρώο Διαφάνειας, δηλαδή ουσιαστικά έναν κατάλογο με όλους τους λομπίστες που δραστηριοποιούνται στο Βερολίνο.
«Η απληστία και ο νεποτισμός δεν μπορεί να έχουν θέση στο Κοινοβούλιο, νομίζω ότι όλοι οι δημοκράτες οφείλουμε να συμφωνήσουμε σε αυτό» προειδοποιεί ο συμπροεδρεύων των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) Νόρμπερτ Βάλτερ-Μπόργιανς.
Τελικά τα τρία κόμματα που συμμετέχουν στον κυβερνητικό συνασπισμό (CDU, CSU, SPD) συμφώνησαν να θεσπίσουν το μητρώο διαφάνειας, ελπίζοντας να ρίξουν φως σε πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων.
Στο μέλλον οι κάθε είδους λομπίστες θα υποχρεούνται να καταχωρήσουν τα στοιχεία τους, καθώς και εκείνα των εντολέων τους.
Αλλά και αυτή η λύση δεν φαίνεται να ικανοποιεί το Κόμμα των Φιλελευθέρων (FDP).
Μιλώντας στο πρώτο κανάλι της γερμανικής τηλεόρασης (ARD) ο πρόεδρος του κόμματος Κρίστιαν Λίντνερ λέει ότι «χρειάζεται ένας ανεξάρτητος ερευνητής, για παράδειγμα ενός πρώην δικαστικός, ο οποίος θα αποφανθεί εάν τηρούνται οι προϋποθέσεις του νόμου».
Η ΜΚΟ «Διεθνής Διαφάνεια» πηγαίνει ακόμη ένα βήμα πιο πέρα, προτείνοντας να απαγορευθούν συγκεκριμένες δραστηριότητες λόμπινγκ.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της Διεθνούς Διαφάνειας Χάρτμουτ Μπόιμερ «θα πρέπει να συμπληρωθεί ο κανονισμός της Βουλής, ώστε να μην επιτρέπονται δραστηριότητες σαν αυτές που ασκούσαν οι Νούσλαϊν και Λέμπελ».