Σε απολογισμό του ενός χρόνου μετά την εμφάνιση του νέου κορωνοϊού στην Αυστρία (με τα δύο πρώτα να έχουν καταγραφεί στο ομόσπονδο κρατίδιο του Τιρόλου στις 25 Φεβρουαρίου 2020) προέβη ο Αυστριακός υπουργός Υγείας Ρούντολφ Άνσομπερ σε συνεργασία με εμπειρογνώμονες.
Ο ιός «μας οδήγησε όλους σε παραφροσύνη», αλλά «θα παραμείνει μέρος της ζωής μας», και «η πραγματικότητα πρέπει να γίνει δεκτή όπως είναι», τόνισε κάνοντας λόγο λόγο για μία «χρονιά που δεν θα ξεχάσουμε ποτέ».
Για τις επόμενες εβδομάδες μέχρι το Πάσχα των Καθολικών, στις 4 Απριλίου, ο ίδιος αναμένει ακόμη μια έξαρση με «ελαφρώς αυξανόμενους αριθμούς», καθώς οι παραλλαγές του ιού ασκούν «μεγαλύτερη πίεση».
Όπως παρατηρεί, ήταν σαφές πριν τα τέλη του 2020, ότι οι μεταλλάξεις B.1.1.7 και B.1.351 θα αποτελούσαν πρόβλημα, «αλλά τώρα, μέσα στις προηγούμενες ημέρες, υπάρχει και ιδιαίτερα μεγάλος αριθμός τεστ, με πάνω από 250.000 την ημέρα», χωρίς σε αυτά να περιλαμβάνονται τα τεστ που γίνονται στα σχολεία.
Ο αριθμός των λοιμώξεων που παρουσίασε έκρηξη γύρω στο Νοέμβριο, με το νέο lockdown περιορίστηκαν σε μέτρια αύξηση, αλλά οι μεταλλάξεις έχουν «επεκταθεί μαζικά» και βρίσκονται στο δρόμο για «επικράτηση».
Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι ανατολικές περιοχές της χώρας επηρεάζονται περισσότερο από την παραλλαγή Β.1.1.7 και η παραλλαγή Β.1.351 είναι γνωστό ότι κυκλοφορεί στο Τιρόλο.
Το πώς θα προχωρήσουν τα πράγματα στη συνέχεια, θα καθοριστεί σε μια «σαφή στρατηγική» για την αντιμετώπιση του ιού, και η διαδικασία βρίσκεται σε εξέλιξη, ανέφερει ο Ρούντολφ Άνσομπερ, ανακοινώνοντας επίσης ότι θα δοθεί μεγαλύτερη προσοχή σε επακόλουθες επιδράσεις της επιδημίας, όπως στις αρνητικές ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις και στη δημιουργία προοπτικών για τους νέους που πάσχουν ιδιαίτερα από την κρίση.
Ο μελλοντικός χειρισμός του ιού θα καθοριστεί με μια «πολύ επακριβή αξιολόγηση» της κατάστασης του CoV, και η 1η Μαρτίου είναι «η ημέρα κατά την οποία θα ληφθούν αποφάσεις», παρατήρησε, θεωρώντας ως μη ρεαλιστική την προοπτική να υπάρξουν πρώτα βήματα ανοίγματος πριν από αυτήν την κρίσιμη ημερομηνία.
Παραπέμπει δε στις συνεχιζόμενες συζητήσεις με πολιτιστικά ιδρύματα και εκπροσώπους της εστίασης, καθώς και σε μία «συνάντηση κορυφής» για τον Αθλητισμό την ερχόμενη εβδομάδα.
Όπως σημείωσε κατανοεί τη «λαχτάρα» για κανονικότητα, για τον πολιτισμό και άλλες δυνατότητες μιας πιο φυσιολογικής ζωής, αλλά δεν θέλει να προβεί σε προκαταβολικές προβλέψεις.
Ταυτόχρονα, ανάμικτες είναι, σύμφωνα με πολιτικούς παρατηρητές, οι πρώτες αξιολογήσεις του έργου της αυστριακής κυβέρνησης συνασπισμού του Λαϊκού Κόμματος του καγκελάριου Σεμπάστιαν Κουρτς και των Πράσινων, σε σχέση με την εμφάνιση του νέου κορωνοϊού.
Οι γνωστοί πολιτικοί αναλυτές, Πέτερ Φίλτσμαγιερ και Καταρίνα Στάινερ-Χέμερλε, κάνουν λόγο για μια πορεία «ζιγκ-ζαγκ» της κυβέρνησης στον επικοινωνιακό τομέα, καθώς στην αρχή επικέντρωσε στον φόβο, το καλοκαίρι στο «αφήνω κάποιον να κάνει ό,τι θέλει», στη συνέχεια στην ατομική ευθύνη και τελικά σε ένα μείγμα αυτών, κάτι που, σύμφωνα με τον Πέτερ Φίλτσμαγιερ, δημιουργεί αβεβαιότητα.
Ο πολιτικός επιστήμονας παραπέμπει στη σταθερά μειούμενη αποδοχή από τον πληθυσμό, της πολιτικής CoV της κυβέρνησης από την αρχή της πανδημίας, καθώς, σύμφωνα με τις έρευνες που διεξάγονται κατά τακτικά χρονικά διαστήματα από το Πανεπιστήμιο της Βιέννης, περίπου τα τρία τέταρτα των ερωτηθέντων τον Απρίλιο του 2020, εξακολουθούσαν να πιστεύουν ότι τα κυβερνητικά μέτρα ήταν κατάλληλα και αποτελεσματικά.
Όμως «τώρα, τον Φεβρουάριο του 2021, μόνον το ένα τρίτο λέει ότι τα μέτρα είναι κατάλληλα και μόνο το ένα πέμπτο λέει ότι είναι αποτελεσματικά μέτρα, και αυτό είναι ένα σαφώς αρνητικό αποτέλεσμα», τονίζει ο Πέτερ Φίλτσμαγιερ, επισημαίνοντας ότι μεταξύ των δυσαρεστημένων υπάρχουν και εκείνοι για τους οποίους τα μέτρα δεν είναι αρκετά αυστηρά και εκείνοι για τους οποίους τα μέτρα αποδεικνύονται υπερβολικά.