Όταν ο υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, Μάικ Πομπέο, έφτασε στην Τουρκία την Τρίτη, η επίσκεψή του σηματοδότησε το κάπως ψυχρό τέλος μιας πραγματικά εντυπωσιακά καλής σχέσης μεταξύ των κυβερνήσεων του Ταγίπ Ερντογάν και του Ντόναλντ Τραμπ.
Αυτή είναι η εισαγωγή του κειμένου του συντάκτη Εξωτερικών Θεμάτων της εφημερίδας WELT, Daniel-Dylan Böhmer.
Τίτλος: «Γιατί ο Μπάιντεν θα μπορούσε να αποβεί για τον Ερντογάν η απόλυτη καταστροφή».
Υπότιτλος: «Ο Τούρκος Πρόεδρος συνεχάρη πολύ αργά τον νικητή των εκλογών στις ΗΠΑ. Πράγματι, υπάρχουν καλοί λόγοι για την αυτοσυγκράτηση του Ερντογάν. Ο ισχυρός άνδρας του Βοσπόρου απειλείται τώρα από κυρώσεις και απολύτως προσωπικούς κινδύνους»
Προσθέτει μεταξύ άλλων, τα εξής:
Στην Κωνσταντινούπολη, ο Πομπέο συναντήθηκε με τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο Α’ , τον προκαθήμενο των Ελλήνων Ορθοδόξων Χριστιανών, οι οποίοι θεωρούν ότι η κυβέρνηση Ερντογάν τους επιτίθεται.
Συνομιλίες με τον Τούρκο Πρόεδρο και με τον ομόλογό του Μεβλούτ Τσαβούσογλου, δεν συμπεριλαμβάνονταν στο πρόγραμμα -παρά την πρόσκληση του Τσαβούσογλου.
Σε συνέντευξή του με τη γαλλική εφημερίδα Figaro , η οποία δημοσιεύεται και στη WELT, ο Πομπέο επέκρινε την ανάμειξη της Άγκυρας στη Λιβύη, το Ναγκόρνο Καραμπάχ και την Ανατολική Μεσόγειο:
«Ανησυχούμε για την αυξημένη επιχειρησιακή χρήση των τουρκικών στρατιωτικών δυνατοτήτων.
»Έχουμε εκφράσει την ανησυχία μας τόσο κατ’ ιδίαν όσο και δημοσίως».
Αλλά ακόμα κι αν ο Πομπέο χρησιμοποιεί στο σημείο αυτό τον πρώτο πληθυντικό, ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ φαίνεται να βλέπει την Τουρκία με άλλο μάτι.
Στο τέλος του περασμένου έτους, ο Τραμπ περιέγραψε τον Ερντογάν κατά την επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον ως εξής:
«Είναι φίλος μου. Και χαίρομαι που δεν είχαμε ποτέ πρόβλημα μεταξύ μας γιατί, ειλικρινά, είναι ένας τρομερός ηγέτης και ένας σκληρός άνθρωπος.
»Είναι ένας δυνατός άνδρας και κάνει το σωστό, και αυτό το εκτιμώ και θα συνεχίσω να το εκτιμώ και στο μέλλον».
Πραγματικά, παρά τις τριβές στο μεσοδιάστημα, για παράδειγμα σε σχέση με τον πάστορα Άντριου Μπράνσον, ο οποίος φυλακίστηκε στην Τουρκία, ο Τραμπ έκανε πάντοτε εντυπωσιακά μεγάλες υποχωρήσεις έναντι του Ερντογάν.
Το φθινόπωρο του 2019, ο Τραμπ επέτρεψε στην Τουρκία να εισβάλλει στη Βορειοανατολική Συρία και να επιχειρήσει εναντίον της κουρδικής πολιτοφυλακής YPG, η οποία μέχρι τότε ήταν σύμμαχος των ΗΠΑ.
Όταν το αμερικανικό Κογκρέσο ζήτησε κυρώσεις εναντίον της Τουρκίας, επειδή η Άγκυρα αγόρασε το ρωσικό αμυντικό πυραυλικό σύστημα S-400, ο Τραμπ τις μπλόκαρε.
Κι όλα αυτά, μολονότι υπάρχουν πολλά που χωρίζουν τους δύο Προέδρους.
Ο Ερντογάν επανειλημμένα όξυνε τη ρητορική του εναντίον του Ισραήλ, την ώρα που ο Τραμπ εμφανιζόταν ως ίσως ο πιο άνευ όρων σύμμαχος του εβραϊκού κράτους που έχει ζήσει ποτέ στον Λευκό Οίκο.
Από τις φιλίες του Τραμπ στη διεθνή σκηνή, αυτή με τον Ερντογάν ήταν ίσως η πιο αντιφατική, αλλά λειτουργούσε.
Αυτό μπορεί και να οφείλεται στο γεγονός ότι ο Τραμπ δραστηριοποιείται επιχειρηματικά στην Τουρκία.
Ο Ερντογάν παρακολούθησε μάλιστα τα εγκαίνια του Πύργου Τραμπ στην Κωνσταντινούπολη το 2015.
Επιπλέον, οι γαμπροί των δύο Προέδρων, Μπεράτ Αλμπαϊράκ και Τζάρεντ Κούσνερ, φέρονται να συνεννοούνται καλά.
Αντίθετα, αυτά από τα οποία κινδυνεύει η κυβέρνηση Ερντογάν υπό την προεδρία του Τζο Μπάιντεν αντιμετωπίζονται από την Άγκυρα ως μία πιθανή απόλυτη καταστροφή, η οποία θα μπορούσε να πλήξει ακόμα και τον ίδιο τον Ερντογάν.
Πριν από τις εκλογές, ο Μπάιντεν εκφράστηκε κατά κανόνα ασαφώς σε σχέση με την πιθανή εξωτερική του πολιτική.
Όμως, σε ό,τι αφορά την Τουρκία, ο εκλεγμένος Πρόεδρος έκανε ήδη όντας υποψήφιος σαφείς δηλώσεις.
Για παράδειγμα σε σχέση με την Ανατολική Μεσόγειο, όπου ο Ερντογάν χρησιμοποιεί το Πολεμικό Ναυτικό και την Πολεμική του Αεροπορία στη διαμάχη για το φυσικό αέριο με την Ελλάδα και την Κύπρο.
Σε δήλωση της προεκλογικής ομάδας του Μπάιντεν για τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις τον Οκτώβριο, αναφερόταν:
«Σε αντίθεση με τον Πρόεδρο Τραμπ, ο Τζο Μπάιντεν θα αντιταχθεί στην τουρκική συμπεριφορά, η οποία παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο και τις υποχρεώσεις της Τουρκίας ως μέλους του ΝΑΤΟ, όπως για παράδειγμα η παραβίαση του ελληνικού εναέριου χώρου».
Ο Μπάιντεν θα εργαστεί μαζί με την Ελλάδα για τη σταθεροποίηση της Ανατολικής Μεσογείου, και ήταν πάντοτε εναντίον της τουρκικής κατοχής στην Κύπρο.
Επιπλέον, καταδικάζει τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη σε τζαμί από την κυβέρνηση Ερντογάν.
Η μακροχρόνια συμπάθεια του Μπάιντεν για τον προαιώνιο εχθρό της Τουρκίας, την Ελλάδα, πηγαίνει τόσο μακριά, ώστε φέρεται κάποτε να χαρακτήρισε τον εαυτό του ως επίτιμο Έλληνα και παρουσιάστηκε το 2012 ως «Joe Bidenopoulos» στο πλαίσιο προεκλογικής εμφάνισης ενώπιον Ελληνοαμερικανών.
Όμως και για άλλους λόγους η προϊστορία του Μπάιντεν είναι προβληματική για τον Ερντογάν.
Σε κάθε περίπτωση, ο Μπάιντεν θεωρείτο στενός σύμβουλος του Μπάρακ Ομπάμα, ο οποίος ως Πρόεδρος των ΗΠΑ συνήψε συμμαχία με τους Κούρδους της Συρίας.
Ο Τούρκος Πρόεδρος διαμαρτυρήθηκε επανειλημμένα για τις παραδόσεις αμερικανικών όπλων στο κουρδικό YPG στη μάχη του ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος.
Η Ουάσιγκτον υποστηρίζει τη μία τρομοκρατική οργάνωση για να πολεμήσει την άλλη, δήλωνε επικριτικά ο Ερντογάν.
Και τότε ήταν ο ίδιος ο Αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Μπάιντεν που κατηγόρησε τον Ερντογάν ότι συνέβαλε στη δημιουργία του Ισλαμικού Κράτους, επιτρέποντας σε πολυάριθμους ισλαμιστές μαχητές να εισέλθουν από τα τουρκικά σύνορα στη Συρία.
Ο Μπάιντεν ζήτησε μεν αργότερα συγγνώμη, αλλά ορισμένοι παρατηρητές εικάζουν ότι ως Πρόεδρος ο Μπάιντεν θα μπορούσε να αναβιώσει τη συμμαχία με τους Κούρδους.
Αυτό όμως είναι κάθε άλλο παρά σίγουρο.
Ωστόσο, δύο σημεία έντασης μεταξύ Άγκυρας και Ουάσινγκτον είναι τόσο σίγουρα, ώστε θα μπορούσε κανείς να πει ότι έχουν ήδη συμπεριληφθεί στην ημερήσια διάταξη.
Η μία κρίσιμη ημερομηνία είναι η 24 η Απριλίου 2021.
Εκείνη την ημέρα, οι Αρμένιοι εορτάζουν κάθε χρόνο τη μαζική δολοφονία των συμπατριωτών τους από το στρατό του Οθωμανού σουλτάνου το 1915.
Τον περασμένο Απρίλιο, ο Μπάιντεν υποσχέθηκε ότι εάν οι ΗΠΑ κερδίσουν τις εκλογές, θα αναγνωρίσει τις φρικαλεότητες ως Γενοκτονία.
Η Τουρκία πολεμά διεθνώς εναντίον αυτού του χαρακτηρισμού και η κυβέρνηση του Ερντογάν διώκει στο εσωτερικό τους ανθρώπους που τον χρησιμοποιούν δημοσίως.
Αν ο Μπάιντεν υλοποιήσει την εξαγγελία του, για παράδειγμα κατά την επόμενη ημέρα μνήμης, είναι βέβαιη η οξεία αντίδραση της Άγκυρας.
Η άλλη προβλεπόμενη δοκιμασία αναμένεται την 1 η Μαρτίου 2021.
Τότε θα συνεχιστεί στη Νέα Υόρκη η δίκη εναντίον της τουρκικής τράπεζας Halkbank, η οποία κατηγορείται ότι υπονόμευσε τις αμερικανικές κυρώσεις σε βάρος του Ιράν.
Και μάλιστα, εν γνώσει του Ερντογάν και του γαμπρού του και στη συνέχεια Υπουργού Οικονομικών Αλμπαϊράκ, όπως ισχυρίζεται ο Τουρκο-Ιρανός επιχειρηματίας Ρεζά Ζαράμπ, ο οποίος κατέθεσε στην υπόθεση. Ο Αλμπαϊράκ παραιτήθηκε από το αξίωμά του την περασμένη εβδομάδα.