Ο Εμανουέλ Μακρόν «πολεμά» τον Ρετζέπ Ερντογάν σε κάτι πολύ μεγαλύτερο από την Ανατολική Μεσόγειο.
Αυτό τονίζει η εφημερίδα le Monde.
Ειδικότερα, η Γαλλία θεωρεί εαυτόν της ως τη «μεγάλη δύναμη» της Ευρώπης.
Είναι η μόνη χώρα που διαθέτει μόνιμη έδρα στο Συμβούλιο Ασφαλείας, ένοπλες δυνάμεις με δυνατότητα διεξαγωγής μείζονος σύγκρουσης εκτός συνόρων και πυρηνική αποτρεπτική δύναμη.
Και οι σχέσεις της με την Τουρκία δεν έχουν υπάρξει σε χειρότερο επίπεδο.
Η Γαλλία δεν άφησε ποτέ ούτε την Αφρική ούτε τη Μεσόγειο.
Μπορεί να μην είναι πια η αποικιακή δύναμη του παρελθόντος, όταν τόσο στο Μαγρέμπ όσο και στην υποσαχάρια Αφρική υπήρχαν μεγάλες γαλλικές αποικίες (ή στην περίπτωση τα Αλγερίας και προσαρτημένες περιοχές), όμως δεν έπαψε ποτέ να θεωρεί ότι έχει λόγο για τα τεκταινόμενα στην περιοχή.
Το ίδιο ισχύει και για την ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, όπου καλό είναι να μην ξεχνάμε ότι η διεκδίκηση των «εντολών» για τη διοίκηση της Συρίας και του Λιβάνου την επαύριον του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, επίσης αντανακλούσε μια θεώρηση «σφαιρών επιρροής» που θα παραμείνει ένα μόνιμο στοιχείο της γαλλικής θεώρησης των πραγμάτων.
Με την κλιμάκωση της εμφύλιας σύγκρουση στη Λιβύη κλιμακώθηκε και η εμπλοκή της Γαλλίας και της Τουρκίας.
Ειδικά η Άγκυρα θεώρησε ότι εδώ είχε την ευκαιρία αφενός να κατοχυρωθεί ως περιφερειακή δύναμη αφετέρου να προωθήσει τα σχέδιά της για τη «Γαλάζια Πατρίδα» βρίσκοντας την πρώτη χώρα της Μεσογείου που ήταν διατεθειμένη να υπογράψει μαζί της συμφωνία οριοθέτησης ΑΟΖ.
Η Γαλλία βρισκόταν πάντα αντίθετη στα σχέδια του Ερντογάν.
Τα ελληνικά Rafale έκαναν την κατάσταση χειρότερη ενώ τα σχόλια του Μακρόν για το Ισλάμ ξεχείλισαν το ποτήρι και ανέδειξαν το πραγματικό πρόβλημα.
Μετά την ανακοίνωση του νομοσχεδίου, που στοχεύει στην υπεράσπιση του κοσμικότητας και των αξιών της Γαλλικής Δημοκρατίας, που απειλούνται από «Ισλαμιστικό αυτονομισμό», ο Τούρκος πρόεδρος, ο οποίος εμφανίζεται ως παγκόσμιος υπερασπιστής καταπιεσμένων Σουνιτών Μουσουλμάνων, επιτέθηκε εκ νέου, στις 6 Οκτωβρίου, κατά του Προέδρου Μακρόν.
Στην πραγματικότητα, ορισμένες πτυχές του γαλλικού νομοσχεδίου για την ενίσχυση της κοσμικότητας δυσαρεστούν έντονα την Άγκυρα, ιδίως εκείνη, που προβλέπει ενίσχυση του ελέγχου της χρηματοδότησης των τζαμιών και τη μη αποδοχή πλέον στη Γαλλία της αποστολής ιμάμηδων και ιεροκηρύκων, προερχομένων από το εξωτερικό.
Υπογραμμίζεται, ότι η Τουρκία είναι αυτή που επενδύει τα μέγιστα στην διαχείριση της μουσουλμανικής λατρείας στη Γαλλία, καθώς στέλνει τους μισούς από τους 300 ιμάμηδες, που αποσπώνται από πολλές ξένες χώρες, όπως το Μαρόκο και την Αλγερία.
Σε μια μελέτη με τίτλο «Η φάμπρικα του Ισλάμ», που δημοσιεύθηκε το 2018, το Institut Montaigne επιβεβαιώνει, ότι αυτή η θρησκευτική διπλωματία αποτελεί ισχυρό μοχλό εξουσίας για την τουρκική ηγεσία.
Πρόκειται πρωτίστως για το ζήτημα της «διατήρησης του εθνικού δεσμού πέρα από την πρώτη γενιά μεταναστών και πρόληψη κάθε αφομοίωσης, δηλαδή αραίωσης της τουρκικής ταυτότητας στην χώρα υποδοχής, κίνδυνο που ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει χαρακτηρίσει στη Γερμανία, ως «έγκλημα κατά της ανθρωπότητας», εξηγεί η έκθεση, με αναφορά σε δήλωση του Τούρκου προέδρου, το 2008.
Είναι αλήθεια, ότι ο Ερντογάν είναι συνηθισμένος σε ακραίες δηλώσεις, εξ ου και η δήλωσή του, στις 12 Σεπτεμβρίου, «Κύριε Macron δεν τελειώσατε να έχετε μπελάδες με εμένα!».