Ο Σύρος πρόεδρος Μπασάρ αλ Άσαντ δήλωσε ότι η ύπαρξη μεγάλων ρωσικών ναυτικών και αεροπορικών βάσεων στη χώρα του συμβάλει στην αντιστάθμιση της επιρροής των δυτικών δυνάμεων στην περιοχή καθώς χαλαρώνει η μάχη για την αντιμετώπιση των τζιχαντιστών.
Σε συνέντευξή του στο τηλεοπτικό δίκτυο Zvezda, του ρωσικού υπουργείου Άμυνας, κατά την πέμπτη επέτειο από την επέμβαση της Μόσχας στη Συρία, η οποία άλλαξε την ισορροπία υπέρ του Άσαντ, ο Σύρος πρόεδρος δήλωσε ότι οι δύο κεντρικές βάσεις της Ρωσίας είναι σημαντικές για να αντισταθμίσουν τη στρατιωτική δυτική παρουσία στην περιοχή.
«Αυτή η παγκόσμια στρατιωτική ισορροπία χρειάζεται τον ρόλο της Ρωσίας (…) γι’ αυτό χρειάζονται οι (στρατιωτικές) βάσεις (…) επωφελούμαστε από αυτό», σημείωσε ο Άσαντ, προσθέτοντας ότι η Συρία χρειάζεται μια παρουσία που να αντισταθμίσει την κυριαρχία των ΗΠΑ στην περιοχή.
Εκτός από την αεροπορική βάση Χμέιμιμ, από την οποία η Μόσχα έχει εξαπολύσει αεροπορικές επιδρομές, η Ρωσία ελέγχει επίσης τη ναυτική βάση Ταρτούς στη Συρία, τη μοναδική της στη Μεσόγειο, ήδη από την εποχή της Σοβιετικής Ένωσης.
Η Ρωσία εξαπέλυσε αεροπορικές επιδρομές στη Συρία το 2015, ενώ άρχισε να εδραιώνει τη μόνιμη στρατιωτική της παρουσία στη χώρα το 2017, έπειτα από συμφωνία με τη Δαμασκό.
Ρωσικό κυβερνητικό έγγραφο, που δημοσιεύθηκε τον Αύγουστο, ανέφερε ότι οι συριακές Αρχές συμφώνησαν να επιτρέψουν στη Ρωσία να επεκτείνει την αεροπορική της βάση στο Χμέιμιμ.
Το στρατιωτικό αεροδρόμιο στο Χμέιμιμ δημιουργήθηκε στους χώρους του πολιτικού διεθνούς αεροδρομίου της Λαοδίκειας, όπως και ναύσταθμος στην Ταρτούς μοιράζεται τον ίδιο χώρο με το πολιτικό λιμάνι της πόλης.
Ο Άσαντ επεσήμανε ότι ο στρατός του, πριν την επέμβαση της Μόσχας, ήταν αντιμέτωπος «με μια επικίνδυνη κατάσταση», με μια ένοπλη αντιπολίτευση που χρηματοδοτούνταν και εξοπλιζόταν άμεσα από τις ΗΠΑ και άλλες δυτικές δυνάμεις, μαζί με τη Σαουδική Αραβία και το Κατάρ, και η οποία είχε καταλάβει μεγάλες πόλεις.
Ο Άσαντ κατάφερε χάρη στην τεράστια αεροπορική δύναμη της Μόσχας και τη στήριξη φιλοϊρανικών πολιτοφυλακών να ανακτήσει το μεγαλύτερο μέρος των περιοχών που είχε χάσει.
Η Ουάσιγκτον και υποστηρικτές της συριακής αντιπολίτευσης καταγγέλλουν ότι οι ρωσικοί και συριακοί βομβαρδισμοί των περιοχών που ήταν υπό τον έλεγχο της αντιπολίτευσης ισοδυναμούν με εγκλήματα πολέμου και ευθύνονται για τον εκτοπισμό εκατομμυρίων και τον θάνατο χιλιάδων αμάχων.
Μόσχα και Δαμασκός αρνούνται ότι βομβάρδισαν αδιακρίτως αμάχους και τονίζουν ότι μάχονται για να εκδιώξουν από τη Συρία ισλαμιστές ατάκτους.