Με τον τρομακτικό αριθμό των 65.000 επιβεβαιωμένων κρουσμάτων, η πόλη της Νέας Υόρκης μετατρέπεται σε παγκόσμιο επίκεντρο της πανδημίας του COVID-19.
Καθώς το ένα τρίτο των περιστατικών αυτών έχει χτυπήσει το Κουίνς, ο μεγαλύτερος δήμος της πόλης βρίσκεται πλέον στο μάτι του κυκλώνα.
Στην καρδιά του Κουίνς, στην 30ή Λεωφόρο της γειτονιάς της Αστόρια, βρίσκεται το παράρτημα του νοσοκομείου Mount Sinai, όπου εργάζεται πυρετωδώς ο καρδιολόγος Γιώργος Σύρος στη μάχη για την καταπολέμηση της πανδημίας.
«Οι συνθήκες είναι πρωτόγνωρες, ωστόσο πάνω απ’ όλα απαιτείται ψυχραιμία», δήλωσε ο Έλληνας γιατρός στην «Καθημερινή» νωρίς τα ξημερώματα της Κυριακής, μεταφέροντας την αντικειμενική εικόνα από τη μεγαλούπολη, καθώς και τις εκτιμήσεις του για τους παράγοντες που συνέβαλαν στη σημερινή πραγματικότητα.
Οι στατιστικές μελέτες του δρος Σύρου στη δημογραφική κατανομή του Κουίνς τον οδηγούν σε μερικά αξιοσημείωτα συμπεράσματα για την εκθετική άνοδο του ιού.
«Πιστεύω πως ο δήμος προσβλήθηκε από τον ιό πολύ νωρίτερα από ό,τι είχαμε υποπτευθεί, γι’ αυτό και παρατηρούμε μια απότομη κορύφωση», σημειώνει ο καρδιολόγος.
Εξηγεί πως το Κουίνς φιλοξενεί τα δύο μεγάλα αεροδρόμια της Νέας Υόρκης –το JFK και το LaGuardia– και αποτελεί σπίτι για το 58% των εργαζομένων στις μεταφορές καθώς και εκείνων στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών.
«Εξήντα ένα εκατομμύρια επιβάτες ταξιδεύουν ετησίως μέσω των αεροδρομίων αυτών, επομένως είναι ασφαλές να υποθέσουμε πως το προσωπικό κόλλησε την ασθένεια, μεταφέροντάς την εν συνεχεία στην κοινότητα του Κουίνς», υπογραμμίζει ο δρ Σύρος.
Τα υψηλά ποσοστά θνησιμότητας στον νεοϋορκέζικο δήμο έχουν και αυτά, σε μεγάλο βαθμό, δημογραφικές ρίζες σύμφωνα με τον Έλληνα γιατρό.
«Η παχυσαρκία, ο διαβήτης, το κάπνισμα και η έλλειψη σωματικής δραστηριότητας είναι συγκριτικά υψηλότερα στις γειτονιές του Κουίνς, τοποθετώντας μεγάλα τμήματα του πληθυσμού σε ομάδες υψηλού ρίσκου», προσθέτει ο δρ Σύρος, σημειώνοντας πως το 15% των κατοίκων του δήμου της Νέας Υόρκης είναι άνω των 65 ετών.
Ανάμεσά τους βρίσκεται έντονο και το στοιχείο της ελληνικής κοινότητας, καθώς στη γειτονιά της Αστόρια μένουν κατά κύριο λόγο οι ηλικιωμένοι Έλληνες της πόλης.
Ο καρδιολόγος σημειώνει επίσης πως η διασπορά και οι θάνατοι της νόσου εμφανίζουν σημαντικές διαφορές στα κοινωνικά στρώματα της πόλης.
«Ο ιός έχει σαφώς πλήξει περισσότερο τις υποβαθμισμένες περιοχές της Νέας Υόρκης», αναφέρει χαρακτηριστικά, γεγονός που επιβεβαιώνεται ήδη από τις επίσημες χαρτογραφήσεις που παρέχουν οι Αρχές της πόλης.
«Έρευνες δείχνουν πως η κυκλοφορία στο μετρό του Μπρονξ παραμένει στα ίδια επίπεδα με την εποχή πριν από τον COVID-19.
»Είναι δύσκολο για έναν πατέρα μιας άπορης οικογένειας να υπακούσει στους περιορισμούς και να μη μετακινηθεί για να δουλέψει και να στηρίξει την οικογένειά του», συμπληρώνει.
Πριν από την έξαρση της επιδημίας, ο δρ Σύρος εργαζόταν 12 ώρες επί καθημερινής βάσεως βοηθώντας ασθενείς που εμφάνιζαν καρδιολογικά προβλήματα.
«Πλέον, ασχολούμαι εξ ολοκλήρου με κρούσματα του COVID-19, αντιμετωπίζοντας περίπου 30 περιστατικά την ημέρα», αναφέρει.
Μία από τις ανησυχίες του είναι η κατάσταση των ασθενών που δεν πάσχουν από κορωνοϊό, ωστόσο αναγκάζονται να παραμείνουν σπίτι τους για να αποφύγουν τη διασπορά του.
«Γι’ αυτό είναι εξαιρετικά σημαντική η ενίσχυση των πόρων πέρα από αναπνευστήρες και κλίνες ΜΕΘ, όπως έγινε με το πλωτό νοσοκομείο», δηλώνει.
Παρά τους απροσδόκητους αριθμούς, προς το παρόν η κατάσταση στο νοσοκομείο του παραμένει διαχειρίσιμη.
«Η πληρότητα των αναπνευστήρων κυμαίνεται στο 80%, οπότε διατηρούμε ένα “μαξιλάρι” ασφαλείας» αναφέρει χαρακτηριστικά.