Στην προσπάθειά τους να αποκωδικοποιήσουν την γενετική αλληλουχία του Covid-19 προκειμένου να ρίξουν φως στην εξάπλωσή του ανά τον κόσμο, η επιστημονική κοινότητα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, σχεδόν τρεις μήνες μετά την εμφάνισή του στην κινεζική πόλη Ουχάν, ο κορωνοϊός έχει μεταλλαχθεί κι έχουν ταυτοποιηθεί οκτώ στελέχη του.
Όπως αναφέρει η βρετανική εφημερίδα «Daily Mail», οι ερευνητές του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας έχουν ταυτοποιήσει από τον Δεκέμβριο του 2019, όταν ξεκίνησε η επιδημία του ιού στην πόλη Ουχάν, μέχρι σήμερα, οκτώ στελέχη του.
Τα στελέχη αυτά, όπως υπογραμμίζουν, έχουν πολλές ομοιότητες και ελάχιστες παραλλαγές.
Οι ειδικοί θεωρούν ότι κανένα στέλεχος του ιού δεν φαίνεται να είναι πιο θανατηφόρο από τα υπόλοιπα.
Επιπλέον, διευκρινίζουν ότι είναι εξαιρετικά απίθανο ο ιός να μεταλλαχθεί σ’ ένα πιο θανατηφόρο στέλεχος.
Ο κορωνοϊός πάντως φαίνεται να μεταλλάσσεται πολύ αργά, δίνοντας ελπίδα στους ερευνητές για την παρασκευή ενός αποτελεσματικού εμβολίου.
«Ο ιός μεταλλάσσεται τόσο αργά ώστε τα στελέχη του να έχουν ουσιαστικά πολλές ομοιότητες μεταξύ τους», δήλωσε ο Τσαρλς Τσιου, Καθηγητής Ιατρικής και Λοιμωδών Νοσημάτων στην Ιατρική Σχολή του Σαν Φρανσίσκο του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας.
Σε δηλώσεις του στην αμερικανική εφημερίδα «USA Today», τόνισε ότι ο Covid-19 μεταλλάσσεται πολύ αργά, περίπου 8 έως 10 φορές πιο αργά από την κοινή γρίπη.
Ο Αμερικανός καθηγητής επισήμανε ότι, τα διαφορετικά στελέχη του ιού δεν «ευθύνονται» για τα διαφορετικά συμπτώματα που παρουσιάζουν οι ασθενείς όπως και για τα διαφορετικά ποσοστά θνητότητας.
«Το γεγονός ότι ανά τον κόσμο καταγράφονται διαφορετικά ποσοστά θνητότητας οφείλεται στο ότι τα τεστ για την ανίχνευση του ιού γίνονται στους πληθυσμούς με διαφορετικούς ρυθμούς», τόνισε.
Για τους ερευνητές, οι ασυμπτωματικοί ασθενείς ή όσοι παρουσιάζουν ήπια συμπτώματα, δεν έχουν μολυνθεί από ένα ήπιο στέλεχος του ιού.
Αντιθέτως, οι διαφορές στα συμπτώματα των ασθενών πιθανότατα έχουν να κάνουν περισσότερο με το ανοσοποιητικό σύστημα και τη γενικότερη υγεία τους.
Ένα στέλεχος του Covid-19 που έχει μικρή «επίδραση» σε κάποιον, μπορεί να είναι θανατηφόρο για έναν άλλο.