Πυρετώδεις είναι ετοιμασίες και δηλώσεις από τους ισχυρούς του κόσμου ενόψει της συνόδου κορυφής των G20 την επόμενη εβδομάδα στην Οσάκα της Ιαπωνίας.
Ειδικά για την Κίνα και την Ρωσία θα είναι μία πολύ καλή ευκαιρία να συναντηθούν με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ για θέματα εμπορίου οι πρώτοι, κυβερνοεπιθέσεων οι δεύτεροι.
Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε την Τρίτη ότι είχε μια «πολύ καλή» συνομιλία με τον Σι Τζιπίνγκ, επιβεβαιώνοντας ότι θα συναντηθεί με τον Κινέζο ομόλογό του στη σύνοδο κορυφής της G20 στην Οσάκα της Ιαπωνίας την επόμενη εβδομάδα.
«Είχα μια πολύ καλή τηλεφωνική συνομιλία με τον Κινέζο πρόεδρο Σι», τόνισε με tweet του ο Τραμπ, εν μέσω ενός απρόβλεπτου εμπορικού πολέμου που βρίσκονται οι δύο χώρες.
«Θα έχουμε μια μακρά συνάντηση την επόμενη εβδομάδα στους G20 στην Ιαπωνία», ανέφερε ο Αμερικανός πρόεδρος, προσθέτοντας ότι αντιπροσωπείες των δύο χωρών θα συναντηθούν πριν το πολυαναμενόμενο τετ α τετ των δύο ηγετών.
Ο Κινέζος ηγέτης από την πλευρά του δήλωσε ότι είναι έτοιμος να συναντήσει τον Τραμπ για να ανταλλάξουν απόψεις σε θεμελιώδη ζητήματα αναφορικά με την εξέλιξη των σχέσεων Ουάσιγκτον – Πεκίνου, με το κινεζικό πρακτορείο ειδήσεων Xinhua να τονίζει ότι ο Σι επισήμανε στον ένοικο του Λευκού Οίκου ότι οι δύο πλευρές πρέπει να λύσουν τα προβλήματά τους στο εμπόριο μέσα από συνομιλίες επί ίσοις όροις.
Οι συνομιλίες στην Οσάκα θα είναι επί της ουσίας η επανέναρξη των εμπορικών διαπραγματεύσεων που σήμερα έχουν παγώσει.
Η ανακοίνωση έγινε καθώς η κυβέρνηση Τραμπ έχει απείλησε να πλήξει την Κίνα με δασμούς σε κινεζικά προϊόντα αξίας «τουλάχιστον» 300 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει ήδη επιβάλει δασμούς 25% σε κινεζικά προϊόντα αξίας 250 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Λίγο μετά το tweet Τραμπ, ο οικονομικός σύμβουλος του Λευκού Οίκου Λάρι Κούντλοου δήλωσε ότι οι ΗΠΑ επιθυμούν να συνεχίσουν τις εμπορικές συνομιλίες με την Κίνα, διευκρινίζοντας ότι οι συνομιλίες της Οσάκα θα επικεντρωθούν σε δομικές αλλαγές και την επιβολή μηχανισμών.
«Οι ΗΠΑ θέλουν τη συνέχιση των συζητήσεων για τις δομικές αλλαγές αναφορικά με την κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας, την υποχρεωτική μεταφορά τεχνολογίας, το άνοιγμα των αγορών και τους δασμούς», δήλωσε ο Κούντλοου σε συνέντευξή του στο Fox News.
Το Κρεμλίνο δεν απέκλεισε συζητήσεων Πούτιν-Τραμπ για τις κυβερνοεπιθέσεις
Ο εκπρόσωπος Τύπου του Ρώσου προέδρου, ο Ντμίτρι Πεσκόφ, δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο οι πρόεδροι της Ρωσίας και των ΗΠΑ Βλαντίμιρ Πούτιν και Ντόναλντ Τραμπ να συζητήσουν το θέμα των κυβερνοεπιθέσεων, εάν πραγματοποιηθεί συνάντηση τους.
»Αυτό δεν μπορεί να αποκλεισθεί», δήλωσε ο Πεσκόφ απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφων, αν το θέμα αυτό θα συζητηθεί κατά τη συνάντηση των δύο ηγετών, εφόσον αυτή γίνει (σ.σ.: στην σύνοδο κορυφής της G20 στην Οσάκα της Ιαπωνίας) έστω «και στο πόδι».
Ο Πεσκόφ, σχολιάζοντας την δήλωση του επικεφαλής της Υπηρεσίας Κατασκοπείας της Ρωσικής Ομοσπονδίας Σεργκέι Ναρίσκιν, σύμφωνα με την οποία η υπηρεσία του διαθέτει στοιχεία για επικείμενες κυβερνοεπιθέσεις κατά της Ρωσίας, όπως και ότι ήδη έχει καταγράψει τέτοιες επιθέσεις σε ζωτικής σημασίας συστήματα, επισήμανε ότι «αυτό δεν είναι ένα νέο φαινόμενο».
«Εμείς, έχω υπόψη μου το ότι και οι οικονομικοί οργανισμοί και τα ΜΜΕ και οι υπηρεσίες και μονάδες ζωτικής σημασίας υποδομών, κατά την διάρκεια των τελευταίων ετών, δεχόμαστε επιθέσεις, οι οποίες ξεκινούν από διάφορες δυτικές χώρες, περιλαμβανομένων και των ΗΠΑ.
»Πρόκειται για ένα μεγάλο πρόβλημα και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ο Πούτιν επανειλημμένα έχει προτείνει στην Ουάσιγκτον συνεργασία στον τομέα της κυβερνοασφάλειας», δήλωσε ο Πεσκόφ.
Ο ίδιος υπογράμμισε ότι «αυτές οι προτάσεις μέχρι στιγμής έχουν απορριφθεί από τους Αμερικανούς εταίρους μας».
Ερωτηθείς τι εννοεί όταν μιλάει για ‘επίθεση’ ο Πεσκόφ διευκρίνισε ότι πρόκειται για προσπάθειες εισόδου, για προσπάθειες να σπάσουν κωδικούς και για προσπάθειες να ελέγξουν τις πηγές.
Το Σάββατο η εφημερίδα New York Times ανέφερε σε ρεπορτάζ της ότι οι ΗΠΑ έχουν πολλαπλασιάσει τις ψηφιακές διεισδύσεις στο ηλεκτρικό δίκτυο και σε άλλους στόχους στη Ρωσία για να απευθύνουν προειδοποίηση στη Μόσχα, η οποία είναι ύποπτη ότι κάνει το ίδιο στις Ηνωμένες Πολιτείες, και για να προετοιμάσουν ενδεχόμενη κυβερνοεπίθεση σε περίπτωση μείζονος σύγκρουσης μεταξύ των δύο χωρών.