Βαθύτατα απαισιόδοξος για την πορεία του Brexit εμφανίστηκε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ σχολιάζοντας χαρακτηριστικά πως υπάρχει «ένα μέρος στην κόλαση» για όσους μεθόδευσαν την έξοδο της χώρας από την Ε.Ε. χωρίς να έχουν σχέδιο για το πώς θα το κάνουν.
Αν και εξέφρασε την ελπίδα τόσο των Ευρωπαίων όσο και τη δική του προσωπικά να παραμείνει η Βρετανία στην Ένωση, ο Τουσκ τόνισε ότι στις Βρυξέλλες προετοιμάζονται «για ένα πιθανό φιάσκο».
«Τα γεγονότα είναι αδιαμφισβήτητα. Αυτή τη στιγμή η στάση της Βρετανίδας πρωθυπουργού, καθώς και του ηγέτη της αντιπολίτευσης δεν αφήνουν περιθώρια», σχολίασε αναφερόμενος στο σενάριο πιθανής απόσυρσης του Brexit, κατά τη διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου με τον Ιρλανδό πρωθυπουργό Λίο Βαράντκαρ ύστερα από τις συνομιλίες που είχαν στις Βρυξέλλες.
Σε κάθε περίπτωση, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου επανέλαβε για πολλοστή φορά ότι η συμφωνία αποχώρησης «δεν είναι ανοιχτή για επαναδιαπραγμάτευση», ότι «η Ε.Ε. δεν υπάρχει περίπτωση να κάνει καινούρια προσφορά», αισιοδοξώντας ότι η Τερέζα Μέι θα μεταβεί αύριο στις Βρυξέλλες με κάποια «ρεαλιστική πρόταση».
Άμεση ήταν η αντίδραση της επικεφαλής της Βουλής των Κοινοτήτων Άντρεα Λίντσομ, η οποία μιλώντας στο BBC σχολίασε ότι ο Ντόναλντ Τουσκ «δεν έχει τρόπους».
«Είναι πολύ λυπηρό και δεν βοηθάει καθόλου», τόνισε η Λίντσομ.
Σε ανάλογους τόνους ήταν και η απάντηση της Ντάουνινγκ Στριτ, η οποία λίγο πολύ ξεκαθάρισε ότι το Brexit ήταν η απόφαση που έλαβε ο βρετανικός λαός μέσα από μία δημοκρατική διαδικασία και με αυτό το δεδομένο θα πρέπει να συνεχιστούν οι όποιες διαπραγματεύσεις.
Από το Μπέλφαστ, όπου βρίσκεται στο πλαίσιο διήμερης επίσκεψης, η Τερέζα Μέι διεμήνυσε χθες ότι στόχος της στον νέο γύρο διαπραγματεύσεων με τις Βρυξέλλες είναι να αλλάξει και όχι να αντικαταστήσει το backstop, το λεγόμενο «δίχτυ ασφαλείας» που προτείνουν οι Ευρωπαίοι ηγέτες ως εγγύηση για την αποφυγή των σκληρών ιρλανδικών συνόρων.
Η στάση της ωστόσο ήδη μεταφράστηκε ως υπαναχώρηση από τους ευρωσκεπτικιστές του Συντηρητικού Κόμματός της.
Δυόμισι χρόνια μετά το δημοψήφισμα που έθεσε τη Βρετανία σε τροχιά εξόδου από την Ε.Ε. και δύο μήνες πριν από την οριστική αποχώρηση (στις 29 Μαρτίου) το ιρλανδικό αδιέξοδο παραμένει στο ίδιο ακριβώς σημείο.
Οι Brexiters θέλουν με κάθε τρόπο την έξοδο της χώρας από την τελωνειακή ένωση.
Θεωρητικά, οι τελωνειακές Αρχές θα έπρεπε να βρίσκονται ανάμεσα στη Βόρεια Ιρλανδία και την Ιρλανδία.
Η δημιουργία ωστόσο ενός τέτοιου συνόρου – με ελέγχους – θα έθετε σε κίνδυνο την ειρήνη που επετεύχθη με τη Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής, το 1998.
Για να αποφευχθεί αυτό, προτείνεται η λύση του backstop, βάσει της οποίας η Βόρεια Ιρλανδία θα παραμείνει στην ενιαία αγορά έως ότου βρεθεί άλλη λύση.
Για τους Ενωτικούς ωστόσο, καθώς και για τους Βρετανούς, η λύση αυτή είναι απαράδεκτη, αφού επί της ουσίας θέτει ένα σύνορο μεταξύ Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας υπονομεύοντας την ενότητα του Ηνωμένου Βασιλείου.