Τέσσερις γυναίκες την ημέρα δολοφονούνται φέτος στη Βραζιλία, ένας αριθμός τον οποίο η Διαμερικανική Επιτροπή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (IACHR) χαρακτήρισε τη Δευτέρα «ανησυχητικό».
Η (IACHR), η υπηρεσία αρμόδια για τα ανθρώπινα δικαιώματα του 35μελούς Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών, τόνισε ότι πρέπει να γίνουν περισσότερα για την πρόληψη και τη δίωξη των δραστών των γυναικοκτονιών στη Βραζιλία.
«Η Επιτροπή ζητεί από τη Βραζιλία να εφαρμόσει ολοκληρωμένες στρατηγικές για την αποτροπή αυτών των ενεργειών, για να εκπληρώσει την υποχρέωσή της να ερευνά, να διώκει και να τιμωρεί τους υπεύθυνους καθώς και να προσφέρει προστασία και πλήρη επανόρθωση σε όλα τα θύματα», ανέφερε σε ανακοίνωσή της.
Προκειμένου να καταπολεμήσει τις γυναικοκτονίες η Βραζιλία υιοθέτησε το 2015 νομοθεσία η οποία προβλέπει μεταξύ άλλων αυστηρότερες ποινές κάθειρξης έως και 30 ετών για τους δράστες.
Στη Λατινική Αμερική καταγράφονται τα υψηλότερα ποσοστά γυνακοκτονιών παγκοσμίως, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
Η πρόεδρος της IACHR και ειδική εισηγήτρια για τα δικαιώματα των γυναικών Μαργκαρέτε Μέι δήλωσε ότι η νομοθεσία του 2015 στη Βραζιλία ήταν ένα κρίσιμο βήμα στο να δοθεί περισσότερη δημοσιότητα στους φόνους γυναικών.
«Ωστόσο τώρα είναι ζωτικής σημασίας να ενισχυθούν τα μέτρα πρόληψης και προστασίας», τόνισε σε ανακοίνωσή της.
«Είναι απαράδεκτο το ότι γυναίκες που έχουν καταθέσει ασφαλιστικά μέτρα να δολοφονούνται, ότι δεν υπάρχουν επαρκή καταφύγια ή ότι δεν δίνεται η προσήκουσα σημασία στις καταγγελίες τους», πρόσθεσε.
Αν και ο πληθυσμός της Βραζιλίας είναι μεγαλύτερος από 200 εκατομμύρια στη χώρα υπάρχουν μόνο 74 καταφύγια για τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας, σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Στη Βραζιλία οι περισσότερες γυναίκες δολοφονούνται στα σπίτια τους από τους πρώην ή νυν φίλους τους, οι οποίοι έχουν ιστορικό ενδοοικογενειακής βίας, επισημαίνει η IACHR.
«Η Επιτροπή επισημαίνει με ανησυχία ότι στις περισσότερες περιπτώσεις οι δολοφονημένες γυναίκες είχαν καταγγείλει προηγουμένως τους δράστες, είχαν πέσει θύματα σοβαρών περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας ή είχαν γίνει στο παρελθόν στόχοι επιθέσεων ή ακόμη και απόπειρας φόνου», προσθέτει.
Οι μαύρες γυναίκες και οι ιθαγενείς, αλλά και μέλη της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, καθώς και γυναίκες πολιτικοί και ακτιβίστριες κινδυνεύουν περισσότερο, τονίζει η Επιτροπή.