Την εκτίμηση ότι η Ιταλία έχει τη δυνατότητα να οδηγήσει ακόμη και σε διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκφράζει σε ανάλυσή του το think tank, Strategic Culture Foundation.
Όπως υπογραμμίζει η κόντρα Βρυξελλών – Ρώμης είναι το τελευταίο και πιο σοβαρό από μία σειρά επεισοδίων όπου έχουν διαφανεί οι σοβαρές διαφορές μεταξύ αρκετών κρατών – μελών της Ένωσης και των θεσμών της.
Σύμφωνα με την ανάλυση του Strategic Culture η ΕΕ είχε πολλά προβλήματα, καθώς μέλη της όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία, έχουν ανοικτά ασκήσει κριτική στον τρόπο με τον οποίο έχει δομηθεί.
Όμως αυτή η νέα σύγκρουση είναι ακόμη πιο επικίνδυνη, καθώς οι Βρυξέλλες βρίσκονται σε κόντρα με την Ιταλία, δηλαδή την τρίτη ισχυρότερη οικονομία της Ευρωζώνης και όγδοη ισχυρότερη οικονομία της υφηλίου από πλευράς ονομαστικού ΑΕΠ.
Η Ιταλία έχει πληθυσμό 60 εκατ. ανθρώπων. Είναι μία χώρα φιλοευρωπαϊκή και ένα από τα ιδρυτικά μέλη της ΕΕ.
Η ιταλική κυβέρνηση αρνήθηκε να υπακούσει στην εντολή της Κομισιόν και να προχωρήσει σε αναμόρφωση του προσχεδίου προϋπολογισμού για το 2019, στο οποίο περιλαμβάνεται στόχος για έλλειμμα στο 2,4% του ΑΕΠ, μέγεθος το οποίο μπορεί να διογκώσει περαιτέρω το, ήδη, υψηλό χρέος της χώρας.
Η κυβέρνηση της Ρώμης, την οποία απαρτίζουν η Λέγκα και το λαϊκίστικο κόμμα των Πέντε Αστέρων, έχει αποφασίσει να αυξήσει τον δανεισμό της, προκειμένου να εκπληρώσει ορισμένες προεκλογικές υποσχέσεις, όπως για παράδειγμα η μείωση της ηλικίας συνταξιοδότησης και η αύξηση των κοινωνικών μερισμάτων.
Τον προηγούμενο μήνα η Κομισιόν ανακοίνωσε ότι αυτοί οι στόχοι δαπανών καταπατούν τους κανόνες της Ευρωζώνης.
Η Ρώμη διαθέτει το δεύτερο μεγαλύτερο χρέος –ως ποσοστό επί του ΑΕΠ – στην Ευρωζώνη, το οποίο φθάνει στο 131,8% του ΑΕΠ, όμως, η ιταλική κυβέρνηση πιστεύει ότι μπορεί να επιτύχει σημαντικό ρυθμό ανάπτυξης, ενώ αντίθετα οι εκτιμήσεις των Βρυξελλών είναι μάλλον «γκρίζες».
Στις 13 Νοεμβρίου έληξε το πρώτο τελεσίγραφο για την Ιταλία, με την κυβέρνηση να αρνείται να αλλάξει το παραμικρό στο προσχέδιο προϋπολογισμού για το 2019.
Τώρα η ΕΕ απειλεί τη Ρώμη με επιβολή κυρώσεων, το ύψος των οποίων μπορεί να φθάσει στα 3,4 δισ. ευρώ.
Όμως η ιταλική κυβέρνηση ακολουθεί δική της πορεία σε μία σειρά θεμάτων.
Εμφανίζεται ως φιλική προς τη Ρωσία και καλεί σε άρση ή έστω χαλάρωση των κυρώσεων που έχει επιβάλλει η ΕΕ εναντίον της.
Ο Ιταλός πρωθυπουργός, Τζουζέπε Κόντε πιστεύει ότι η Ρωσία θα πρέπει να γίνει, εκ νέου, δεκτή στους G7.
Μάλιστα επισκέφθηκε τη Μόσχα τον Οκτώβριο, τονίζοντας ότι η Ρωσία είναι ένας ισχυρός παίκτης στη διεθνή σκηνή και προσκάλεσε τον Βλαντιμίρ Πούτιν να επισκεφθεί την Ιταλία.
Παρά τις κυρώσεις της ΕΕ ο κ. Κόντε υπέγραψε μία σειρά εμπορικών και επενδυτικών συμφωνιών με τη Ρωσία.
Το 2018 το ρωσικό κόμμα United Russia, το οποίο διαθέτει την πλειοψηφία στο ρωσικό κοινοβούλιο και η Λέγκα, υπέγραψαν συμφωνία συνεργασίας.
Το δημοτικό συμβούλιο στο Veneto, στο οποίο ο επικεφαλής της Λέγκα, Ματέο Σαλβίνι, έχει μεγάλη δύναμη, αναγνώρισε την Κριμαία ως μέρος της ρωσικής επικράτειας το 2016.
Η Αυστρία είναι μία άλλη ευρωπαϊκή χώρα που έχει φιλικές διαθέσεις για τη Ρωσία.
Ακόμη και το πρόσφατο «σκάνδαλο κατασκόπων», το οποίο φανερά δημιούργησαν κάποιοι προκειμένου να χαλάσουν τις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών, δεν είχε τα αποτελέσματα που ήθελαν όσοι το προκάλεσαν.
«Είμαστε μία χώρα που έχει καλές επαφές με τη Ρωσία, είμαστε υπέρ του διαλόγου και αυτό δεν θα αλλάξει μελλοντικά», τόνισε ο Αυστριακός καγκελάριος, Σεμπάστιαν Κουρτς, σε ομιλία του στις 14 Νοεμβρίου 2018.
Το συντηρητικό Κόμμα του Λαού και το ακροδεξιό Κόμμα της Ελευθερίας –τα δύο κόμματα που απαρτίζουν την αυστριακή κυβέρνηση- έχουν θετική στάση έναντι της Μόσχας.
Δεν επικροτούν την πολιτική κυρώσεων της ΕΕ.
Η Ουγγαρία είναι ένα ακόμη μέλος της ΕΕ με φιλικές διαθέσεις προς τη Ρωσία.
Τον Οκτώβριο 2018 το Ευρωκοινοβούλιο ψήφισε ώστε να τεθεί σε εφαρμογή το Άρθρο 7, δηλαδή η διαδικασία επιβολής κυρώσεων ενάντια στην Ουγγαρία.
Η κυβέρνηση της χώρας, υπό την πρωθυπουργία του Βίκτορ Όρμπαν έχει κατηγορηθεί για παρέμβαση στα ΜΜΕ, επιθέσεις σε ΜΚΟ και απολύσεις ανεξάρτητων δικαστικών λειτουργών.
Μεταξύ των κυρώσεων είναι και το ενδεχόμενο να αφαιρεθεί από την Ουγγαρία το δικαίωμα ψήφου.
Στην πραγματικότητα η χώρα τιμωρείται γιατί αρνείται να δεχθεί μετανάστες.
Πρόκειται για τη δεύτερη φορά που ενεργοποιείται το Άρθρο 7.
Το 2017 είχε γίνει για την Πολωνία, το ενεργοποίησε η Κομισιόν, λόγω της μη συμμόρφωσης της χώρας στην πραγματοποίηση μεταρρυθμίσεων στον χώρο της Δικαιοσύνης.
Βέβαια θα πρέπει να υπάρξει ομοφωνία προκειμένου να αφαιρεθεί το δικαίωμα ψήφου από την Ουγγαρία και να τις επιβληθούν κυρώσεις.
Αυτή η κίνηση θα μπλοκαριστεί, το πιθανότερο, από την Πολωνία.
Ως ανταμοιβή η Ουγγαρία έχει δηλώσει ότι θα στηρίξει την Πολωνία σε περίπτωση που η ΕΕ στραφεί κατά της Βαρσοβίας.
Ουγγαρία, Πολωνία και Ρωσία προσπαθούν να τραβήξουν την προσοχή της Ευρώπης στην απειλή για τη δημοκρατία και την ειρήνη που προέρχεται από την Ουκρανία, ένα πρόβλημα το οποίο η ευρωπαϊκή ηγεσία θέλει να αγνοεί.
Η Σλοβακία είναι ένα ακόμη μέλος της Ένωσης η οποία διαθέτει αυτό που ορισμένοι χαρακτηρίζουν ως «ειδικές σχέσεις» με τη Ρωσία.
Ποτέ δεν ήταν ευχαριστημένη με τις κυρώσεις κατά της Μόσχας και το έχει πει ανοιχτά.
Τον περασμένο μήνα, ο νέος πρωθυπουργός της χώρας κάλεσε την ΕΕ να αναθεωρήσει την πολιτική κυρώσεων.
Στην Ελλάδα υπήρξε, επίσης, ένα διπλωματικό επεισόδιο, αλλά, όπως και στην περίπτωση της Αυστρίας, δεν κατόρθωσε να διακόψει τους ιστορικά στενούς δεσμούς μεταξύ των δύο χωρών.
Η Κύπρος ήταν πάντα φιλική προς τη Μόσχα, αλλά η Λευκωσία και η Αθήνα δεν είναι σε θέση να προστατεύσουν την ανεξαρτησία τους, καθώς και οι δύο είναι υπερχρεωμένες και εξαρτώνται από ξένα δάνεια.
Η μάχη μεταξύ των Βρυξελλών και της Ρώμης έρχεται σε μια εποχή όπου η Ευρώπη προετοιμάζεται για τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τον Μάιο του 2019.
Εάν η ΕΕ προχωρήσει σε κυρώσεις κατά της Ιταλίας, αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να ενισχυθεί περαιτέρω η στήριξη προς την κυβέρνηση, η οποία όπως τονίζει το μόνο που θέλει είναι να υπερασπιστεί τον λαό της.
Παράλληλα θα οδηγήσει σε ενίσχυση του αριθμού των Ιταλών ευρωσκεπτικιστών, οι οποίοι θα αυξήσουν τις έδρες τους στο Ευρωκοινοβούλιο.
Με τόσες πολλές χώρες δυσαρεστημένες από την ηγεσία της ΕΕ, είναι δύσκολο να προβλεφθεί το αποτέλεσμα.
Σύντομα θα υπάρξουν άλλοι άνθρωποι που θα έχουν πολύ διαφορετικές απόψεις για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ΕΕ, καθώς και για το μέλλον του μπλοκ.
Όλα μπορεί να αλλάξουν, συμπεριλαμβανομένης της σχέσης με τη Ρωσία και των κυρώσεων που έχουν γίνει τόσο δημοφιλείς και έχουν οδηγήσει σε πολλούς εθνικούς ηγέτες να αμφισβητούν ανοιχτά τη σοφία μιας τέτοιας πολιτικής που επιβάλλεται από τους λίγους ισχυρούς.