Πρώτο κουδούνι της χρονιάς χωρίς… δασκάλους για πολλούς μαθητές στη Γερμανία. Η διδασκαλική ομοσπονδία κάνει λόγο για 40.000 κενές θέσεις εκπαιδευτικών και το πρόβλημα μάλλον θα ενταθεί στα επόμενα χρόνια.
«Έχουμε 30 χρόνια να δούμε τόσο δραματικές ελλείψεις εκπαιδευτικών στα σχολεία μας», προειδοποιεί ο πρόεδρος της γερμανικής διδασκαλικής ομοσπονδίας, Χάιντς Πέτερ Μαίντινγκερ, σε πρόσφατη συνέντευξή του.
Κατά τις εκτιμήσεις του 40.000 θέσεις εκπαιδευτικών παραμένουν κενές στις αρχές της σχολικής χρονιάς.
Από αυτές, περίπου 30.000 καλύπτονται προσωρινά ή εκ των ενόντων με άτομα που δεν διαθέτουν την κατάλληλη κατάρτιση, με συνταξιούχους ή ακόμη και φοιτητές.
Οι υπόλοιπες 10.000 θέσεις δεν μπορούν να καλυφθούν ούτε καν με κάποιες μεταβατικές λύσεις.
Ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι το πρόβλημα στο Βερολίνο, καθώς και στο κρατίδιο της Σαξονίας, επισημαίνει ο Μάιντινγκερ.
Αλλά και το συνδικάτο των εκπαιδευτικών GEW κάνει λόγο για «δραματική κατάσταση», ιδιαίτερα στα δημοτικά σχολεία της Γερμανίας. Πού οφείλονται όλα αυτά;
Εκπρόσωπος του συνδικάτου περιγράφει μία εκπαίδευση δύο ταχυτήτων καθώς, όπως υποστηρίζει, οι εκπαιδευτικοί με καλή κατάρτιση επιδιώκουν να εργαστούν σε συγκεκριμένα σχολεία με καλή φήμη, ενώ την ίδια στιγμή άλλα σχολεία σε υποβαθμισμένες περιοχές αντιμετωπίζουν τεράστιες ελλείψεις προσωπικού.
Επιπλέον, υποστηρίζει, πολλοί εκπαιδευτικοί παραιτούνται μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, γιατί δεν αντέχουν την ένταση του επαγγέλματος.
Μη ελκυστικό το επάγγελμα του εκπαιδευτικού
Ο Κλάους Κλεμ, ειδικός ερευνητής για εκπαιδευτικά θέματα, επισημαίνει στο Καθολικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΚΝΑ), ότι το λειτούργημα του εκπαιδευτικού αποφέρει τόσο ισχνό εισόδημα, ιδιαίτερα σε δημοτικά σχολεία και επαγγελματικά λύκεια, ώστε το αποφεύγουν πλέον πολλοί νέοι άνθρωποι.
Σε μία προσπάθεια να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, ο υπουργός Παιδείας στο κρατίδιο της Θουριγγίας, Χέλμουτ Χόλτερ, προτείνει να εξομοιωθούν οι μισθοί των εκπαιδευτικών- αλλά όχι βέβαια προς τα κάτω- σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Και αυτό γιατί, όπως επισημαίνει, «το να διδάσκει κανείς σε παιδιά ηλικίας 6-10 ετών συνεπάγεται μία ευθύνη εξίσου μεγάλη με τη διδασκαλία σε εφήβους 16-18 ετών».
Επιπλέον, ο Χόλτερ προτείνει ένα πιο ευέλικτο σύστημα απασχόλησης, σύμφωνα με το οποίο ένας εκπαιδευτικός θα μπορούσε να αποσπαστεί από γυμνάσιο ή λύκειο σε ένα επαγγελματικό λύκειο για περιορισμένο χρονικό διάστημα.
Στη Γερμανία η παιδεία αποτελεί αρμοδιότητα των τοπικών κρατιδίων.
Έτσι, κάθε τοπική κυβέρνηση επιλέγει όποια λύση θεωρεί πρόσφορη: Η Βαυαρία αυξάνει τον αριθμό των σπουδαστών για παιδαγωγικά επαγγέλματα, η Σαξονία προσφέρει επίδομα 1.000 ευρώ μηνιαίως σε νέους δασκάλους, το Βρανδεμβούργο επιτρέπει, κατ’ εξαίρεση, σε συνταξιούχους εκπαιδευτικούς να συνεχίζουν να εργάζονται αν παραστεί ανάγκη.
Στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία, το πολυπληθέστερο κρατίδιο της Γερμανίας, ο ένας στους εννέα δασκάλους προέρχεται πλέον από διαφορετικό γνωστικό αντικείμενο.
Δυσοίωνες οι προβλέψεις
Ο Κλάους Κλεμ εκτιμά ότι το πρόβλημα μάλλον θα επιδεινωθεί στα επόμενα χρόνια.
«Μέχρι το 2025 μόνο τα δημοτικά σχολεία θα έχουν 35.000 κενές θέσεις», υποστηρίζει.
Μία ματιά στα δημογραφικά στοιχεία φαίνεται να επιβεβαιώνει τα συμπεράσματά του: το 2017 γεννήθηκαν στη Γερμανία 792.000 παιδιά, δηλαδή περίπου 100.000 περισσότερα από το 2007.