Με διακριτικές υπομνήσεις οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης επισημαίνουν τις ευθύνες της νέας ιταλικής κυβέρνησης για τη συνοχή της Ευρωζώνης.
«Καλός οιωνός» οι πρώτες δηλώσεις Κόντε, εκτιμά ο Όλαφ Σολτς.
Αν το «ελληνικό ζήτημα» παραπέμπεται στις 21 Ιουνίου για πιο συγκεκριμένες αποφάσεις, το «ιταλικό ζήτημα» δεν μπορεί να περιμένει.
Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης, ιδιαίτερα εκείνοι που προέρχονται από χώρες-θιασώτες της δημοσιονομικής πειθαρχίας, θεωρούν ότι τώρα είναι η στιγμή να υπενθυμίσουν στην υπό διαμόρφωση νέα κυβέρνηση του Τζουζέπε Κόντε το ειδικό βάρος της Ιταλίας- ιδρυτικής χώρας της ΕΟΚ- για το μέλλον της Ευρωζώνης.
«Η Ιταλία είναι ένας εταίρος αποφασιστικής σημασίας στην Ευρωζώνη και στην Ευρώπη» δηλώνει στις Βρυξέλλες ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Μπρούνο Λεμέρ, επισημαίνοντας το αυτονόητο.
Ακόμη πιο συγκεκριμένος γίνεται ο Ολλανδός ομόλογός του, Βόπκε Χούκστρα, ο οποίος εύχεται δημοσίως στους Ιταλούς «να έχουν μία κυβέρνηση που προωθεί την ανάπτυξη, υλοποιεί μεταρρυθμίσεις και σέβεται τη δημοσιονομική πειθαρχία».
Την Τετάρτη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε καλέσει την Ιταλία να επιδείξει μία «αξιόπιστη» πολιτική.
Εγκρατής, αλλά και αισιόδοξος, φάνηκε ο νέος υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Όλαφ Σολτς στο τελευταίο Γιούρογκρουπ, χαρακτηρίζοντας «πολύ καλό οιωνό» την πρώτη τοποθέτηση του νέου Ιταλού πρωθυπουργού Τζουζέπε Κόντε.
Σε μία μάλλον αινιγματική δήλωση ο επικεφαλής του ετερόκλητου συνασπισμού ανάμεσα στην ακροδεξιά Λέγκα και το λαϊκιστικό κίνημα των Πέντε Αστέρων είχε δηλώσει ότι είναι ανοιχτός σε συνομιλίες με τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, επισημαίνοντας ωστόσο παράλληλα ότι αποστολή του είναι να εκπροσωπεί τα συμφέροντα της Ιταλίας.
Κατά τον Σολτς πρόκειται για μία «φιλοευρωπαϊκή προσέγγιση», με την υποσημείωση ωστόσο ότι «το μέλλον κάθε χώρας εξαρτάται από την υλοποίηση μίας σοβαρής πολιτικής».
Ανεβαίνουν πάλι τα σπρεντ
Η προέλαση των ευρω-σκεπτικιστικών κομμάτων ανεβάζει και πάλι τα ιταλικά σπρεντ στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 14 μηνών.
Μαζί τους ανεβαίνει η εκτίμηση κινδύνου και για άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, αναφέρεται σε ανταπόκριση του πρακτορείου Reuters από τη Φρανκφούρτη. Ωστόσο οι περισσότεροι αναλυτές εμφανίζονται καθησυχαστικοί.
«Και η νέα ιταλική κυβέρνηση θα συνειδητοποιήσει ότι η καθημερινότητα της πολιτικής δεν θα της επιτρέψει να υλοποιήσει όλα όσα φαντάζεται και απαιτεί» δηλώνει ο Τόμας Μέτσγκερ, στέλεχος private banking της τράπεζας Bauer.
«Το πιο πιθανό», υποστηρίζει, «είναι ότι διατυπώνει μαξιμαλιστικές απαιτήσεις, προκειμένου να επιτύχει μικρές νίκες».
Από την πλευρά του ο Γενς Κράμερ, οικονομολόγος της τράπεζας Norddeutsche Landesbank, επισημαίνει ότι «η νέα ιταλική κυβέρνηση παίζει με τη φωτιά, αλλά από τη στιγμή που δεν τίθεται σοβαρά ζήτημα εξόδου από την ΕΕ, το πιθανότερο είναι ότι η δυσπιστία των αγορών θα περιοριστεί τελικά στην Ιταλία».
Κατά τον Κράμερ οι αγορές «είναι πλέον σε θέση να διαφοροποιήσουν την αξιολόγησή τους» και δεν βάζουν όλες τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου στο ίδιο καλάθι.
Άλλωστε η Ισπανία παρουσιάζει πλέον έναν από τους υψηλότερους δείκτες ανάπτυξης στην ΕΕ, ενώ και η Πορτογαλία βρίσκεται σε καλό δρόμο.