Έρανο για να πληρώσει έναν δολοφόνο που θα αναλάβει να σκοτώσει τον Κιμ Γιονγκ Ουν κάνει μια Βορειοκορεάτισσα αποστάτρια, η οποία απέδρασε από πολιτική φυλακή στην πατρίδα της.
Η δρ Λη Έραν ξεκίνησε μια νέα ζωή στη Νότια Κορέα το 1997, τη χρονιά που κατάφερε να ξεφύγει με μύριους κινδύνους και βάσανα από το στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας, όπου επί οκτώ χρόνια υφίστατο ξυλοδαρμούς και πείνα.
Η 53χρονη είναι η πρώτη Βορειοκορεάτισσα που απέκτησε διδακτορικό τίτλο στη Σεούλ, όπου άνοιξε κι ένα εστιατόριο. Έχοντας καταφέρει να σταθεί πλέον στα πόδια της η Λη αποφάσισε να εκδικηθεί για τα βάσανά της το κομμουνιστικό καθεστώς και επικήρυξε τον 33χρονο δικτάτορα υποστηρίζοντας ότι ο κόσμος θα είναι πολύ ασφαλέστερος χωρίς αυτόν.
«Όσο ο Κιμ Γιονγκ Ουν είναι ζωντανός δεν θα είναι εφικτή η παγκόσμια ειρήνη»
Η δρ Λη συγκεντρώνει χρήματα στο εστιατόριό της ελπίζοντας οι δωρεές των πελατών της να δελεάσουν κάποιον από τον κύκλο εμπίστων του Κιμ Γιονγκ Ουν ώστε να τον δολοφονήσει.
«Όσο ο Κιμ Γιονγκ Ουν είναι ζωντανός δεν θα είναι εφικτή η παγκόσμια ειρήνη», λέει η Βορειοκορεάτισσα, που τιμήθηκε το 2010 από την αμερικανική κυβέρνηση με βραβείο θάρρους.
«Πιστεύω ότι θα πρέπει να επικρατήσει στη Βόρεια Κορέα η δημοκρατία και να εξαλειφθεί ο Κιμ Γιονγκ Ουν. Κι ο καλύτερος τρόπος για να επιτευχθεί αυτό είναι να τον δολοφονήσουν.
Φυσικά, λόγω της κλειστής κοινωνίας στη χώρα αυτό θα είναι δύσκολο. Έτσι αποφάσισα να ξεκινήσω μια έναν έρανο για να πληρώσω όποιον θα μπορέσει να τον σκοτώσει. Ίσως αυτό να αποδεχθεί κίνητρο για άτομα του περιβάλλοντός του», δήλωσε.
Μέχρι στιγμής έχει συγκεντρώσει κάπου 3.000 δολάρια. Πολλοί από τους πελάτες του Neung-ra Table, όπως λέγεται το εστιατόριό της, στηρίζουν την πρωτοβουλία της, ορισμένοι, ωστόσο, απειλούν ότι θα τη μποϊκοτάρουν.
Τα βάσανα της Λη ξεκίνησαν σε ηλικία δέκα ετών, όταν οι παππούδες της αυτομόλησαν στη Νότια Κορέα και το κομμουνιστικό καθεστώς την εξόρισε μαζί με την οικογένειά της σε ένα στρατόπεδο πολιτικών αντιφρονούντων στην επαρχία Ryangganag. Οι άγριοι ξυλοδαρμοί, τα βασανιστήρια, η ασιτία και η σκληρή καταναγκαστική εργασία άφησαν βαθιά τραύματα στον ψυχισμό της, μάλιστα κάποια στιγμή αποπειράθηκε να βάλει τέλος στη ζωή της.
Η οικογένειά της τα έπαιξε όλα για όλα -ρισκάροντας ακόμη και να σταλεί στο εκτελεστικό απόσπασμα- όταν πέρασε τον ποταμό Αμούρ για να φθάσει στην Κίνα και από εκεί στη Σεούλ.
«Ήμουν δέκα ετών όταν ήρθαν ένα βράδυ, την ώρα που τρώγαμε το δείπνο μας και μας εξόρισαν. Η ζωή στο στρατόπεδο ήταν σκληρή. Κάθε μέρα καταναγκαστική εργασία. Με έδερναν, ήταν φρικτό», λέει η 53χρονη, που αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον άνδρα της στη Βόρεια Κορέα.
“Σκέτη σκλαβιά η ζωή στη Β. Κορέα”
Η ακτιβίστρια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η οποία συναντήθηκε το 2010 με την Μισέλ Ομπάμα και τη Χίλαρι Κλίντον, έμαθε Αγγλικά μέσω ενός προγράμματος στη Σεούλ, που βοηθά τους Βορειοκορεάτες να ενταχθούν στην κοινωνία και να μάθουν την πραγματική ιστορία του τόπου τους και να απαλλαγούν από την πλύση εγκεφάλου, που υπέστησαν από τον μηχανισμό προπαγάνδας του κομμουνιστικού καθεστώτος.
Στο εστιατόριό της προσλαμβάνει μόνον συμπατριώτισσές της που αυτομόλησαν στη Νότια Κορέα και της διδάσκει την άλλη πλευρά της ζωής σε μια καπιταλιστική κοινωνία.
«Η ζωή στη Βόρεια Κορέα ήταν σκέτη σκλαβιά», λέει. «Για να έχουμε ειρήνη στον κόσμο, πρέπει να συνεργαστούμε ανθρώπους που πιστεύουν στην ελευθερία, ώστε να ξεφορτωθούμε το βορειοκορεατικό καθεστώς».