Η εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ΔΠΔ) θα ζητήσει εξουσιοδότηση από τους δικαστές του δικαστηρίου προκειμένου να ξεκινήσει έρευνα για πιθανά εγκλήματα πολέμου που διαπράχθηκαν στο πλαίσιο της ένοπλης σύγκρουσης στο Αφγανιστάν.
«Θα εξηγήσω στους δικαστές ότι υπάρχει μια λογική βάση που επιτρέπει να πιστέψουμε ότι εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας διαπράχθηκαν» στο πλαίσιο της αφγανικής σύγκρουσης, «όταν τους υποβάλω, εν ευθέτω χρόνω, το αίτημά μου για την έναρξη έρευνας», ανέφερε σε δήλωσή της η Φατού Μπενσούντα.
«Έπειτα από προσεκτική προκαταρκτική εξέταση της κατάστασης, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι πληρούνται όλα τα σχετικά νομικά κριτήρια για την έναρξη έρευνας», πρόσθεσε.
Αποκαλύπτοντας στα τέλη του 2016 τα αποτελέσματα μιας μακράς προκαταρκτικής εξέτασης, η εισαγγελέας είχε πει πως υπάρχει «μια λογική βάση που επιτρέπει να πιστέψουμε» πως οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις, η υπηρεσία πληροφοριών CIA, οι ταλιμπάν και οι σύμμαχοί τους, καθώς και οι αφγανικές κυβερνητικές δυνάμεις μπορεί να έχουν διαπράξει εγκλήματα πολέμου.
Από την εξέταση αυτή προκύπτει πως ο αμερικανικός στρατός και η CIA μπορεί να έχουν διαπράξει εγκλήματα πολέμου στο Αφγανιστάν βασανίζοντας κρατούμενους, ιδίως το 2003 και το 2004.
Εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και εγκλήματα πολέμου διαπράχθηκαν επίσης από τους ταλιμπάν και βασανιστήρια διαπράχθηκαν από τις αφγανικές υπηρεσίες πληροφοριών και την αστυνομία.
Το Αφγανιστάν, που δεν έχει επικυρώσει το Καταστατικό της Ρώμης (τη διεθνή συνθήκη του 1998 με βάση την οποία ιδρύθηκε το ΔΠΔ), αναγνώρισε τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου τον Φεβρουάριο του 2003, εξουσιοδοτώντας το να διεξαγάγει έρευνα για εγκλήματα που είχαν διαπραχθεί από τον Μάιο του ίδιου έτους.
Καθώς ούτε οι Ηνωμένες Πολιτείες, επικεφαλής του συνασπισμού που ανέτρεψε το καθεστώς των ταλιμπάν στα τέλη του 2001, έχουν επικυρώσει το Καταστατικό της Ρώμης, δεν είναι πολύ πιθανό αμερικανοί στρατιώτες να αποτελέσουν κάποια ημέρα το αντικείμενο ερευνών.
«Επαφίεται στους δικαστές του προκαταρκτικού σώματος του Δικαστηρίου (…) να προσδιορίσει αν πληρούνται τα νομικά κριτήρια που έχουν τεθεί από το Καταστατικό προκειμένου να δοθεί μία τέτοια εξουσιοδότηση», εξήγησε η Μπενσούντα.