Ιστορική εκλογική επίδοση κατέγραψε στη Γερμανία το εθνικιστικό ακροδεξιό κόμμα AfD (Εναλλακτική για τη Γερμανία), έπειτα από μία προεκλογική εκστρατεία κατά την οποία ριζοσπαστικοποίησε τη ρητορική του.
Το αντι-ισλαμικό και αντι-μεταναστευτικό αυτό κίνημα που ιδρύθηκε πριν μόλις τέσσερα χρόνια συγκέντρωσε 13% έως 13,5% των ψήφων, σύμφωνα με τις προβλέψεις, και ετοιμάζεται να καταλάβει 86 έως 89 έδρες στην κάτω βουλή.
Το AfD απορρίφθηκε από όλες τις άλλες πολιτικές παρατάξεις και χαρακτηρίσθηκε «ντροπή για τη Γερμανία» και κατά συνέπεια δεν υπάρχει καμία περίπτωση να συμμετάσχει σε οποιοδήποτε κυβερνητικό σχήμα.
Ομως μεσοπρόθεσμος στόχος του, όπως τον διατύπωσε η εκ των επικεφαλής του Αλίς Βάιντελ (κεντρική φωτογραφία) είναι από το 2021 να είναι σε θέση να κυβερνήσει.
Η είσοδος του AfD στην Μπούντεσταγκ αποτελεί σημείο καμπής στην μεταπολεμική ιστορία της Γερμανίας.
Διότι σημαίνει ότι «για πρώτη φορά εδώ και 70 χρόνια, ναζί θα λάβουν το λόγο στο κοινοβούλιο», είχε δηλώσει πριν από τις εκλογές ο υπουργός Εξωτερικών και στέλεχος του SPD Ζίγκμαρ Γκάμπριελ.
Η Γερμανία, εξαιτίας του ναζιστικού παρελθόντος της, παρέμεινε για καιρό μία από τις λίγες ευρωπαϊκές χώρες που δεν γνώρισαν την μεγάλη άνοδο εθνικιστικών αντιμεταναστευτικών κομμάτων, όπως έγινε στη Γαλλία, στην Ολλανδία και στην Αυστρία.
Ομως το AfD, παρά τον αδελφοκτόνο πόλεμο ανάμεσα στα ηγετικά του στελέχη, κατόρθωσε να εκμεταλλευθεί τη δυσαρέσκεια που προκάλεσε σε τμήμα της γερμανικής κοινωνίας η είσοδος στη χώρα άνω του ενός μεταμμυρίου αιτούντων άσυλο το 2015 και 2016.
Το AfD είχε καθόλη την προεκλογική εκστρατεία μαζική παρουσία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Το κόμμα χρησιμοποίησε τις υπηρεσίες αμερικανικής διαφημιστικής εταιρείας που είχε κατά το παρελθόν συνεργασθεί με τον Ντόναλντ Τραμπ.
Η Εναλλακτική για τη Γερμανία, τμήμα της οποίας επιδιώκει συνεργασία με το Εθνικό Μέτωπο της Γαλλίας ή το FPO της Αυστρίας τράβηξε στα άκρα την ρητορική της, ακολουθώντας μία στρατηγική αντίθετη με εκείνη της Μαρίν Λεπέν, η οποία προσπάθησε να αποδαιμονοποιήσει το κόμμα της.
Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας ο δεύτερος επικεφαλής της λίστας του κόμματος, ο Αλεξάντερ Γκάουλαντ, κατήγγειλε «τον αυξανόμενο εξισλαμισμό της Γερμανίας».
Πρώην στέλεχος της CDU και ηλικίας 76 ετών, ο Γκάουλαντ δήλωνε ότι το ισλάμ δεν αποτελεί θρησκεία, αλλά πολιτικό δόγμα και ότι η τρομοκρατία βρίσκει τις ρίζες της στο κοράνι.
Οι υποστηρικτές του AfD διέκοπταν συστηματικά τις προεκλογικές συγκεντρώσεις της Μέρκελ με σφυρίγματα και γιουχαΐσματα, κυρίως στην πρώην Ανατολική Γερμανία, όπου οι ψηφοφόροι εξέφρασαν σε μεγάλα ποσοστά τη δυσαρέσκειά τους προς την ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
«Η Δημοκρατία θα αλλάξει», προβλέπει ο πολιτικός επιστήμονας Φάμπιαν Φίρζοφ.
«Στην Μπούντεσταγκ, θα παρακολουθήσουμε σκλήρυνση των φραστικών συγκρούσεων…Τα άλλα κόμματα θα μετακινηθούν λίγο προς τα δεξιά στα θέματα της δημόσιας τάξης και της ασφάλειας».