Δεκαπέντε χρόνια μετά την παραγγελία τους το 2002 και δέκα χρόνια μετά την άφιξη του πρώτου από αυτά στην Αυστρία, τον Ιούλιο του 2007, ο Αυστριακός υπουργός Άμυνας Χανς Πέτερ Ντόσκοτσιλ ανακοίνωσε την Παρασκευή στη Βιέννη το “τέλος” των αμφιλεγόμενων μαχητικών αεροσκαφών Eurofighter και την αντικατάστασή τους με άλλο “εναλλακτικό στόλο αεροσκαφών”.
Όπως ανακοίνωσε ο Χανς Πέτερ Ντόσκοτσιλ, μελλοντικά ο έλεγχος του αυστριακού εναέριου χώρου θα γίνεται από έναν και όχι από δύο στόλους μαχητικών αεροσκαφών όπως συμβαίνει σήμερα, με τον ένα να έχει τα υπερηχητικά Eurofighter και τον άλλο τα συμβατικά Saab-105 τα οποία βρίσκονται σε χρήση στην Αυστρία από το 1970 και το 2020 θα πρέπει να αποσυρθούν για λόγους παλαιότητας.
Το 60% του ελέγχου του αυστριακού εναέριου χώρου γίνεται σήμερα από το στόλο των Eurofighter και το 40% από τον στόλο των Saab-105.
Η ειδική επιτροπή του αυστριακού υπουργείου Άμυνας, σε έκθεσή της συνιστά τη μετάβαση σε “σύστημα μόνον ενός στόλου αεροσκαφών” με 15 μονοθέσια και τρία διθέσια υπερηχητικά μαχητικά αεροσκάφη.
Από τις δύο προτάσεις της επιτροπής, ως προς τα μελλοντικά αεροσκάφη, ο Χανς Πέτερ Ντόσκοτσιλ αποφάσισε την εγκατάλειψη των Eurofihgter και τη μετάβαση σε ένα νέο σύστημα που θα είναι φθηνότερο και αποτελεσματικότερο στη λειτουργία του, που σημαίνει τη σταδιακή αντικατάσταση από το 2020 και μετά των 15 Eurofighter Typhoon της πρώτης γενιάς με νέα αεροσκάφη, των οποίων ο τύπος για την παραγγελία τους θα προσδιοριστεί μέσα στα επόμενα τρία χρόνια.
Η παραγγελία αρχικά 24 Eurofighter είχε γίνει το 2002 από την τότε κυβέρνηση συνασπισμού του συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος του καγκελάριου Βόλφγκανγκ Σιούσελ και του ακροδεξιού εθνικιστικού Κόμματος των Ελευθέρων του Γεργκ Χάιντερ και ένα χρόνο αργότερα η παραγγελία μειώθηκε σε 18 αεροσκάφη, με την αξία τους να φθάνει τα δύο δισεκατομμύρια ευρώ.
Το 2012 ο νέος συνασπισμός Σοσιαλδημοκρατών και Λαϊκού Κόμματος που είχε αναλάβει την διακυβέρνηση της χώρας τον Ιανουάριο του 2007 είχε ζητήσει αναθεώρηση της παραγγελίας υπό το φως των κατηγοριών για δωροδοκίες επί δεξιάς-ακροδεξιάς κυβέρνησης συνασπισμού, ενώ επιτροπή της αυστριακής Βουλής ανέλαβε τη διερεύνηση της υπόθεσης χωρίς να έχει καταλήξει σε αποτέλεσμα.
Εφέτος τον Φεβρουάριο, παράλληλα με την έναρξη του έργου νέας εξεταστικής επιτροπής της Βουλής, ο Σοσιαλδημοκράτης υπουργός Άμυνας Χανς Πέτερ Ντόσκοτσιλ κατηγόρησε τον ευρωπαϊκό αμυντικό κολοσσό Airbus, κατασκευαστή των Eurofighter, για εσκεμμένη παραπλάνηση και απάτη σε σχέση με την αρχική παραγγελία.
Αυτό φέρεται να προξένησε ζημία ύψους 1,1 δισεκατομμυρίων ευρώ στο αυστριακό κράτος, επειδή τα αεροσκάφη είναι πολύ δαπανηρά στη διάρκεια των επιχειρήσεων, κοστίζοντας στη χώρα ετησίως για την λειτουργία τους πάνω από 80 εκατομμύρια ευρώ.
Σύμφωνα με έρευνα από το αυστριακό υπουργείο Άμυνας, η Airbus και ο συνεργαζόμενος όμιλος εταιρειών είχαν χρεώσει άλλο ένα 10% επί της τιμής της αγοράς για τις λεγόμενες “αντισταθμιστικές συμφωνίες”, που περιλαμβάνουν αναθέσεις έργων που γίνονται σε τοπικές επιχειρήσεις και είναι μέρος της αρχικής συμφωνίας, αλλά το κόστος πρέπει να αναφέρεται ξεχωριστά, κάτι που δεν συνέβη με την τότε παραγγελία.
Πρόσφατα, με την αλλαγή στην ηγεσία του συγκυβερνώντος, με τους Σοσιαλδημοκράτες, Λαϊκού Κόμματος και την ανάληψη της αρχηγίας του από τον υπουργό Εξωτερικών Σεμπάστιαν Κουρτς, ο πρόεδρος της εξεταστικής επιτροπής της Βουλής, ο βουλευτής των Πράσινων Πέτερ Πιλτς, προειδοποίησε σαφέστατα το Λαϊκό Κόμμα και τον Σεμπάστιαν Κουρτς, να μην επιδιώξουν, ενόψει των πρόωρων εκλογών της 15ης Οκτωβρίου, να “πνίξουν” την εξεταστική επιτροπή για το “σκάνδαλο των αεροσκαφών Eurofighter”, καθώς σε μια τέτοια περίπτωση θα δημοσιοποιούσε ο ίδιος προσωπικά όλα τα έγγραφα.
Στο σκάνδαλο φέρεται να ενέχεται το Λαϊκό Κόμμα και ο τότε αρχηγός του και καγκελάριος της δεξιάς-ακροδεξιάς κυβέρνησης συνασπισμού (2000-2006) με το Κόμμα των Ελευθέρων του τότε αρχηγού του, Γεργκ Χάιντερ, ο Βόλφγκανγκ Σιούσελ, ο οποίος και κατέθεσε πρόσφατα στην επιτροπή, καθώς βέβαια και το ίδιο το Κόμμα των Ελευθέρων.
Όπως ανέφερε στις δηλώσεις του ο Πέτερ Πιλτς, όποιος στο Λαϊκό Κόμμα θεωρεί τις προειδοποιήσεις του ως απειλή, έχει καταλάβει σωστά, καθώς ο ίδιος έχει στη διάθεση του υπερβολικά πολλά έγγραφα, τα οποία αφορούν και άλλες αγορές στρατιωτικού υλικού, ήδη από την εποχή που ο Βόλφγκανγκ Σιούσελ διατελούσε νωρίτερα υπουργός Οικονομικών, και όλα αυτά θα τεθούν στο τραπέζι.