Το ενδιαφέρον της Βιέννης για καλές οικονομικές σχέσεις με τη Ρωσία τόνισε ο ομοσπονδιακός καγκελάριος της Αυστρίας και αρχηγός των Σοσιαλδημοκρατών, Κρίστιαν Κερν, σε δηλώσεις του, στο περιθώριο του Διεθνούς Οικονομικού Φόρουμ στην Αγία Πετρούπολη, στο οποίο συμμετέχει, ασκώντας ταυτόχρονα, εμμέσως πλην σαφώς, κριτική στις κυρώσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της Μόσχας.
Ενόψει των οικονομικών μειονεκτημάτων εξαιτίας των κυρώσεων της ΕΕ εναντίον της Ρωσίας, η Αυστρία έχει σαφή θέση για τα συμφέροντά της, επισήμανε ο καγκελάριος πριν την αποψινή, από κοινού εμφάνισή του, σε μία δημόσια συζήτηση με τον πρόεδρο της Ρωσικής Ομοσπονδίας Βλαντίμιρ Πούτιν και τις διμερείς συνομιλίες τους.
Σύμφωνα με τον Κερν, εντός του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου υπάρχουν ετερογενή συμφέροντα, αφενός εκείνα των βαλτικών χωρών, της Πολωνίας και της Γερμανίας, και αφετέρου οι θέσεις της Αυστρίας και της Ιταλίας, “ωστόσο επειδή πρέπει να δείχνουμε αλληλεγγύη, είναι σαφές πως, ενόσω δεν υπάρχει πρόοδος στο Μινσκ, ρεαλιστικά δεν θα πρέπει να αναμένουμε διευκολύνσεις σε αυτόν τον τομέα”, και ως φιλοευρωπαϊκή χώρα θα πρέπει κάποιος να αποδέχεται ότι υπάρχουν αποφάσεις από τις οποίες προκύπτουν και μειονεκτήματα.
Όπως επισήμανε ο Αυστριακός καγκελάριος, “οι κυρώσεις και τα ζητήματα άρσης τους, δεν επικεντρώνονται πλέον τόσο πολύ στο θέμα της Κριμαίας, και άρα μπορούμε να θεωρήσουμε πως θα έχουμε αιώνιες κυρώσεις”, καθώς, κατά την άποψη του, δεν υπάρχει κανένας στην ΕΕ που να περιμένει ότι θα υπάρξει ριζική αλλαγή στην Κριμαία.
Τις βαριές συνέπειες που έχουν για την οικονομία και για τις θέσεις εργασίας στο σύνολο της ΕΕ αλλά και στις επί μέρους χώρες-μέλη της, οι κυρώσεις της ΕΕ κατά τις Ρωσίας και ως εκ τούτου και οι “αντικυρώσεις” από την πλευρά της, είχε καταγράψει τον περασμένο Ιανουάριο, έρευνα του έγκυρου Αυστριακού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών σύμφωνα με την οποία μέσα στο 2015 έχουν “καταστραφεί” 400.000 θέσεις εργασίας στην ΕΕ (χωρίς την Κροατία), ενώ το κόστος στην οικονομία της ΕΕ ανήλθε σε 18 δισεκατομμύρια ευρώ.
Στην Αυστρία, η οποία ακολουθεί ιδιαίτερα επιφυλακτική στάση απέναντι στις κοινοτικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας αν και τελικά έχει στηρίξει τις σχετικές αποφάσεις των Βρυξελλών κατά της Μόσχας, ο “οικονομικός πόλεμος” ΕΕ-Ρωσίας φέρεται, σύμφωνα με την ίδια έρευνα, να κόστισε την ίδια χρονιά, 7.000 θέσεις εργασίας και 550 εκατομμύρια ευρώ, ενώ στη Γερμανία, τον σημαντικότερο εμπορικό εταίρο της Αυστρίας, η ζημία από τις κυρώσεις φέρεται να ξεπέρασε τα έξι δισεκατομμύρια ευρώ και σε απώλειες 97.000 θέσεων εργασίας.
Παλαιότερες εκτιμήσεις της Αυστριακής Ένωσης Βιομηχάνων ανέφεραν πως οι επιπτώσεις των οικονομικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας είναι για την Αυστρία, ανάλογα με τον πληθυσμό της, σαφώς βαρύτερες σε σχέση με το μέσο όρο των άλλων χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ταυτόχρονα, το Οικονομικό Επιμελητήριο Αυστρίας είχε προειδοποιήσει πως οι αυστριακές εξαγωγές στη Ρωσία κινδυνεύουν να μειωθούν μετά την επιβολή των κυρώσεων το 2014, ετησίως κατά 20% σε σχέση με το 2013, ενώ ιδιαίτερα αρνητικές είναι οι συνέπειες για τον αυστριακό τουρισμό από τη Ρωσία.
Οι αυστριακές επιχειρήσεις που συναλλάσσονται με τη Ρωσία ανέρχονται σε 1.200 και από αυτές οι 550 έχουν εκεί παραρτήματα, ενώ, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, οι 160 φέρεται να πλήττονται άμεσα από τις κυρώσεις.
Με σχετικό ψήφισμα της, η αυστριακή Βουλή είχε ταχθεί τον Ιούνιο του 2016 υπέρ ενός βαθμιαίου τερματισμού των κυρώσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της Ρωσίας, στηρίζοντας το σχετικό αίτημα που είχαν υποβάλει τότε από κοινού ο καγκελάριος Κρίστιαν Κερν και ο υπουργός Εξωτερικών Σεμπάστιαν Κουρτς, του συγκυβερνώντος συντηρητικού Λαικού Κόμματος.
Το αίτημα, που προέβλεπε μία σταδιακή άρση των κυρώσεων κατά της Ρωσίας ανάλογα με την πρόοδο της ειρηνευτικής διαδικασίας του Μινσκ, είχε υπερψηφιστεί από τα δύο κυβερνητικά κόμματα, Σοσιαλδημοκρατικό και Λαικό, όπως και από το κόμμα των Πράσινων της αντιπολίτευσης, ενώ, από την πλευρά του, το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης, το ακροδεξιό εθνικιστικό Κόμμα των Ελευθέρων, είχε καταθέσει δικό του αίτημα με το οποίο ζητούσε από την αυστριακή κυβέρνηση να απαιτήσει την άρση των οικονομικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας.