Η Ιταλία παρακολουθεί με μεγάλο ενδιαφέρον αλλά και ανησυχία τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, μεταδίδει το Αθηναϊκό Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Η αμερικανική επιδρομή στη Συρία υποστηρίχθηκε από τον Ιταλό πρωθυπουργό Πάολο Τζεντιλόνι, ο οποίος υποστήριξε ότι ήταν «μια βάσιμη απάντηση σε ένα έγκλημα πολέμου».
Είναι όμως σαφές ότι στο εξής, η όλη κατάσταση περιπλέκεται.
Πρώτα απ’ όλα, διότι οι περισσότεροι αναλυτές εκτιμούν πως με τον τρόπο αυτό, οι κίνδυνοι νέων τρομοκρατικών επιθέσεων, στην Ευρώπη, έχουν αυξηθεί.
Το αποδεικνύει η τραγική επίθεση στη Στοκχόλμη: το Ισλαμικό Κράτος προσπαθεί να σπείρει τον τρόμο, για να αποσταθεροποιήσει όλους όσους θεωρεί εχθρούς του.
Η επιδρομή των αμερικανικών δυνάμεων κατά του Άσαντ, σύμφωνα με τον Πάολο Μάγκρι, υπεύθυνο του ινστιτούτου Ispi (Ινστιτούτου Μελετών Διεθνούς Πολιτικής), απομακρύνει την οριστική ήττα του Ισλαμικού Κράτους που θα μπορούσε να επιτευχθεί με την συμμαχία Ηνωμένων Πολιτειών- Ρωσίας.
Είναι σχεδόν περιττό να πούμε ότι τα μέτρα ασφαλείας σε όλες τις ιταλικές πόλεις είναι ύψιστα.
Σε μια εβδομάδα, τόσο οι ορθόδοξοι όσο και οι καθολικοί γιορτάζουν το Πάσχα, και αναμένεται να επισκεφθούν τη Ρώμη πεντακόσιες χιλιάδες τουρίστες και πιστοί.
Σύμφωνα, άλλωστε, με τον χάρτη Risk map 2017, με τον οποίο ο συμβουλευτικός όμιλος επιχειρήσεων Αοn καταγράφει τους κινδύνους τρομοκρατικών επιθέσεων σε όλο τον κόσμο, η Αγία Έδρα συγκαταλέγεται στις 19 χώρες στις οποίες ο σχετικός κίνδυνος έχει αυξηθεί.
Η Ιταλία προσπαθεί, λοιπόν, να αντιμετωπίσει τον αμεσότερο κίνδυνο, εκείνο των μοναχικών ή οργανωμένων επιθέσεων, βασιζόμενη και στην πολύτιμη εμπειρία των τελευταίων δεκαετιών.
Με τη χρήση, δηλαδή, τεχνικών και μεθόδων που βοήθησαν στην εξάρθρωση των Ερυθρών Ταξιαρχιών στη δεκαετία του ΄70 και του ΄80.
Το στοιχείο- κλειδί, στην περίπτωση αυτή, είναι η όσο γίνεται στενότερη παρακολούθηση των υπόπτων, σε όλη την επικράτεια της χώρας.
Ο υπουργός Εσωτερικών Μάρκο Μινίτι, μιλώντας σήμερα στην εφημερίδα Corriere della Sera, τόνισε ότι «οι προληπτικές απελάσεις για λόγους ασφαλείας είναι ένα ιδιαίτερα πολύτιμο μέσο διότι με τον τρόπο αυτό μπορεί να πλήξει, κανείς, τη ριζοσπαστικοποίηση, πριν καταστρωθούν ουσιαστικά τρομοκρατικά σχέδια».
Από την αρχή του χρόνου, οι απελάσεις υπόπτων, από την Ιταλία, ξεπέρασαν τις τριάντα.
Σε ό,τι αφορά την ευρύτερη στρατηγική και στάση της Ευρώπης, η ιταλική κυβέρνηση θεωρεί, πάντως, πως η Ένωση δεν μπορεί να παραμείνει απαθής θεατής, αφήνοντας την όποια πρωτοβουλία, μόνο τα χέρια του Ντόναλντ Τραμπ.
Μια θέση η οποία αναμένεται να γίνει ακόμη σαφέστερη τις ερχόμενες εβδομάδες, όταν ο Ματέο Ρέντσι επανεκλεγεί, όπως όλα δείχνουν, γραμματέας του Δημοκρατικού Κόμματος, της μεγαλύτερης πολιτικής δύναμης που στηρίζει την κυβερνητική συμμαχία με επικεφαλής τον Πάολο Τζεντιλόνι.
Ο Ρέντσι τάσσεται υπέρ της ενίσχυσης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης στο πολιτικό και οικονομικό επίπεδο, αλλά και σε εκείνο της άμυνας, που αποδεικνύεται όλο και βασικότερης σημασίας.
Ο ιταλικός Τύπος, τέλος, αναφέρεται και σε μια άλλη παράμετρο, εκείνη της Τουρκίας και των επιπτώσεων που μπορεί να έχει, στις κινήσεις του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, η νέα, σκληρή, στάση των Ηνωμένων Πολιτειών.
«Ο μήνας του μέλιτος της Άγκυρας με τη Μόσχα, κινδυνεύει να τελειώσει», γράφει σε ανάλυσή της η εφημερίδα La Stampa.
Όλα δείχνουν, σύμφωνα με την εφημερίδα του Τορίνο, ότι για την Τουρκία ήρθε η στιγμή να ξαναρχίσει να χορεύει το βαλς των συμμαχιών, μετά την διακοπή της παραδοσιακής φιλοδυτικής πολιτικής που αποφασίσει ο ίδιος ο Ερντογάν.
Διότι, η κύρια αιτία απομάκρυνσης της Άγκυρας από την Μόσχα, σύμφωνα με την ανάλυση αυτή είναι, ακριβώς, «το μέλλον του Σύρου προέδρου Μπασάρ Αλ Άσαντ».