Πίσω στον Μάιο, όταν μία νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ έμοιαζε με σχεδόν απίθανη, ένας ανώτερος αξιωματούχος της ΕΕ, μέσω του Twitter, προειδοποίησε πριν τη Σύνοδο Κορυφής των G7 για ένα «σενάριο τρόμου».
Όπως θυμάται σε άρθρο του το Reuters, αστειευόμενος ο αξιωματούχος έγραψε αν θα μπορούσαμε να φανταστούμε στις θέσεις του Μπαράκ Ομπάμα, του Φρανσουά Ολάντ, του Ντέιβιντ Κάμερον και του Ματέρο Ρέντσι να βρίσκονται στη συνάντηση των πιο πλούσιων κρατών της επόμενης χρονιάς,ο Τραμπ, η Μαρίν Λεπέν, ο Μπόρις Τζόνσον και ο Μπέπε Γκρίλο.
Ένα μήνα αργότερα, υπενθυμίζει το Reuters, ο επικεφαλής του γραφείου του προέδρου της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ δήλωσε ότι η Βρετανία σόκαρε τον κόσμο ψηφίζοντας να βγει από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ήταν τότε που ο Κάμερον παραιτήθηκε από υπουργός και ο Τζόνσον, ο πρώην πρόεδρος του Λονδίνου που παρακινούσε τους Βρετανούς να ψηφίσουν υπέρ του Brexit, έγινε υπουργός Εξωτερικών.
«Σήμερα», συνεχίζει το Reuters, «με τον θρίαμβο του Τραμπ απέναντι στη Δημοκρατική αντίπαλό του Χίλαρι Κλίντον, το τσουνάμι λαϊκισμού που έμοιαζε εξωπραγματικό λίγους μήνες πριν γίνεται πραγματικότητα, και οι συνέπειες για το πολιτικό τοπίο της Ευρώπης είναι δυνητικά τεράστιες».
Όπως προειδοποιεί, το 2017 οι ψηφοφόροι στην Ολλανδία, τη Γαλλια και τη Γερμανία, αλλά και πιθανότατα και στην Ιταλία και την Βρετανία, θα κληθούν να ψηφίσουν σε εκλογές οι οποίες κινδυνεύουν να επηρεαστούν από τους θριάμβους του Τραμπ και του Brexit, αλλά και τις τοξικε πολιτικές που οδήγησαν αυτές τις εκστρατείες.
Ωστόσο όπως τονίζει, η νίκη του Ντόναλντ Τραμπ την Τετάρτη χαιρετίστηκε από πολλά λαϊκίστικα κόμματα της Ευρώπης που έκαναν λόγο για πλήγμα στο πολιτικό ρεύμα. «Η πολιτική δεν θα είναι ποτέ ξανά η ίδια» δήλωσε ο Geert Wilder του Ολανδικού ακροδεξιού κόμματος τονίζοντας ότι «αυτό που συνέβη στην Αμερική μπορεί να συμβεί στη Ευρώπη και την Ολλανδία επίσης». «Σήμερα οι Ηνωμένε Πολιτείες, αύριο η Γαλλία», τουίταρε από την πλευρά του ο ακροδεξιός Μαρίν Λεπέν.
Όπως εξηγεί η Daniela Schwarzer, διευθύντρια έρευνας στο Γερμανικό Συμβούλιο Εξωτερικής Έρευνας, η τακτική που ακολούθησε ο Ντόναλντ Τραμπ σε συνδυασμό με τα Μέσα, παρέχουν στα λαϊκιστικά ευρωπαϊκά κόμμα που συγκριτικά έχουν επιδείξει μία σχετική συγκράτηση σε μία ήπειρο που ακόμα θυμάται τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. «Τα ταμπού που σπάνε, η έκταση των πολιτικών συγκρούσεων, η επιθετικότητα που έχουμε δει από τον Τραμπ, μπορούν να διευρύνουν το πεδίο εφαρμογής του τι γίνεται νοητό στη δική μας πολιτική κουλτούρα», εξηγεί η Schwarzer.
Στις αρχές του επόμενου μήνα οι Αυστριακοί θα κληθούν να ψηφίσουν στις προεδρικές εκλογές που θα μπορούσαν να κάνουν τον Norbert Hofer του Κόμματος Ελευθερίας τον πρώτο ακροδεξιό αρχηγό κράτους στη Δυτική Ευρώπη από το 1945.
Την ίδια ημέρα, οι Ιταλοί θα κληθούν να ψηφίσουν σε ένα δημοψήφισμα για τη μεταρρύθμιση του Συντάγματος που θα μπορούσε να διαταράξει την πολιτική τάξη στην Ιταλία και να φέρει το αριστερό κόμμα του Γκρίλο πιο κοντά στην εξουσία.
Από την άλλη, τονίζει το Reuters, ακροδεξιοί εθνικιστές έχουν αρχίσει ήδη να κυβερνούν στην Πολωνία και την Ουγγαρία, σημειώνει όμως, «στη δυτική Ευρώπη η πιθανότητα μίας φιγούρας όπως ο Τραμπ να καταλάβει την εξουσία φαίνεται απομακρυσμένη για τώρα».
Όπως εξηγεί, ο λόγος είναι ότι στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες της Ευρώπης, τα παραδοσιακά κόμματα της δεξιάς και της αριστεράς αφήνουν στην άκρη ιστορικές αντιπαλότητες και συνενώνονται για να κρατήσουν εκτός του λαϊκιστές. Σύμφωνα όμως με την επικεφαλής του Citi, το μάθημα που παίρνουμε από το Brexit είναι ότι τα κόμματα δεν χρειάζεται να βρίσκονται στην εξουσία για να διαμορφώσουν την πολιτική συζήτηση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Κόμμα Ανεξαρτησίας στο Ηνωμένο Βασίλειο το οποίο κατέχει μόλις μία έδρα στο Κοινοβούλιο του Westminster.
Αναφερόμενη στο UKIP τονίζει ότι αν και δεν τα πήγε καλά στις τελευταίες εκλογές, η επιρροή του στην Βρετανία ήταν τεράστια. «Καθώς αναδύονται νέες πολιτικές κινήσεις, τα παραδοσιακά κόμματα θα δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να σχηματίζουν συμμαχίες και να στέκονται μαζί», σχολιάζει το άρθρο που συνεχίζει κάνοντας μία αναδρομή στην πολιτική κρίση που πέρασε η Ισπανία, όπου χρειάστηκαν 10 μήνες για να σχηματίσει κυβέρνηση μειοψηφίας ο Μαριάνο Ραχόι (κάτι που σημαίνει ότι θα πρέπει να αγωνιστεί γαι να περάσει νόμους και να εφαρμόσεις μεταρρυθμίσεις).
Ο άλλος κίνδυνος, βρίσκεται στην Ολλανδία όπου το Κόμμα Ελευθερίας του Geert Wilders είναι πολύ κοντά στις δημοσκοπήσεις στο κόμμα του Πρωθυπουργού Mark Rutte ο οποίος μετά τις εκλογές του Μάρτη μπορεί να αναγκαστεί να εξετάσει συνεργασίες με μία σειρά από άλλα μικρά κόμματα.
Η κρίσιμη καμπή
Το Reuters συνεχίζει αναφερόμενο στις προεδρικές εκλογές της Γαλλίας. Όπως σημειώνει οι πιθανότητες να βγει νικήτρια η Μαρίν Λεπέν δεν είναι πολλές καθώς φαβορί θεωρείται το Αλέν Ζιπέ, ένας 71χρονος κεντρώος με τεράστια εμπειρία. «Αλλά σε ένα σημάδι της δύναμης της Λεπέν, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι θα κερδίσει μεγαλύτερη υποστήριξη από οποιοδήποτε άλλο πολιτικό στον πρώτο γύρο των εκλογών.
Ακόμα και αν χάσει τον δεύτερο γύρο, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, η επίδοσή της είναι πιθανό να θεωρηθεί ως ένα σημείο καμπής για της ακροδεξιά της Ευρώπης», προειδοποιεί το Reuters εξηγώντας ότι έτσι η υποψήφια του ακροδεξιού κόμματος της Γαλλίας θα μπορούσε να αποκτήσει μία ισχυρή βάση ώστε να εμποδίζει τις μεταρρυθμίσεις που θέλει να περάσει ο Ζιπέ.
Όσον αφορά στην Γερμανία, οι ψηφοφόροι θα κληθούν το επόμενο φθινόπωρο να μεταβούν στις κάλπες, με το αντιμεταναστευτικό κόμμα AfD να έχει αποκτήσει μεγάλη επιρροή σε εθνικό επίπεδο μέσα σε 3 μόλις χρόνια και την Άνγκελα Μέρκελ και τους συντηρητικούς να έχουν «τιμωρηθεί» στις περιφερειακές εκλογές λόγω της πολιτικής που ακολούθησαν στο προσφυγικό.
Η Μέρκελ θα μπορούσε να ανακοινώσει στις αρχές του επόμενου μήνα ότι σχεδιάζει να θέσει υποψηφιότητα για μια τέταρτη θητεία, και αν το κάνει, οι τρέχουσες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι θα κερδίσει, σημειώνει το άρθρο τονίζοντας ωστόσο ότι δεν βρίσκεται στην ίδια θέση με το παρελθόν και ότι η Γερμανία είναι πλέον πιο διαιρεμένη από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στην μεταπολεμική εποχή. Άλλωστε ακόμη και το συντηρητικό αδελφό κόμμα, η βαυαρική Χριστιανοκοινωνική Ένωση, αρνήθηκε να την υποστηρίξει.