Ο πόλεμος στη Συρία εισέρχεται σε ένα νέο στάδιο, με τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζον Κέρι, να δηλώνει ότι «όποιος πιστεύει πως η κατάσταση στη χώρα δεν μπορεί να γίνει χειρότερη, κάνει θανάσιμο λάθος».
Αν η παραπάνω δήλωση προερχόταν από έναν οποιονδήποτε διπλωμάτη, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «κραυγή απόγνωσης». Όταν όμως η δήλωση αυτή προέρχεται από τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, τότε το θέμα τίθεται πάνω σε διαφορετική βάση.
Ο Τζον Κέρι δεν προβαίνει σε δηλώσεις τυχαία. Η παραπάνω αναφορά περιγράφει με ελάχιστα λόγια την κατάσταση στη Συρία. Μία κατάσταση που έχει επιφέρει το θάνατο σε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους και στον ξεριζωμό εκατομμυρίων, οι οποίοι με τη σειρά τους έχουν προκαλέσει μία άνευ προηγουμένου κατάσταση στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία κινδυνεύει ακόμη και με διάλυση εξαιτίας των γεγονότων που τόσο δραματικά και ραγδαία εξελίσσονται, την ίδια στιγμή που τα τύμπανα του πολέμου ηχούν τόσο καιρό, ώστε να επισημαίνεται από κορυφαίους ηγέτες, όπως η Άνγκελα Μέρκελ και ο Φρανσουά Ολάντ.
“Να παραμείνουν στο έδαφος όλα τα πολεμικά αεροσκάφη που βρίσκονται στη βόρεια Συρία”
Ο Τζον Κέρι μίλησε στο έκτακτο συμβούλιο των Ηνωμένων Εθνών για το συριακό, λέγοντας κατά λέξη: «Όσοι πιστεύουν πως η κρίση στη Συρία δεν μπορεί να γίνει χειρότερη, κάνουν θανάσιμο λάθος». Ζήτησε, δε επιτακτικά, να παραμείνουν στο έδαφος όλα τα πολεμικά αεροσκάφη που βρίσκονται στη βόρεια Συρία, προκειμένου να ολοκληρωθεί η αποστολή της ανθρωπιστικής βοήθειας στις πόλεις, οι κάτοικοι των οποίων κινδυνεύουν άμεσα από βασικές ελλείψεις.
Το κλίμα ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις που διαχειρίζονται την κρίση στην περιοχή, ολοένα και εντείνεται, παρ’ ότι έχουν γίνει προσπάθειες, ιδιαίτερα από τους υπουργούς Εξωτερικών των ΗΠΑ και της Ρωσίας, Τζον Κέρι και Σεργκέι Λαβρόφ αντίστοιχα. Η εμπλοκή και η εισβολή της Τουρκίας ωστόσο, περιέπλεξε ακόμη περισσότερα την κατάσταση, καθώς και οι κοινές επιχειρήσεις του τουρκικού στρατού, με Αμερικανούς των ειδικών δυνάμεων.
Το ζητούμενο σε κάθε περίπτωση, είναι να βρεθεί μία λύση. Οι πολύμηνες διαπραγματεύσεις σε διεθνές επίπεδο δεν έχουν αποδώσει «καρπούς», την ίδια στιγμή που εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν και υποφέρουν και ο κίνδυνος κατάρρευσης-διάλυσης διακρατικών ενώσεων ολοένα και αυξάνεται.