Ο γερμανικός Τύπος σχολιάζει και αναλύει την άτυπη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ την Παρασκευή στην Μπρατισλάβα, όπου οι «27» θα προσπαθήσουν να σκιαγραφήσουν το μέλλον της ΕΕ χωρίς τη Μ. Βρετανία, σύμφωνα με τη Deutsche Welle.
«Οι επικεφαλής των κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ έχουν θέσει φιλόδοξους στόχους για τη Σύνοδο Κορυφής στην Μπρατισλάβα», σημειώνει στη διαδικτυακή της έκδοση η Die Zeit.
Σε ανάλυσή της με τίτλο «Μία σύνοδος ενάντια σε φόβους και δαίμονες», η εβδομαδιαία εφημερίδα επισημαίνει ότι «για πρώτη φορά δεν θα εκπροσωπείται η Μ. Βρετανία» και διερωτάται:
«Ποια θα είναι η συνέχεια για την ΕΕ χωρίς τη Μ. Βρετανία;
»Πώς μπορεί να αποφευχθεί ένα χάος αντίστοιχο του περσινού, όταν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι ήρθαν εδώ διασχίζοντας τα ευρωπαϊκά σύνορα;
»Και πώς μπορεί να ενισχυθεί ξανά η συνοχή των κρατών-μελών με όλες τις διαφορές που υπάρχουν στην προσφυγική κρίση ή και στην κρίση χρέους;
Αυτά είναι μεγάλα ζητήματα στα οποία θα αφοσιωθούν από την Παρασκευή στη Σλοβακία οι επικεφαλής των κρατών και των κυβερνήσεων».
Το δημοσίευμα παρατηρεί ότι «κορυφαίοι πολιτικοί της ΕΕ εναποθέτουν μεγάλες ελπίδες στη σύνοδο της Μπρατισλάβας», αναφέροντας τα ονόματα του προέδρου της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ και του προέδρου του Ευρωκοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς, ο οποίος σχολιάζοντας στο περιοδικό Spiegel τις φωνές που ζητούν επιστροφή στη δομή των εθνικών κρατών θυμάται «δαίμονες» του προηγούμενου αιώνα.
«Δαίμονες που», όπως είπε, «θέσαμε υπό έλεγχο μέσω των ευρωπαϊκών δομών – αν καταστρέψουμε όμως αυτές τις δομές, θα επιστρέψουν και οι δαίμονες. Αυτό δεν μπορούμε να το επιτρέψουμε».
Η Frankfurter Allgemeine Zeitung σχολιάζει τις σημερινές προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η ΕΕ.
«Ορισμένοι είναι ακόμη σοκαρισμένοι από το Brexit, άλλοι δεν θέλουν να υποχωρήσουν άλλο πια μπροστά ‘στη γερμανική επιβολή λιτότητας’ και κάποιοι άλλοι, οι Όρμπαν & ΣΙΑ, θα ήθελαν να κυρήξουν αντεπανάσταση.
»Τα πράγματα κινούνται άτακτα προς όλες τις κατευθύνσεις. Όμως, (…) για να έχει καλό μέλλον η ΕΕ πρέπει όλοι να επιδείξουν τη σχετική βούληση. Και οι λαοί της Ευρώπης πρέπει να αισθάνονται ότι βρίσκονται σε καλά χέρια εντός αυτής της ΕΕ», σχολιάζει η εφημερίδα της Φραγκφούρτης, εκτιμώντας ότι αποτελεί «καθήκον κυρίως της Γερμανίας να οργανώσει με τους υπόλοιπους αυτή την αμοιβαιότητα».
Σχολιάζοντας τη σημερινή Σύνοδο Κορυφής η Berliner Zeitung παρατηρεί:
«Δεν είναι μόνο το Brexit αυτό που τροφοδοτεί τις αμφιβολίες για το μη αναστρέψιμο του ευρωπαϊκού εγχειρήματος.
»Η Ένωση παλεύει με πολλαπλές κρίσεις. Οι επιπτώσεις της χρηματοοικονομικής κρίσης και της κρίσης του ευρώ δεν έχουν ξεπαραστεί ακόμη, στο νότιο τμήμα της ηπείρου εξαπλώνεται μαζική ανεργία.
»Η προσφυγική κρίση δείχνει ότι υπάρχει έλλειμμα αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών-μελών. Η τρομοκρατία απειλεί την ελευθερία της Ευρώπης.
»Στην Πολωνία και την Ουγγαρία υπάρχουν κυβερνήσεις που απορρίπτουν τον πλουραλισμό και τη διάκριση εξουσιών.
»Σχεδόν παντού στην Ευρώπη σημειώνουν άνοδο πολιτικά κινήματα που πολεμούν την ΕΕ και κάνουν κήρυγμα υπέρ του εθνικού στοιχείου».
Σύμφωνα με τον αρθρογράφο, το μεγάλο ερώτημα είναι πώς μπορεί να σταματήσει η ραγδαία απώλεια εμπιστοσύνης των πολιτών προς την ΕΕ.
Αναγκαία είναι πάνω από όλα μια αλλαγή νοοτροπίας στις εθνικές πρωτεύουσες, που λειτουργούν με τρόπο που βολεύει τις ίδιες αλλά παραπλανά τους πολίτες, σχολιάζει το δημοσίευμα και διευκρινίζει:
«Οι επιτυχίες εγγράφονται αυτονόητα στον εθνικό λογαριασμό. Για όλα τα πράγματα που πηγαίνουν στραβά αντιθέτως καθίστανται υπεύθυνα τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα. Και στη Γερμανία διεξάγονται ορισμένες φορές συζητήσεις με τέτοιο τρόπο», υπογραμμίζει.
Η οικονομική εφημερίδα Handelsblatt εστιάζει στο Brexit, επιρρίπτοντας αδιαφορία στην ΕΕ σε ό,τι αφορά το ζήτημα της Μ. Βρετανίας.
Όπως σχολιάζει στο κύριο άρθρο της, «ο χειρότερος φόβος πριν από το δημοψήφισμα για το Brexit δεν ήταν ότι οι Βρετανοί ενδέχεται να ψηφίσουν υπέρ της εξόδου από την ΕΕ. Ο χειρότερος φόβος ήταν η ΕΕ να κάνει στη συνέχεια (σ.σ. μετά το Brexit) ακριβώς ό,τι έκανε μέχρι τότε.
»Σχεδόν τρεις μήνες μετά το δημοψήφισμα το χείριστο σενάριο επιβεβαιώθηκε. Η έξοδος των Βρετανών έχει εξελιχθεί για τις Βρυξέλλες σε ένα διαπραγματευτικό και διοικητικό πρόβλημα…».
Ο αρθρογράφος της Handelsblatt θεωρεί ότι η ΕΕ θα πρέπει να θέσει στον εαυτό της το ερώτημα «τι λάθη έκανε στη σχέση της με τη Μ. Βρετανία. Ίσως να έπρεπε να κάνει και μια έκκληση στη βρετανική κυβέρνηση να σκεφθεί άλλη μια φορά το θέμα της εξόδου».