Ο υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας Φίλιπ Χάμοντ υποστηρίζει την Τερέζα Μέι για να αναλάβει την πρωθυπουργία μετά τον Ντέιβιντ Κάμερον, επειδή κρίνει ότι η νυν υπουργός Εσωτερικών της χώρας διαθέτει τον πραγματισμό που χρειάζεται για να επιτύχει την καλύτερη δυνατή συμφωνία διαζυγίου μεταξύ Βρετανίας και ΕΕ.
Ο Χάμοντ, ο οποίος είχε ταχθεί υπέρ της παραμονής της χώρας του στην ΕΕ, σημείωσε ότι ο επόμενος ηγέτης θα πρέπει να βρει έναν συμβιβασμό ανάμεσα στη συνέχιση της πρόσβασης στην ενιαία αγορά της Ευρώπης, μετά την ψήφο των Βρετανών υπέρ της εξόδου της χώρας από την ΕΕ, και τον περιορισμό στην ελευθερία της μετακίνησης των πολιτών της ΕΕ.
“Η απρόσκοπτη, ελεύθερη μετακίνηση των πολιτών της ΕΕ, όπως έχει λειτουργήσει ως τώρα, δεν βρίσκεται πλέον στο τραπέζι”, σημείωσε ο Χάμοντ σε άρθρο του που δημοσιεύεται στην εφημερίδα The Daily Telegraph.
“Η προτεραιότητά μας θα πρέπει να είναι να διασφαλίσουμε την όσο το δυνατόν καλύτερη πρόσβαση μπορούμε για τις βρετανικές επιχειρήσεις στην ενιαία αγορά αγαθών και υπηρεσιών, αλλά εντός των περιορισμών που επιβάλλει αυτή η πολιτική πραγματικότητα”, σημείωσε.
Είναι το φαβορί
Η Μέι, η οποία είναι η μόνη που εδώ και περισσότερα από 100 χρόνια έχει παραμείνει για τόσο καιρό επικεφαλής του υπουργείου Εσωτερικών, είναι το φαβορί για τη διαδοχή του Κάμερον, ο οποίος ανακοίνωσε ότι θα παραιτηθεί όταν έγιναν γνωστά τα αποτελέσματα του βρετανικού δημοψηφίσματος.
Οι κοντινότεροι αντίπαλοι της Μέι στη μάχη για την πρωθυπουργία είναι οι υποστηρικτές της αποχώρησης από την ΕΕ Αντρέα Λίντσομ και Μάικλ Γκόουβ. Αύριο οι βουλευτές των Συντηρητικών θα έχουν τον πρώτο γύρο της ψηφοφορίας.
“Για να επιτευχθεί η καλύτερη δυνατή συμφωνία θα χρειαστεί ένα σταθερό χέρι, ατσάλινα νεύρα και σωστή κρίση”, σημείωσε ο Χάμοντ.
“Η συμφωνία που θα επιτύχουμε και μαζί με αυτήν το οικονομικό μέλλον της Βρετανίας, θα εξαρτηθούν από το αν ο επόμενος πρωθυπουργός μας έχει αυτές τις ιδιότητες”.
“Γι’αυτό υποστηρίζω την Τερέζα Μέι ως τον άνθρωπο που έχει τα καλύτερα εφόδια για να προστατεύσει τα συμφέροντα του έθνους μας σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς”, καταλήγει ο Χάμοντ.