Η Άνγκελα Μέρκελ δεν έδειξε διάθεση να ασκήσει πιέσεις στη Μ. Βρετανία προκειμένου να επισπεύσει τη διαδικασία εξόδου από την ΕΕ υλοποιώντας το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 23ης Ιουνίου.
«Για να είμαι ειλικρινής, δεν θα πρέπει να κρατήσει αιωνίως. Αλλά δεν θα κατέβαλα και εξουθενωτικές προσπάθειες προκειμένου να γίνει σε μικρό χρονικό διάστημα», δήλωσε χαρακτηριστικά η γερμανίδα καγκελάριος στο πλαίσιο συνέντευξης τύπου μετά το πέρας διαβουλεύσεων ανάμεσα στις κοινοβουλευτικές ομάδες Χριστιανοδημοκρατών και Χριστιανοκοινωνιστών στο Πότσνταμ.
Η Γερμανίδα καγκελάριος υπογράμμισε την αναγκαιότητα οι διαπραγματεύσεις με το Λονδίνο να διεξαχθούν με «κατάλληλο και ουσιαστικό τρόπο», δεδομένου, όπως είπε, ότι η ΕΕ θα εξακολουθήσει να συνεργάζεται με τη Μ. Βρετανία στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και σε πολυάριθμoυς ακόμη διεθνείς οργανισμούς.
Η Άνγκελα Μέρκελ διατύπωσε την πεποίθηση ότι πρόθεση της Μ. Βρετανίας είναι να εφαρμόσει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, καθιστώντας παράλληλα σαφές ότι «όσο η Μ. Βρετανία δεν έχει υποβάλει αυτή την αίτηση (σ.σ. για έξοδο από την ΕΕ στη βάση του άρθρου 50) και δεν είναι έτοιμη η συμφωνία, η Μ. Βρετανία παραμένει πλήρες μέλος της ΕΕ με όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις».
Όπως διευκρίνισε η γερμανίδα καγκελάριος, «συζήτησα γι’ αυτό με τον βρετανό πρωθυπουργό, ο οποίος μου επιβεβαίωσε ότι είναι ακριβώς έτσι».
Γαλλογερμανική πρόταση για «ευέλικτη» ΕΕ
Μήνυμα ενότητας μετά το Brexit επιχείρησαν να στείλουν από το Βερολίνο οι υπουργοί Εξωτερικών Γερμανίας, Γαλλίας, Ιταλίας, Ολλανδίας, Λουξεμβούργου και Βελγίου, των έξι ιδρυτικών μελών της ΕΟΚ το 1957.
Οι έξι υπουργοί συζήτησαν για τις συνέπειες του βρετανικού δημοψηφίσματος. Κοινό αίτημα ήταν να ξεκινήσουν το ταχύτερο δυνατό οι διαπραγματεύσεις για την έξοδο της Μ. Βρετανίας από την ΕΕ προκειμένου να μη μεσολαβήσει μεγάλη περίοδος αβεβαιότητας.
Η συνάντηση αυτή συνιστά μια προσπάθεια του γερμανού υπουργού Εξωτερικών Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ και του γάλλου ομολόγου του Ζαν-Μαρκ Ερό να συμβάλουν από νωρίς στη συζήτηση που έχει ξεσπάσει για τον μελλοντικό χαρακτήρα της ΕΕ, αλλά και για το πως μπορεί να διατηρηθεί η συνοχή της.
Στο πλαίσιο αυτό κατέθεσαν στους υπόλοιπους συναδέλφους τους ένα κείμενο με τους προβληματισμούς τους. Κεντρικό σημείο του κειμένου είναι η πρόταση για μια «ευέλικτη» ΕΕ. Οι δύο υπουργοί αναγνωρίζουν ότι υπάρχουν κράτη-μέλη τα οποία δεν θέλουν να συμμετέχουν στη διαδικασία της διαρκώς μεγαλύτερης σύγκλισης της ΕΕ. Όπως προτείνουν, σε αυτές τις χώρες θα πρέπει να δοθούν τα αναγκαία περιθώρια που θα τους επιτρέψουν να μην ακολουθήσουν αυτή την πορεία.
Συμφωνία για τρία κομβικά θέματα
Στο κοινό ανακοινωθέν που δημοσιεύτηκε μετά τη συνάντηση δεν υιοθετείται η πρόταση για «ευέλικτη» ΕΕ. Σε αυτό το κείμενο οι έξι υπουργοί αναγνωρίζουν ότι υπάρχουν «διαφορετικοί βαθμοί φιλοδοξίας» στα κράτη-μέλη αναφορικά με την ευρωπαϊκή σύγκλιση. Ενώ επισημαίνουν ότι «δεν θα πρέπει να υπαναχωρήσουμε πίσω από αυτά που ως τώρα έχουν επιτευχθεί, θα πρέπει να βρεθούν δρόμοι, για να μπορούμε να χειριζόμαστε καλύτερα τα διαφορετικά επίπεδα φιλοδοξίας, έτσι ώστε να εξασφαλίσουμε ότι η Ευρώπη να ανταποκρίνεται καλύτερα στις απαιτήσεις όλων των ευρωπαίων πολιτών».
Όλοι συμφώνησαν πάντως με ένα άλλο βασικό σημείο της πρότασης, ότι βασικά θέματα για το μέλλον της Ευρώπης είναι τρία ζητήματα για τα οποία θα πρέπει να βρεθούν κοινές απαντήσεις: ασφάλεια και αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, ευρωπαϊκή πολιτική ασύλου και μετανάστευσης και αυτό της ανάπτυξης και της απασχόλησης.
Επίσης, οι συμμετέχοντες συμφώνησαν ότι η διαδικασία εξόδου της Μεγάλης Βρετανίας από την ΕΕ θα πρέπει να ξεκινήσει «το συντομότερο δυνατό». Τέλος, αντικρούοντας την κριτική από άλλες χώρες της ΕΕ για τη σύνθεση της ομάδας των ΥΠΕΞ που συναντήθηκαν στη γερμανική πρωτεύουσα, ο κ. Σταϊνμάιερ υποστήριξε ότι δεν πρόκειται για αποκλεισμό άλλων και ότι θα ακολουθήσουν και άλλες συναντήσεις για το θέμα του Brexit, οι οποίες θα έχουν διαφορετική σύνθεση.
ΠΗΓΗ: dw.com