Οι γερμανοκινεζικές κυβερνητικές διαβουλεύσεις που ξεκινούν αύριο Δευτέρα στο Πεκίνο πραγματοποιούνται εν μέσω μιας γενικότερης δυσαρέσκειας των Γερμανών για την «επιθετική», όπως χαρακτηρίζεται, κινεζική οικονομική πολιτική.
Οι αισθητά χαμηλότεροι ρυθμοί ανάπτυξης της κινεζικής οικονομίας προκαλούν ανησυχία και ανασφάλεια. Την ίδια ώρα εντείνεται και η απογοήτευση των γερμανών επιχειρηματιών που δραστηριοποιούνται στην Κίνα.
Σχεδόν τρεις στις τέσσερις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις δεν αισθάνονται πλέον τόσο ευπρόσδεκτες στην ασιατική χώρα όσο πριν από δέκα χρόνια.
Η γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ που μεταβαίνει σήμερα Κυριακή στο Πεκίνο για τις γερμανοκινεζικές κυβερνητικές διαβουλεύσεις συνοδευόμενη από το μισό υπουργικό της συμβούλιο, μεταφέρει γι΄ αυτόν ακριβώς το λόγο και μια μακρά λίστα παραπόνων της γερμανικής οικονομίας.
Μετά το άνοιγμα των τελευταίων δεκαετιών, η γενικότερη αίσθηση επιχειρηματιών αλλά και διπλωματών σήμερα είναι ότι η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου κινείται «προς τη λάθος κατεύθυνση».
Η επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης, που υποχωρούν στα χαμηλότερα επίπεδα της τελευταίας 25ετίας, οδηγούν το Πεκίνο σε πολιτικές προστατευτισμού, που εκφράζονται στην πράξη με μια σειρά εμποδίων στο δρόμο που οδηγεί στην κινεζική αγορά.
Το Ευρωπαϊκό Εμπορικό Επιμελητήριο κάνει λόγο για ένα «διαρκώς εντεινόμενο εχθρικό κλίμα» για το επιχειρείν. Οι ισχύοντες όροι ανταγωνισμού ευνοούν τις εγχώριες επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα οι ευρωπαϊκές να πλήττονται ακόμη περισσότερο από την ισχνή, για κινεζικά δεδομένα, ανάπτυξη.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, το 41% των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων επαναξιολογούν τη δράση τους στην Κίνα, καθώς πρέπει να προχωρήσουν σε εξοικονόμηση κόστους.
Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις κάνουν μεταξύ άλλων λόγο για πολύπλοκες διαδικασίες αδειοδότησης, επιπρόσθετα γραφειοκρατικά εμπόδια και αυθαίρετη υλοποίηση προδιαγραφών.
Στον αντίποδα η Κίνα προχωρά σε σημαντικές εξαγορές στη Γερμανία και την Ευρώπη προκειμένου να διασφαλίσει σημαντικές τεχνολογίες, όπως κατέδειξε το πρόσφατο παράδειγμα της Kuka. «Η ευρωπαϊκή αγορά παρέμεινε ανοιχτή, αλλά στην Κίνα συναντούμε πλέον μια ολοένα και πιο κλειστή αγορά και έναν εντεινόμενο προστατευτισμό», συνοψίζει ένας διπλωμάτης.
Οι αριθμοί επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές: το 2015 οι ευρωπαϊκές επενδύσεις στην Κίνα μειώθηκαν κατά 9 % στα 9,3 δις ευρώ. Από πέρσι άρχισαν να μειώνονται και οι γερμανικές εξαγωγές προς την Κίνα (-4,14%).
Παρά τις όποιες διαβεβαιώσεις η κινεζική πλευρά δεν έχει παρουσιάσει μέχρι σήμερα μια λίστα, στην οποία να αποσαφηνίζεται σε ποιους τομείς μπορούν να επενδύσουν οι γερμανικές επιχειρήσεις και σε ποιους όχι. Και παρότι το Πεκίνο διατείνεται ότι οι ξένες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Κίνα τυγχάνουν ίσης μεταχείρισης με τις εγχώριες, δεν διακρίνεται καμία βελτίωση.
Αντιθέτως, ολοένα και περισσότερες ξένες επιχειρήσεις κατηγορούν το Πεκίνο για διακρίσεις σε βάρος τους. Την ίδια ώρα αυξάνονται και πάλι τα περιστατικά προσβολής της πνευματικής ιδιοκτησίας. Τελευταίο παράδειγμα ο γερμανικός οίκος μόδας Hugo Boss που έχασε δικαστική διαμάχη με αντίδικο κινέζο ανταγωνιστή ο οποίος λανσάρει κοστούμια υπό την επωνυμία Boss sunwen.
Μολονότι πάντως οι εμπορικές σχέσεις Κίνας και Γερμανίας φαίνεται να βρίσκονται πλέον σε ένα ιδιαίτερα δύσκολο και καθοριστικό για το μέλλον σημείο, ο υπουργός Οικονομίας Ζίγκμαρ Γκάμπριελ δεν συνοδεύει την καγκελάριο Μέρκελ σε αυτό το ταξίδι.
ΠΗΓΗ: dpa, dw.com