Η 22χρονη Τζοάννα Παλανί, η κουρδικής καταγωγής φοιτήτρια από τη Δανία, που εγκατέλειψε την άνετη ζωή της στην Κοπεγχάγη για να πάει στο Ιράκ και στη Συρία να πολεμήσει ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος, καταγγέλλει ότι μετά την επιστροφή της στη Δανία η κυβέρνηση την θεωρεί “απειλή” για το κράτος και δεν μπορεί να βρει ούτε δουλειά.
Η Τζοάννα Παλανί έγινε διάσημη όχι μόνο γιατί βρέθηκε στην πρώτη γραμμή αλλά και γιατί είναι μια εκρηκτική και πολύ ωραία γυναίκα. Όταν πήγε να πολεμήσει ήταν μελαχρινή, τώρα είναι ξανθιά.
Αηδιασμένη από τις βαρβαρότητες των τζιχαντιστών, άφησε τις σπουδές της στις πολιτικές επιστήμες, και έσπευσε στη γη των πατέρων της, στο Κουρδιστάν, να πολεμήσει τους βάρβαρους εισβολείς.
Από τη Δανία ταξίδεψε στο Ιράκ και από εκεί στη συνέχεια πέρασε στη Ροζάβα, στο συριακό Κουρδιστάν.
Η Τζοάννα Παλανί μίλησε στη Daily Mirror Online. Σε ερώτηση του δημοσιογράφου εάν γνωρίζει πόσους τζιχαντιστές σκότωσε, αρνήθηκε να απαντήσει αλλά είπε:
“Εάν μια γυναίκα μπορεί να σκοτωθεί για το τίποτα, μπορεί επίσης να πολεμήσει για τα πάντα. Μια ελεύθερη κοινωνία δεν μπορεί να είναι ποτέ πραγματικά ελεύθερη δίχως την απελευθέρωση των γυναικών”.
Σε άλλη της δήλωση, στο Vice, έχει πει: “Αν και είμαι πολεμίστρια είναι δύσκολο ακόμα και για εμένα να διαβάζω ότι ένα δεκάχρονο κορίτσι πεθαίνει επειδή βιάστηκε”, αναφερόμενη στους βιασμούς ανηλίκων από τους τζιχαντιστές.
Η πιο φρικιαστική στιγμή που βίωσε στη μάχη ήταν όταν στάλθηκε σε ένα χωριό κοντά στην κατεχόμενη Μοσούλη.
Εκεί βρήκαν με τους συμπολεμιστές της ένα κτίριο που το Ισλαμικό Κράτος το χρησιμοποιούσε ως φυλακή νεαρών γυναικών που προόριζε για ερωτικές σκλάβες.
Τα κορίτσια εκείνα ήταν τυχερά, απελευθερώθηκαν από τους Κούρδους. Δεν επέζησαν όμως όλα.
“Όλα τα κορίτσια ήταν κάτω των 16 ετών, κάποια ήταν πολύ μικρότερα. Εκεί γνώρισα ένα κορίτσι που έπρεπε να το μεταφέρω στο νοσοκομείο. Ήταν ένα χριστιανόπουλο μόλις 11 ετών από τη Συρία και πέθανε κρατώντας το χέρι μου. Το παιδί ήταν έγκυος σε δίδυμα. Θυμάμαι τον γιατρό να καταρρέει, να κλαίει πάνω από το άψυχο κορμάκι του και να ξεσπά πάνω σε εμένα και σε έναν συμπολεμιστή μου”.
Κάποια στιγμή επέστρεψε στη Δανία. “Το πρώτο πράγμα που έκανα όταν έφτασα στη Δανία ήταν να αγοράσω ένα χοτ ντογκ και μια μπύρα, νιώθοντας ευγνωμοσύνη που είχα γυρίσει”.
Όπως εξήγησε η απόφασή της να πάει να πολεμήσει ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος πάρθηκε από τη συνείδησή της.
Δεν μπορούσε να μένει άπραγη στα εγκλήματα που συνέβαιναν από το Ισλαμικό Κράτος και έτσι βρέθηκε στην πρώτη γραμμή.
“Ήμουν βέβαιη ότι το Ισλαμικό Κράτος θα χτυπούσε και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Επέλεξα να τους “κανονίσω” εκεί από το να μας “κανονίσουν” εδώ”.
Η οικογένειά της δέχτηκε με ανακούφισή την επιστροφή της στη Δανία. “Ήταν πολύ ευτυχισμένοι. Όταν βρισκόμουν στη Συρία για τόσους μήνες δεν είχα μιλήσει ούτε μια φορά μαζί τους. Αλλά ο πατέρας μου ήταν Πεσμεργκά, το ίδιο και ο παππούς μου, νομίζω ότι κατάλαβαν”.
Από την ημέρα που επέστρεψε στη Δανία το κράτος είναι εχθρικό μαζί της. Της πήρε το διαβατήριο και το δικαίωμα εργασίας επειδή αποφάσισε να πάει στο Ιράκ και να πολεμήσει ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος.
“Δεν μπορώ να βρω δουλειά. Η κυβέρνηση λέει ότι είμαι απειλή για το δανέζικο κράτος. Με στεναχωρεί πολύ ότι αυτοί για τους οποίους θέλησα να δώσω τη ζωή μου με πρόδωσαν”, εννοώντας ότι ο αγώνας της δεν ήταν μόνο για το Κουρδιστάν αλλά και για τη Δύση.
Η Τζοάννα σπουδάζει πολιτικές επιστήμες και φιλοσοφία στην Κοπεγχάγη.