Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος του αμερικανικού think tank Stratfor βρίσκεται η απροσδόκητη απόφαση του Βλαντιμίρ Πούτιν, να αποσύρει η Ρωσία τις δυνάμεις της από τη Συρία.
Όπως αναφέρει σε έκθεσή του το Stratfor, η Ρωσία δημιουργεί και πάλι διεθνείς αναταραξεις με την αποχώρησή της από τη Συρία.
Ο Βλαντιμίρ Πούτιν, ισχυριζόμενος πως ο στρατός του έχει ολοκληρώσει την αποστολή του να πολεμήσει τη διεθνή τρομοκρατία, διέταξε το υπουργείο Άμυνάς του να αρχίσει την απόσυρση των ρωσικών επίγειων δυνάμεων από τη χώρα, αρχής γενομένης από σήμερα 15 Μαρτίου.
Ωστόσο, η κίνηση αυτή δημιουργεί πολλά ερωτήματα για τους πραγματικούς στόχους του Πούτιν και τους στρατηγικού σχεδιασμούς της Ρωσίας.
Η Μόσχα επενέβη στη Συρία για πολλούς λόγους, με μοναδικό δηλωμένο την καταπολέμηση των τζιχαντιστών από το Ισλαμικό Κράτος, πολλοί από τους οποίους είναι Ρώσοι (Τσετσένοι) αλλά και από άλλες πρώην σοβιετικές δημοκρατίες.
Αν και η Ρωσία κατέληξε να επικεντρώνει το μεγαλύτερο μέρος της προσοχής της σε αντάρτες που πολεμούν το καθεστώς στη Συρία, αντί για τους μαχητές του Ισλαμικού Κράτους, ωστόσο κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει πως η Ρωσία πράγματι συνέβαλε στη σοβαρή ζημιά που υπέστησαν οι ισλαμιστές μαχητές τους τελευταίους μήνες.
Καθώς «στοιχειώνεται» από τις αποτυχίες προηγούμενων επεμβάσεών της, η Ρωσία ήθελε επίσης να δείξει στον κόσμο -και ιδιαίτερα στις ΗΠΑ- πως θα μπορούσε επιτυχώς να επιβεβαιώσει τη στρατιωτική και πολιτική της θέση πέραν των συνόρων της. Το Κρεμλίνο ήθελε να ακουστεί. Στις εβδομάδες μετά την πρώτη επέμβαση της Ρωσίας στη Συρία, ο Αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα υποβάθμισε τις ενέργειες της Ρωσίας, λέγοντας πως η Μόσχα ενήργησε από αδυναμία. Έκτοτε, η Ρωσία (μαζί με το Ιράν) έχουν σταθεροποιήσει και ενισχύσει το καθεστώς της Συρίας και τις δυνάμεις που πρόσκεινται σε αυτό. Επιπλέον, η εμπλοκή της στη Συρία, αν και περιορισμένη, έδωσε στη Ρωσία την ευκαιρία να επιδείξει τον ανανεωμένο στρατό της και την ανάκαμψή του από τη μετασοβιετική παρακμή του.
Η Ρωσία δεν εγκαταλείπει τελείως τη Συρία με την απόσυρση των χερσαίων δυνάμεων. Αν και η Μόσχα άφησε να εννοηθεί ότι θα αποσυρθεί η βασική αεροπορική ομάδα της, ωστόσο δεν έχει δώσει κάποια τελική ημερομηνία απόσυρσης και έχει ξεκαθαρίσει ότι θα διατηρήσει την αεροπορική βάση Bassel al Assad κοντά στη Λαττάκεια και τη ναυτική βάση στο λιμάνι της Ταρτούς. Για την ώρα, έχει την πολυτέλεια να το κάνει.
Η Ρωσία μπορεί να αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα, όμως το κόστος των επιχειρήσεων στη Συρία -μερικά εκατομμύρια δολάρια την ημέρα από τον αμυντικό προϋπολογισμό των 50 δισ. δολαρίων- είναι ένα ανεκτό ποσό για μια χώρα που θεωρείται ότι δαπανά από τα υψηλότερα ποσά στον κόσμο στον τομέα της άμυνας (μάλιστα, η εμπλοκή της Ρωσίας στον πόλεμο έχει αποφέρει στην αμυντική βιομηχανία της αρκετά συμβόλαια από ξένους αγοραστές που εντυπωσιάστηκαν από τα νέα ρωσικά όπλα). Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί πως υπάρχουν κάποιοι στη Ρωσία, οι οποίοι, γνωρίζοντας πόσο θα κόστιζε να τιμηθεί μια ανοικτή δέσμευση προς το καθεστώς της Συρίας, πιέζουν την κυβέρνηση να περιορίσει τις επιχειρήσεις της. Ο ρωσικός λαός με ενθουσιασμό στηρίζει τις επιχειρήσεις στη Συρία, αρκεί η σύγκρουση να μη σκοτώσει πολλούς Ρώσους. Δεν θέλουν ένα ακόμα Αφγανιστάν.
Άρα, ο Πούτιν έκανε την ανακοίνωση προκειμένου να αλλάξει την αντίληψη για τη συμπεριφορά της Ρωσίας στη Συρία. Αλλά προς τι; Μήπως η Μόσχα παίρνει θέση για να κανονίσει ένα μεγαλύτερο «παζάρι», όχι μόνο στη Συρία αλλά και αλλού με τη Δύση;
Δεδομένου του χρονισμού της, η ανακοίνωση του Πούτιν φαίνεται να είναι μια προσπάθεια να διαμορφωθεί ο τελευταίος γύρος των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων, που ξεκίνησε χθες στη Γενεύη. Στις διαπραγματεύσεις αυτές, που έχουν χαρακτηριστεί ως τελευταία ευκαιρία για να επιτευχθεί μια ειρηνευτική συμφωνία, αντιπροσωπείες από το καθεστώς της Συρίας και από την αντιπολίτευση συναντώνται με αντιπροσωπείες του ΟΗΕ αυτή την εβδομάδα.
Το καθεστώς της Συρίας υπέβαλε μια πολιτική πρόταση στον ΟΗΕ χθες, ενώ η αντιπροσωπεία της αντιπολίτευσης ζήτησε από τη Ρωσία να χρησιμοποιήσει την επιρροή που έχει στο καθεστώς κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων. Με τη Ρωσία να αποσύρει τις επίγειες δυνάμεις της, η Μόσχα είτε παίρνει θέση ως διαιτητής, είτε θα μπορούσε ήδη να έχει εξασφαλίσει μια συμφωνία με το καθεστώς, την οποία σύντομα θα αποκαλύψει. Όπως και να έχει, το Κρεμλίνο προσπαθεί να συνδέσει το μέλλον του πολέμου στη Συρία με τη μεσολάβησή του, προκειμένου να αποκτήσει «πάτημα» αλλού.
Η Μόσχα θα μπορούσε επίσης να ανασχηματίζει τον ρόλο της στη σύγκρουση, προκειμένου να αλλάξει τις αντιλήψεις πέραν της Συρίας. Ένας άλλος λόγος για τον οποίον η Ρωσία αρχικά επενέβη στην περιοχή ήταν να κερδίσει το πλεονέκτημα έναντι της Δύσης για ένα θέμα πιο βασικό για τη Μόσχα: την Ουκρανία και τις κυρώσεις που έχει επιβάλει η Δύση. Η Μόσχα απέτυχε να χρησιμοποιήσει τη «βαρύτητα» που έχει στη Συρία για να αλλάξει η στήριξη που έχει το Κίεβο από τις ΗΠΑ, ή να αρθούν οι κυρώσεις που έχουν επιβληθεί στη Ρωσία. Το Κρεμλίνο γνωρίζει επίσης πως και οι δύο πλευρές έχουν καθυστερήσει σε ό,τι αφορά στην πρόοδο στις διαπραγματεύσεις του Μινσκ για τις μάχες στην Ουκρανία. Ωστόσο, το προβάδισμα της Ρωσίας, τουλάχιστον στην Ευρώπη, έχει αυξηθεί τους τελευταίους μήνες καθώς οι Σύροι πρόσφυγες συνεχίζουν να εισρέουν μαζικά στην Ευρώπη.
Αν η Ρωσία αλλάξει τις επιχειρήσεις της στη Συρία, θα μπορούσε να επιβραδύνει την προσφυγική ροή. Ωστόσο, η επιλογή αυτή περιπλέκεται από την κατάσταση των σχέσεων Ρωσίας-Τουρκίας. Η Ρωσία θα μπορούσε να ελπίζει ότι όχι μόνο θα αναμορφώσει τις αντιλήψεις σε ό,τι αφορά στη θετική συμβολή της στις διαπραγματεύσεις για τη Συρία, αλλά και σε ό,τι αφορά την προσφυγική/μεταναστευτική κρίση της ΕΕ.
Τους επόμενους μήνες, η Ρωσία θα μπορούσε να προσπαθήσει να αμβλύνει την αρνητική ατμόσφαιρα γύρω από τη χώρα ενόψει της κρίσιμης ψηφοφορίας του Ιουλίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση για την ανανέωση των κυρώσεων. Μετά την πρώτη ύστερα από περισσότερο από έναν χρόνο επίσημη συνάντηση μεταξύ των Ευρωπαίων υπουργών Εξωτερικών για τη ρωσική πολιτική, η Ιταλία και η Ουγγαρία δήλωσαν χθες πως δεν είναι αυτόματη η παράταση των κυρώσεων κατά της Ρωσίας. Για να παραταθούν οι κυρώσεις της ΕΕ απαιτείται ομοφωνία και έτσι η Ρωσία χρειάζεται ένα μόνο μέλος της ΕΕ να απορρίψει τις κυρώσεις –κάτι που δεν κατάφερε να εξασφαλίσει στο παρελθόν.
Η Ρωσία ενορχηστρώνει πολλαπλές στρατηγικές για πολλαπλά αποτελέσματα, και κανένα αποτέλεσμα δεν είναι εγγυημένο. Η μόνη εγγύηση είναι πως η Μόσχα θα συνεχίσει να ελίσσεται σε αυτή τη συνεχώς μεταβαλλόμενη περιοχή του κόσμου.