Οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα δυσκολευτούν να πουλήσουν στους ψηφοφόρους τους σχεδόν όλα τα στοιχεία της συμφωνίας με την Τουρκία για την συγκράτηση της προσφυγικής κρίσης, αναφέρει δημοσίευμα των Financial Times.
Σημειώνουν ότι η βασική ιδέα πίσω από την συμφωνία, ότι οι πρόσφυγες που καταφθάνουν στα ελληνικά νησιά θα επιστρέφουν στην Τουρκία και θα κατανέμονται στην συνέχεια στα κράτη μέλη της Ε.Ε., είναι νομικά αμφιλεγόμενη και προϋποθέτει ότι αρκετές χώρες θα ακολουθήσουν την Γερμανία στην αποδοχή μεγάλου αριθμού προσφύγων.
Η χορήγηση δικαιώματος αυτόματης πρόσβασης στην ζώνη Σένγκεν σε 75 εκατομμύρια Τούρκους θα εξαγριώσει τους ακροδεξιούς σε χώρες που ήδη έχουν μεγάλες τουρκικές κοινότητες και θα διογκώσουν το υφιστάμενο ισχυρό ρεύμα κατά των Μουσουλμάνων. Θα είναι ακόμα πιο δύσκολο να δικαιολογηθεί αν προωθηθεί χωρίς να απαιτηθεί από την Τουρκία να τηρήσει τις συνηθισμένες προϋποθέσεις για την άρση των θεωρήσεων.
Ακόμα χειρότερα, μια συμφωνία που δεν θα είναι διόλου δημοφιλής στους Ευρωπαίους ψηφοφόρους θα δώσει την ίδια στιγμή εκλογική ώθηση στην Ταγίπ Ερντογάν, τον Τούρκο αυταρχικό πρόεδρο, ο οποίος αψηφά τις ευρωπαϊκές αξίες και αναζητά μια ευκαιρία για να περάσει συνταγματικές τροποποιήσεις που θα αυξήσουν τις εξουσίες του. Είναι μια δυσάρεστη συμφωνία με τον κ. Ερντογάν, ο οποίος έχει οξύνει τις εθνικές και θρησκευτικές διαιρέσεις για εκλογικό όφελος και καταστέλλει οποιαδήποτε απόπειρα αντίδρασης.
Αλλά είναι αναγκαία. Η Τουρκία κρατάει τα κλειδιά για την Ευρώπη. Για πέντε χρόνια, έχει σηκώσει μεγάλο βάρος της προσφυγικής κρίσης, με πάνω από 2 εκατομμύρια Σύρους να ζουν σήμερα στην Κωνσταντινούπολη, σε πόλεις στα νοτιοανατολικά ή σε καταυλισμούς κοντά στα σύνορα. Αν η Ε.Ε. είχε κάνει μια σοβαρή προσπάθεια από την αρχή για να βοηθήσει τις χώρες υποδοχής να φιλοξενήσουν και να στηρίξουν τους Σύρους πρόσφυγες, με στόχο να τους κρατήσει στην περιοχή, θα είχε ξοδέψει πάνω από 6 δισ. ευρώ από όσα ζητούσε η Τουρκία.
Αν οι Ευρωπαίοι θέλουν η Τουρκία να δράσει ως ο φρουρός τους, θα πρέπει επίσης να κάνουν πίσω στην χορήγηση θεωρήσεων για Τούρκους. Υπάρχουν πολλοί λόγοι που κάτι τέτοιο δεν δόθηκε στο παρελθόν – κυρίως η άρνηση της Άγκυρας να αναγνωρίσει την κυπριακή κυβέρνηση – αλλά αποτελεί πηγή βαθιάς δυσαρέσκειας, με τους Τούρκους να νιώθουν ότι αντιμετωπίζονται ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας από το μπλοκ στο οποίο θέλουν να ενταχθούν.
Ωστόσο, θα ήταν λάθος να μετατραπεί αυτή η διαπραγμάτευση σε μια ευκαιρία για να προωθηθεί η εδώ και χρόνια παγωμένη αίτηση της Τουρκίας για ένταξη στην Ε.Ε. Πρόκειται για μια ξεχωριστή διαδικασία με μακρά ιστορία στην οποία έχουν κάνει λάθη και οι δύο πλευρές. Το άνοιγμα νέων «κεφαλαίων» στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις, για να ευθυγραμμίσει η Τουρκία την εγχώρια νομοθεσία της με την ευρωπαϊκή, θα έπρεπε να είναι μια τεχνική διαδικασία.
Πολλοί τομείς της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας είχαν μείνει άδικα στον πάγο για χρόνια εξαιτίας των ελληνοτουρκικών ενστάσεων. Αλλά τώρα, όπου οι ευαίσθητες συνομιλίες για την επανένωση της Κύπρου έχουν κάποια πιθανότητα επιτυχίας, δεν είναι ώρα να περιφρονηθούν αυτές οι αντιρρήσεις.
Επιπλέον, θα έστελνε το λάθος μήνυμα για το άνοιγμα περαιτέρω τομέων των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, σε ζητήματα όπως η ρύθμιση των μέσων ενημέρωσης, μόλις λίγες ημέρες αφότου ο κ. Ερντογάν εξέφρασε την περιφρόνηση του για την ελευθερία του λόγου με το κλείσιμο μιας από τις μεγαλύτερες αντιπολιτευτικές εφημερίδες που τον αντιπολιτεύονται.
Αν μπορεί να επιτευχθεί μια συμφωνία για τα βασικά σημεία του συμφώνου που θα εξετάσουν την επόμενη εβδομάδα οι ηγέτες της Ε.Ε., θα ήταν ένα μεγάλο επίτευγμα.