Μια μόνιμη επαναφορά συνοριακών ελέγχων θα είχε αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομική ανάπτυξη και ευημερία της ΕΕ. Έκθεση του Ιδρύματος Bertelsmann κοστολογεί την κατάρρευση της Σένγκεν από 470 δις μέχρι 1,4 τρις ευρώ.
Η επιστροφή της ΕΕ στους συνοριακούς ελέγχους συνεπάγεται υψηλό κόστος για ολόκληρη την ΕΕ, υποστηρίζει έκθεση του γερμανικού Ιδρύματος Bertelsmann που δημοσιεύθηκε την Δευτέρα. Για τη Γερμανία οι συντάκτες της έκθεσης σημειώνουν ότι σε περίπτωση που η τιμή των εισαγομένων προϊόντων αυξηθεί μόλις κατά 1%, η γερμανική οικονομία θα επιβαρυνθεί με τουλάχιστον 77 δις μέχρι το 2025. Για την ΕΕ στο σύνολό της το κόστος στην ίδια χρονική περίοδο υπολογίζεται περί τα 470 δις ευρώ.
Η έκθεση του οικονομικού Ινστιτούτου Prognos AG για λογαριασμό του Ιδρύματος Bertelsmann εξετάζει και ένα πιο απαισιόδοξο σενάριο. Σε περίπτωση που οι τιμές στα εισαγόμενα αυξηθούν κατά 3% τότε το κόστος για την γερμανική οικονομία θα φθάσει τα 235 δις ευρώ, ενώ για την ΕΕ συνολικά στα 1,4 τρισεκατομμύρια ευρώ.
«Στο τέλος οι πολίτες θα πληρώσουν τον λογαριασμό»
Οι αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις μιας κατάρρευσης της ζώνης Σένγκεν σχετίζονται με καθυστερήσεις παράδοσης προϊόντων στον προορισμό τους εντός Ευρώπης, υψηλότερο κόστος προσωπικού, αλλά και αύξηση του κόστους για αποθήκευση προϊόντων, μιας και η άμεση παράδοσή τους θα καταστεί σχεδόν αδύνατη. Το, κατά συνέπεια, αυξημένο κόστος παραγωγής οδηγεί σε αύξηση των τιμών, οι οποίες με τη σειρά τους προκαλούν μείωση της καταναλωτικής ζήτησης.
Όλα αυτά συνεπάγονται, σύμφωνα με την έκθεση, μείωση των επενδύσεων και περιορισμό της παραγωγής. «Αν επιστρέψουμε στους συνοριακούς ελέγχους τότε η ήδη αναιμική ευρωπαϊκή ανάπτυξη θα υποστεί ακόμα μεγαλύτερη πίεση. Στο τέλος οι πολίτες θα πληρώσουν τον λογαριασμό», τόνισε ο πρόεδρος του ιδρύματος Bertelsmann Άαρτ ντε Γκέους στην παρουσίαση της έκθεσης στην πόλη Γκίτερσλο. Μια μόνιμη επαναφορά συνοριακών ελέγχων θα είχε ωστόσο οικονομικές επιπτώσεις και στην αμερικανική και κινέζικη οικονομία, σημειώνεται στην έκθεση.
Επιστροφή συνοριακών ελέγχων λόγω προσφυγικού
Αφορμή για την έκθεση του γερμανικού ιδρύματος ήταν οι ανησυχίες για τις οικονομικές επιπτώσεις μιας ενδεχόμενης κατάρρευσης της ζώνης Σένγκεν λόγω της προσφυγικής κρίσης. Η αδυναμία ανάσχεσης των προσφυγικών ροών έχει αναγκάσει αρκετές ευρωπαϊκές χώρες να επαναφέρουν, για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, τους συνοριακούς ελέγχους.
Η Συνθήκη Σένγκεν υπογράφηκε στις 14 Ιουνίου 1985 στην κωμόπολη Σένγκεν του Λουξεμβούργου, από όπου και το όνομα της. Ιδρυτικά μέλη ήταν πέντε χώρες-μέλη της ΕΕ: Βέλγιο, Γερμανία, Γαλλία, Λουξεμβούργο και Ολλανδία. Η Ελλάδα προσχώρησε στη Συνθήκη το 1997.
ΠΗΓΗ: dw.com