Ιρακινό δικαστήριο καταδίκασε σε θάνατο 40 ανθρώπους για τη σφαγή εκατοντάδων νεοσύλλεκτων του στρατού το 2014 από την τζιχαντιστική οργάνωση Ισλαμικό Κράτος και συμμάχους του κοντά στο Τικρίτ, βόρεια της Βαγδάτης.
Το κακουργιοδικείο της ιρακινής πρωτεύουσας έκρινε ενόχους 40 από τους 47 κατηγορούμενους -είναι όλοι Ιρακινοί υπήκοοι- για τη σφαγή του Σπάικερ, μια από τις χειρότερες φρικαλεότητες που αποδίδονται στο Ισλαμικό Κράτος.
Η σφαγή των συνολικά 1.700 στρατιωτών που έπεσαν στα χέρια των τζιχαντιστών μετατράπηκε σε σύμβολο της βαρβαρότητας από το Ισλαμικό Κράτος και του μίσους που τρέφουν τα μέλη της σουνιτικής εξτρεμιστικής οργάνωσης έναντι της σιιτικής πλειονότητας του ιρακινού πληθυσμού.
Διαπράχθηκε τις πρώτες ημέρες της κεραυνοβόλας επίθεσης ευρείας κλίμακας των τζιχαντιστών στο Ιράκ, τον Ιούνιο του 2014, όταν είχαν καταλάβει τόσο το Τικρίτ όσο και τη Μοσούλη, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας, που έχει μετατραπεί έκτοτε σε προπύργιό τους.
Το δικαστήριο «διέταξε την εκτέλεση των 40» από τους κατηγορούμενους, ενώ άλλοι επτά δόθηκε εντολή «να αφεθούν ελεύθεροι ελλείψει αποδεικτικών στοιχείων», δήλωσε ο εκπρόσωπος της ιρακινής δικαιοσύνης Άμπντελ Σατάρ Μπαϊρακντάρ.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι ποινές αυτές επιβλήθηκαν βάσει του άρθρου 4 του αντιτρομοκρατικού νόμου στο Ιράκ, βάσει του οποίου οποιοδήποτε πρόσωπο διαπράττει, υποκινεί, χρηματοδοτεί ή συνδράμει σε τρομοκρατικές ενέργειες καταδικάζεται στην εσχάτη των ποινών.
«Ορισμένοι από αυτούς σκότωσαν, ενώ άλλοι τους βοήθησαν σε αυτό το έγκλημα», είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο δικαστική πηγή και διευκρίνισε πως οι 40 καταδικασθέντες θα οδηγηθούν στην αγχόνη.
Η σφαγή του Σπάικερ, όπως έγινε γνωστή από το όνομα μιας πρώην αμερικανικής βάσης όπου αιχμαλωτίστηκαν οι στρατιώτες την 11η Ιουνίου 2014, είχε έως και 1.700 νεκρούς.
Οι τζιχαντιστές εκτελούσαν τους νεοσύλλεκτους έναν προς έναν, όπως εξάλλου καταγράφεται στο προπαγανδιστικό υλικό που παρήγαγαν για να ενσταλάξουν τον τρόμο στη σιιτική κοινότητα. Η σφαγή αυτή εξώθησε πολλούς Ιρακινούς να ενταχθούν ως εθελοντές σε σιιτικές παραστρατιωτικές οργανώσεις που πολεμούν ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος.
Ορισμένα από τα πτώματα των νεοσύλλεκτων πετάχτηκαν στον Τίγρη ποταμό, ο οποίος διαπερνά το Τικρίτ, ενώ οι περισσότερες σοροί πετάχτηκαν σε ομαδικούς τάφους από τους δράστες της σφαγής. Ως τώρα, περίπου 600 λείψανα έχουν εντοπιστεί κι εκταφιαστεί από την ιρακινή κυβέρνηση και συμμαχικές δυνάμεις μετά την ανακατάληψη του Τικρίτ, τον Απρίλιο του 2015.
Η οργάνωση προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Διεθνής Αμνηστία κατήγγειλε σήμερα την επιβολή των θανατικών ποινών, επισημαίνοντας ότι η απόφαση αυτή αυξάνει σε 92 τον αριθμό των προσώπων στα οποία έχει επιβληθεί η εσχάτη των ποινών στο Ιράκ από τις αρχές του 2016.
«Η απαγγελία 92 καταδικών σε θάνατο μέσα σε μόλις έξι εβδομάδες είναι πολύ άσχημος δείκτης σε ό,τι αφορά την κατάσταση της δικαιοσύνης στη χώρα» αυτή, υπογράμμισε η ΜΚΟ, που εδρεύει στο Λονδίνο, ενώ πρόσθεσε ότι «στη μεγάλη πλειονότητα τους, οι διαδικασίες ήταν ιδιαίτερα άδικες, ενώ σε πολλές περιπτώσεις» τα πρόσωπα που καταδικάστηκαν «κατήγγειλαν ότι βασανίστηκαν για να “ομολογήσουν” τα εγκλήματά τους».
Τον Ιούλιο του 2015 ιρακινό δικαστήριο είχε καταδικάσει την εσχάτη των ποινών 24 ακόμη πρόσωπα που φέρονταν να ενέχονταν στην ίδια σφαγή. Τότε, η ΜΚΟ Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είχε καταγγείλει την παντελή έλλειψη διαφάνειας των δικών. Τα 24 αυτά πρόσωπα αναμένουν να εκδικαστούν οι εφέσεις τους.
Συνολικά, οι ύποπτοι για την υπόθεση είναι πάνω από 600. Σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστία ο πρόεδρος του Ιράκ Φουάντ Μασούμ, ο οποίος καλείται να επικυρώσει τις θανατικές ποινές ώστε να εκτελεσθούν οι 40 καταδικασθέντες, δέχεται έντονες πιέσεις για αυτό. Η οργάνωση τον έχει καλέσει να κηρύξει μορατόριο στην επιβολή της εσχάτης των ποινών.