Οι Βρυξέλλες ετοιμάζονται να καταργήσουν τον κανόνα που καθιστά την πρώτη χώρα εισόδου ενός πρόσφυγα υπεύθυνη, αναφέρουν οι Financial Times,για την παροχή ασύλου σε αυτόν, αλλάζοντας ριζικά της μεταναστευτική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μετατοπίζοντας το βάρος από τις χώρες του Νότου στις πιο πλούσιες του Βορρά.
Ο κανόνας της πρώτης χώρας εισόδου αποτελεί το βασικό άξονα του μεταναστευτικού συστήματος της Ε.Ε.
Αλλά έχει πλέον καταστεί πολιτικά τοξικός για τους ηγέτες της Ε.Ε., καθώς η Γερμανία και άλλες χώρες κατηγορούν τις συνοριακές χώρες, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία, ότι αποτυγχάνουν να καταγράψουν και να παράσχουν καταφύγιο σε 1,1 εκατ. ανθρώπους που έχουν εισρεύσει στην Ευρώπη από τη Μέση Ανατολή και τη Βόρειο Αφρική.
Αυτή η πολιτική επί της ουσίας καταργήθηκε πέρυσι, όταν η Γερμανία παραιτήθηκε του δικαιώματός της να στείλει εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες που αιτούνταν ασύλου πίσω σε άλλες χώρες της Ε.Ε., αλλά κάλεσε τους απρόθυμους εταίρους της να αναλάβουν τις ευθύνες τους.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει συμπεράνει ότι ο κανόνας, ο οποίος αποτελεί μέρος της συμφωνίας του Δουβλίνου, είναι «παρωχημένος» και «άδικος» και θα καταργηθεί με μία πρόταση που αναμένεται να κατατεθεί το Μάρτιο, σύμφωνα με αξιωματούχους που είναι ενήμεροι για το περιεχόμενό της.
Η κίνηση θα υποχρεώσει ορισμένες χώρες-μέλη της Ε.Ε., όπως η Βρετανία, να δεχτούν πολύ περισσότερους πρόσφυγες, αφού θα είναι πλέον δυσκολότερο να τους στείλουν πίσω στις γειτονικές τους χώρες.
Αυτό θα μπορούσε επίσης να αυξήσει τις πιέσεις στα μέλη της Ε.Ε. να υποστηρίξουν ένα επίσημο σύστημα ποσοστώσεων και κοινών διαδικασιών και δικαιωμάτων ασύλου, προκειμένου να μοιραστεί το βάρος σε όλη την Ένωση.
Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Donald Tusk, προειδοποίησε νωρίτερα σήμερα Τρίτη 19 Ιανουαρίου ότι η Ε.Ε. «έχει λιγότερο από δύο μήνες για να θέσει την κατάσταση υπό έλεγχο», διαφορετικά θα αντιμετωπίσει τις «βαρύτατες συνέπειες».
Αλλάζοντας τους κανόνες για το ποιος είναι υπεύθυνος για τους πρόσφυγες όταν φτάνουν θα αποτελέσει μία σημαντική νίκη για τον Ιταλό πρωθυπουργό, Matteo Renzi, ο οποίος έχει επανειλημμένως τονίσει ότι ο νόμος είναι άδικος και ότι οι υπόλοιπες χώρες-μέλη πρέπει να κάνουν περισσότερα για να βοηθήσουν με την προσφυγική κρίση.
Η αντικατάσταση του κανόνα της «πρώτης χώρας εισόδου» είναι πιθανόν να αποδειχθεί τεχνικά και πολιτικά δύσκολο εγχείρημα.
Οι χώρες στη Βόρεια Ευρώπη, όπως η Μεγάλη Βρετανία, ωφελούνται από το σημερινό status quo, έχοντας τη δυνατότητα να μεταφέρουν γρήγορα εκείνους που ζητούν άσυλο πίσω στις άλλες χώρες-μέλη.
Αν και η Μεγάλη Βρετανία έχει το δικαίωμα εξαίρεσης από τη μεταναστευτική πολιτική της Ε.Ε., έχει επιλέξει να συμμετέχει στη συμφωνία του Δουβλίνου εξαιτίας ακριβώς αυτής της δυνατότητας που της δίνει ο κανόνας.
Στην πράξη, οι υφιστάμενοι κανόνες έχουν «χαλάσει».
Το προηγούμενο φθινόπωρο η Γερμανίδα καγκελάριος Angela Merkel παραιτήθηκε του δικαιώματος της χώρας της να επιστρέφει τους πρόσφυγες από τη Συρία στην πρώτη χώρα εισόδου, προκαλώντας ταυτόχρονα θετικά και αρνητικά σχόλια από τους ομολόγους της ηγέτες της Ε.Ε., προτού ανακρούσει πρύμναν και προκαλέσει χάος για πολλούς μήνες στα σύνορα της Ευρώπης που βρέθηκαν να κλείνουν και να ανοίγουν χωρίς κάποια γενική ευρωπαϊκή στρατηγική.
Οι μεταφορές προς την Ελλάδα έχουν ουσιαστικά σταματήσει από το 2011, αφότου το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αποφάσισε ότι το σύστημα της χώρας για την παροχή ασύλου δεν ήταν ικανό να λειτουργήσει προτού καν ξεκινήσει το σημερινό προσφυγικό κύμα.
Αν και οι κανόνες του Δουβλίνου παρέχουν τη δυνατότητα για ενδοευρωπαϊκές απελάσεις, στην πραγματικότητα ελάχιστες από αυτές τις μεταφορές προχωρούν.
Για παράδειγμα, το 2013 μόλις 16.000 από τις 76.000 μεταφορές για τις οποίες υπήρξε σχετική αίτηση ολοκληρώθηκαν.
Οι συζητήσεις για το ποια θα πρέπει να είναι η διάδοχη κατάσταση στους ισχύοντες κανόνες δεν θα έχουν τελειώσει πριν από το Μάρτιο του 2016, σύμφωνα με αξιωματούχους με γνώση της κατάστασης.
Στις πιθανές λύσεις συμπεριλαμβάνεται ένα μόνιμο σχέδιο επανατοποθέτησης των προσφύγων, το οποίο θα μοιράζει όσους ζητούν άσυλο στην Ε.Ε. μεταξύ των χωρών-μελών με βάση συγκεκριμένα κριτήρια, όπως το ΑΕΠ και τον πληθυσμό κάθε χώρας.
Η μετακίνηση των προσφύγων είναι πολύ πιθανόν να είναι εξαιρετικά δύσκολο να γίνει αποδεκτή από πολλές χώρες-μέλη, οι οποίες έχουν υπάρξει απρόθυμες να εφαρμόσουν ακόμη και πολύ μικρότερα σχέδια για το διαμοιρασμό 160.000 προσφύγων σε όλη την Ε.Ε.
Μέχρι τώρα μόλις 322 πρόσφυγες έχουν μετακινηθεί.