Αυξάνεται ο αριθμός των τζιχαντιστών που εντάσσονται στο Ισλαμικό Κράτος, όπως και των μουτζαχεντίν γενικότερα που ακολουθούν άλλες τζιχαντιστικές οργανώσεις στο Αφγανιστάν.
Η κατάσταση στο Αφγανιστάν είναι τόσο κρίσιμη που ενδέχεται η κυβέρνηση της χώρας να μην είναι σε θέση να αντιμετωπίσει μόνης την απειλή, ανακοίνωσε ο Ρώσος αναπληρωτής υπουργός Άμυνας Ανατόλι Αντόνοφ, προσθέτοντας ότι η Μόσχα θα συνεχίσει να βοηθά την Καμπούλ.
«Αυτή τη στιγμή υπάρχουν έως και 50.000 μαχητές στη χώρα, οργανωμένοι σε πάνω από 4.000 διαφορετικές ομάδες. Η Ρωσία σκοπεύει να συνεχίσει να προσφέρει βοήθεια στην αφγανική κυβέρνηση σε διμερές επίπεδο, αλλά και σε συνεργασία με τους εταίρους της στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO) και τον Οργανισμό Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας (CSTO)», επεσήμανε ο Αντόνοφ μιλώντας σε ένα αμυντικό συνέδριο στο Πεκίνο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του CSTO, στο Αφγανιστάν υπάρχουν περίπου 2.000 με 3.000 τζιχαντιστές μέλη στο Ισλαμικό Κράτος.
Ο Αντόνοφ υπογράμμισε ότι τον τελευταίο καιρό έχει αυξηθεί η δραστηριότητα του Ισλαμικού Κράτους στο Αφγανιστάν και ότι παραμένει αμφίβολη η ικανότητα της Καμπούλ να αντιμετωπίσει μόνη της την απειλή.
Η Ρωσία εξακολουθεί να παρέχει οπλισμό στο Αφγανιστάν και να προσφέρει στρατιωτική εκπαίδευση σε Αφγανούς αξιωματικούς.
Εξάλλου σύμφωνα με τον Ρώσο αναπληρωτή υπουργό, το Ισλαμικό Κράτος σκοπεύει να επεκτείνει τις δραστηριότητές του στην Ευρώπη, τη Ρωσία και την Κεντρική και Νοτιοανατολική Ασία, προειδοποιώντας ότι η τζιχαντιστική οργάνωση θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το Αφγανιστάν ως εφαλτήριο για να στείλει αντάρτες στη βόρεια Κίνα και στα μέλη της Κοινοπολιτείας Ανεξάρτητων Κρατών (CIS).
«Πρόσφατα η δραστηριότητα ομάδων που συνδέονται με το Ισλαμικό Κράτος έχει αυξηθεί σημαντικά στο αφγανικό έδαφος. Το Αφγανιστάν θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από την οργάνωση για την περαιτέρω επέκτασή της στις CIS στην Κεντρική Ασία και την αυτόνομη περιοχή των Ουιγούρων στη (βορειοδυτική) Κίνα», εξήγησε ο Αντόνοφ.
Ο ίδιος υπογράμμισε ότι οι τζιχαντιστές διαθέτουν σταθερές πηγές εσόδων και αξιόπιστο εξοπλισμό και ότι είναι σε θέση να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους στην Ευρώπη.
Παράλληλα ο Αντόνοφ τόνισε ότι η διεθνής κοινότητα δεν θα πρέπει να αγνοήσει το γεγονός ότι κάποιες χώρες παρέχουν υποστήριξη σε τρομοκρατικές ομάδες προς όφελος των δικών τους συμφερόντων.
«Οι τρομοκράτες επιτρέπουν σε τρίτους να τους ελέγχουν μέχρι να ενισχυθούν και τότε ξεφεύγουν από τον έλεγχο», είπε ο Αντόνοφ, φέρνοντας το παράδειγμα της Συρίας, όπου τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους παλαιότερα «πληρώνονταν αδρά από “μαχητές της δημοκρατίας”».