Σύμφωνα με τον καθηγητή Κοινωνιολογίας του αμερικανικού πανεπιστημίου του Περντιού, Φενγκάνγκ Γιάνγκ, η Κίνα μέχρι το 2030 θα είναι η πολυπληθέστερη χριστιανική χώρα με πάνω από 250 εκατομμύρια πιστούς!
Αυτό σημαίνει ότι σε μόλις 16 χρόνια από σήμερα η χώρα του Κομφούκιου είναι πιθανό να έχει περισσότερους χριστιανούς από ό,τι οι ΗΠΑ, η Ρωσία, η Βραζιλία και το Μεξικό.
Ο συγκεκριμένος αριθμός δεν θα προκύψει από το «πουθενά», αλλά θα αποτελέσει την κατάληξη που θα έχει ο σημερινός ρυθμός εξάπλωσης του Χριστιανισμού στην γιγαντιαία ασιατική χώρα, ο οποίος έχει τρομερή απήχηση στα φτωχά, λαϊκά και μεσαία στρώματα κυρίως των βιομηχανικών περιοχών.
Μάλιστα ο κ. Γιανγκ έχει αναλύσει με δεδομένα και στοιχεία τις απόψεις του στο βιβλίο που έχει εκδώσει με την ονομασία «Η θρησκεία στην Κίνα: Επιβίωση και αναγέννηση στο κομμουνιστικό καθεστώς».
Για να αντιληφθεί κάποιος το μέγεθος των αριθμών, το 1949, με την αρχή του κομμουνιστικού καθεστώτος, υπήρχαν μόνο ένα εκατομμύριο χριστιανοί Κινέζοι, ενώ σύμφωνα με υπολογισμούς του 2013, ο αριθμός αυτός εκτιμάται ότι έχει εκτιναχθεί στα 70 εκατομμύρια!
Μάλιστα το αμερικανικό ινστιτούτο PEW υπολόγισε τους Κινέζους Προτεστάντες σε 58 εκατομμύρια, έναντι 40 εκατομμυρίων στη Βραζιλία και 36 εκατομμυρίων στη Ν. Αφρική.
Καθώς όμως ο αριθμός των χριστιανών μειώνεται συνεχώς στις ΗΠΑ, ο καθηγητής Γιανγκ υπολογίζει ότι το 2025 οι Κινέζοι προτεστάντες θα υπερτερούν οριακά των Αμερικανών, με 160 εκατομμύρια έναντι 159!
«Πρωτεύουσα» του κινεζικού Χριστιανισμού θεωρείται η πόλη Λιουσί, 350 χιλιόμετρα νότια της Σαγκάης.
«Το να είσαι ακόλουθος του Ιησού Χριστού σε γεμίζει αυτοπεποίθηση», δήλωσε στον απεσταλμένο της αγγλικής «Telegraph» η 40χρονη Τζιν Χονγκσίν.
«Αν όλοι οι Κινέζοι πίστευαν στον Χριστό δεν θα χρειαζόμασταν αστυνομία. Όλοι θα ήταν καλοί και δεν θα υπήρχε έγκλημα». Πολλοί δείχνουν να συμμερίζονται το νεοφώτιστο ζήλο της.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, οι διαδικτυακές αναζητήσεις για τα λήμματα «Ιησούς» και «Χριστιανική Ενορία» ξεπερνούν τα χτυπήματα «Κομμουνιστικό Κόμμα» και «Σι Τζινπίνγκ» (ο Κινέζος πρόεδρος).
Επίσημα η κομμουνιστική Κίνα παραμένει αθεϊστική χώρα. Όμως οι απηνείς διωγμοί της Πολιτιστικής Επανάστασης (1966-1976) ανήκουν στο παρελθόν και το Σύνταγμα του 1982 επιτρέπει τις «κανονικές θρησκευτικές δραστηριότητες». Με τον όρο αυτό οι Αρχές εννοούν προφανώς τη «νομιμοφροσύνη».
Γι’ αυτό και ο ναός του Λιουσί επιτηρείται από κάμερες (!) ενώ οι ιερείς αποφεύγουν τις «αντιεξουσιαστικές» περικοπές από τη Βίβλο, π.χ. κατά των Ισραηλιτών βασιλέων.
«Ο Μάο πίστευε ότι θα καταφέρει να εξαλείψει τη θρησκεία, αλλά απέτυχε παταγωδώς», αποφάνθηκε ο καθηγητής Γιανγκ.
Αυτό δεν σημαίνει πως ο κομμουνιστικός μηχανισμός δεν επιτηρεί στενά τις χριστιανικές δραστηριότητες, αντιδρώντας συχνά βίαια. Πολλές ενορίες αναγκάζονται να λειτουργούν ημι-παράνομα σε σπίτια, ενώ τον προηγούμενο μήνα ο κυβερνήτης της πόλης Γουενζού προσπάθησε να κατεδαφίσει μια μεγάλη εκκλησία, αλλά απέτυχε χάρις στη δυναμική κινητοποίηση των πιστών.
Στο βαθμό, λοιπόν, που ο Χριστιανισμός συμβάλλει στην πολιτική και κοινωνική σταθερότητα δεν θεωρείται πολιτική απειλή. Το καθεστώς όμως τον αντιμετωπίζει με καχυποψία σαν δυνητικό Δούρειο Ίππο της Δύσης.
«Οι κυβερνώντες μοιάζουν αμήχανοι, αλλά σε αυτή τη φάση είναι υποχρεωμένοι να ανεχθούν την κατάσταση για να μην προκαλέσουν κοινωνικές εντάσεις», υποστηρίζει ο καθηγητής Γιανγκ.
Θεωρεί όμως αναπόφευκτο πως την επόμενη δεκαετία οι χριστιανικές εκκλησίες της Κίνας θα αντιμετωπίσουν την ολοένα αυξανόμενη εχθρότητα της Πολιτείας.