


Ο εκπρόσωπος Τύπου του ΠΑΣΟΚ, Κώστας Τσουκαλάς, επισήμανε ότι ο ΕΟΔΑΣΑΑΜ δεν αποτελεί δικαιοδοτικό όργανο ώστε να αποφανθεί για το αν υπήρξε συγκάλυψη ή όχι, τονίζοντας πως η Δικαιοσύνη είναι η μόνη αρμόδια να επιληφθεί του ζητήματος.
Αναφερόμενος στις πρόσφατες μαζικές κινητοποιήσεις, σημείωσε ότι πρόκειται για συγκεντρώσεις εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών σε όλη τη χώρα και το εξωτερικό, οι οποίες ήταν αυθόρμητες και απαλλαγμένες από κομματικές επιρροές.
Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα, ανέφερε τη Βιέννη, όπου η πρώτη διαμαρτυρία συγκέντρωσε 100 άτομα, ενώ στην επόμενη συμμετείχαν 700.
Οι πολίτες, μέσω αυτών των συγκεντρώσεων, έστειλαν τρία σαφή μηνύματα: δικαιοσύνη, αλήθεια και ασφάλεια.
Υπογράμμισε επίσης ότι οι πολίτες διακήρυξαν την αντίθεσή τους στην απόκλιση της χώρας από την ευρωπαϊκή κανονικότητα, εκφράζοντας την ανησυχία τους για την έλλειψη στοιχειωδών μέτρων ασφαλείας στις μεταφορές.
Ο ίδιος υπενθύμισε ότι το ΠΑΣΟΚ έλαβε το μήνυμα της κοινωνίας και, ως απάντηση, έχει ήδη προχωρήσει σε θεσμικές πρωτοβουλίες.
Ανέφερε ενδεικτικά την προτεινόμενη τροπολογία, σύμφωνα με την οποία οι δικαστικοί λειτουργοί δεν θα μπορούν να διορίζονται σε δημόσιες θέσεις για τέσσερα χρόνια μετά την αφυπηρέτησή τους, ώστε να αποφευχθούν περιπτώσεις ευαλωτότητας του δικαστικού συστήματος.
Παράλληλα, αναφέρθηκε σε ασυνέπειες της κυβέρνησης, υπογραμμίζοντας ότι ο πρωθυπουργός είχε προτείνει το 2018 ένα αντίστοιχο μέτρο για τη μη άμεση τοποθέτηση ανώτατων δικαστικών σε κρατικές θέσεις μετά την αφυπηρέτησή τους, αλλά δεν το εφάρμοσε ως κυβέρνηση.
Αναφορικά με την πρόθεση του ΠΑΣΟΚ να προωθήσει αλλαγές στον τρόπο επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, δήλωσε ότι η επικείμενη συνταγματική αναθεώρηση αποτελεί ευκαιρία για έναν συνολικό επαναπροσδιορισμό της θεσμικής αρχιτεκτονικής.
Επιπλέον, προανήγγειλε ότι το κόμμα θα καταθέσει σύντομα ολοκληρωμένη πρόταση για την ασφάλεια στον σιδηρόδρομο.
Σχολιάζοντας τη στάση της κυβέρνησης απέναντι στις διαδηλώσεις, επεσήμανε ότι, ενώ οι κινητοποιήσεις δεν είχαν κομματικό ή αντικυβερνητικό χαρακτήρα, η ίδια η κυβέρνηση επέλεξε να τις παρουσιάσει ως υποκινούμενες από σκοπιμότητες.
Κατηγόρησε την κυβέρνηση για υιοθέτηση διχαστικής και τοξικής ρητορικής, καθώς και για προσπάθεια δημιουργίας κλίματος φόβου, το οποίο, όπως υποστήριξε, διαψεύστηκε από την ίδια την κοινωνική αντίδραση.
Ερωτηθείς για το εάν το πρόσφατο πόρισμα ανοίγει τον δρόμο για τη διερεύνηση των ευθυνών του πρώην υπουργού Μεταφορών, Κώστα Καραμανλή, ανέφερε ότι περιέχει νέα στοιχεία που συνδέουν άμεσα την καθυστέρηση ολοκλήρωσης της σύμβασης 717 με το σιδηροδρομικό δυστύχημα.
Επικαλέστηκε, μάλιστα, δήλωση στη συνέντευξη Τύπου του ΕΟΔΑΣΑΑΜ, σύμφωνα με την οποία η καθυστέρηση αυτή από την ανώτερη ηγεσία συνέβαλε στο τραγικό συμβάν.
Όσον αφορά την πιθανότητα κατάθεσης πρότασης δυσπιστίας, σημείωσε ότι κάθε βουλευτής θα πρέπει να σταθμίσει τη συνείδησή του απέναντι στη βαρύτητα των περιστάσεων.
Επισήμανε τέσσερα βασικά συμπεράσματα από το πόρισμα: πρώτον, ότι υπήρξαν σοβαρές παραλείψεις πριν από το δυστύχημα, δεύτερον, ότι τα στοιχεία του δυστυχήματος απομακρύνθηκαν με τρόπο που εμπόδισε την πλήρη διερεύνηση της αλήθειας, τρίτον, ότι η κυβέρνηση διέψευδε την ύπαρξη εύφλεκτου υλικού, ενώ αυτό τελικά αποδείχθηκε, και τέταρτον, ότι διαπιστώθηκε σοβαρή έλλειψη κανόνων ασφαλείας και εκπαίδευσης στο προσωπικό του ΟΣΕ.
Σύμφωνα με την εκτίμησή του, τα ευρήματα αυτά καθιστούν την κυβέρνηση αναξιόπιστη, ανεύθυνη και αναποτελεσματική.
Απαντώντας στις κυβερνητικές δηλώσεις ότι το πόρισμα κλείνει το θέμα της συγκάλυψης, υπενθύμισε πως ακόμη και ο πρόεδρος του ΕΟΔΑΣΑΑΜ έχει δηλώσει ότι ο οργανισμός δεν είναι αρμόδιος να κρίνει τέτοια ζητήματα, καθώς μόνο η Δικαιοσύνη μπορεί να αποδώσει ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες.
Επισήμανε, τέλος, την αντίφαση των κυβερνητικών στελεχών, τα οποία, ενώ μέχρι πρότινος κατηγορούσαν το ΠΑΣΟΚ για έλλειψη σεβασμού στη Δικαιοσύνη, τώρα παρουσιάζουν το πόρισμα ως αδιάσειστο τεκμήριο για την υπόθεση.