Διαβάστε σχετικά για Εξοπλιστικά Προγράμματα, Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής (ΗΠΑ), Νίκος Δένδιας, Πολεμική Αεροπορία, Υπουργείο Εθνικής Άμυνας,
Στις αρχές της επόμενης εβδομάδας οι ΗΠΑ αναμένεται να αποστείλουν την επίσημη επιστολή προς τον Έλληνα υπουργό Εθνικής Άμυνας Νίκο Δένδια, ότι αποδέχονται το ελληνικό αίτημα για την πώληση των F-35.
Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες το «Letter of Acceptance» των ΗΠΑ, ενδεχομένως να σταλεί την Δευτέρα στο γραφείο του υπουργού Εθνικής Άμυνας Νίκου Δένδια και εντός 15 ημερών η τελική επίσημη επιστολή σύμφωνα με τις πάγιες διαδικασίες.
Οι 15 μέρες δίνονται τυπικά για τυχόν ενστάσεις του Αμερικανικού Κογκρέσου.
Όμως, κατά τις ίδιες πληροφορίες του in, δεν αναμένεται να αλλάξει κάτι ως προς την απόκτηση των F-35 στην Ελλάδα.
Η αγορά του F-35 του stealth (μειωμένης παρατηρησιμότητας) μαχητικού πέμπτης γενιάς και κυρίως των όπλων που θα φέρει χαρακτηρίζεται απόφαση στρατηγικής σημασίας για την άμυνα της χώρας, καθώς θεωρείται ότι δίνει ένα σημαντικό ποιοτικό πλεονέκτημα εξασφαλίζοντας αεροπορική υπεροχή.
Στη LOA που αναμένει η Αθήνα θα περιλαμβάνονται το κόστος των μαχητικών, η συντήρηση και υποστήριξή τους και η εκπαίδευση των χειριστών.
Κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης που θα ακολουθήσει την απαντητική επιστολή αναμένεται να καθοριστεί και ο τελικός αριθμός των αεροσκαφών που θα αγοράσει η Ελλάδα και αρχικά ίσως είναι 12 αντί για 20, με αρμόδιες πηγές να σημειώνουν πως τα οικονομικά της χώρας είναι συγκεκριμένα και βάσει αυτών θα ληφθούν οι αποφάσεις.
Το κόστος άλλωστε και το γεγονός ότι δεν δινόταν η έγκριση για τα τουρκικά F-16 ήταν οι δύο παράγοντες που έκαναν την Αθήνα να μην πιέζει για την LOA και τη Σουηδία να το εκτιμά.
Υπενθυμίζεται ότι τα F-35 ήταν το μόνο εξοπλιστικό στο οποίο ο Νίκος Δένδιας αναφέρθηκε, πέραν εκείνων που είναι ήδη σε εξέλιξη, κατά την ομιλία του στη Βουλή, παρουσιάζοντάς το ως ειλημμένη απόφαση, εξαιρώντας τα επί της ουσίας από τα υπόλοιπα προγράμματα που συζητούνταν το προηγούμενο διάστημα και πλέον μπαίνουν στη ζυγαριά της προτεραιοποίησης και της επαναξιολόγησης, δεδομένων και των οικονομικών δυνατοτήτων της χώρας, που είναι συγκεκριμένες.