Ο Δημήτρης Λιάκος, πρώην υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, σε συνέντευξη στη Μ. Νικόλτσιου στην ιστοσελίδα Business Daily, μίλησε για την καίρια σημασία του Ταμείου Ανάκαμψης, τις προτάσεις ΣΥΡΙΖΑ για την οικονομία και την ανασυγκρότηση του κόμματος της μείζονος αντιπολίτευσης για να βρεθεί σε τροχιά εξουσίας.
Τη σημασία της ορθής αξιοποίησης των ευρωπαϊκών πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης για να επιτύχει η ελληνική οικονομία τους ποσοτικούς και ποιοτικούς στόχους που έχουν τεθεί υπογράμμισε σε συνέντευξη στο Business Daily ο οικονομολόγος Δημήτρης Λιάκος, στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ και υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργό στην κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα από τον Νοέμβριο του 2016 έως τον Ιούλιο του 2019.
Αναφερόμενος στις προκλήσεις και τις ευκαιρίες που δημιουργεί το Ταμείο Ανάκαμψης για την ελληνική οικονομία, ο κ. Λιάκος τόνισε χαρακτηριστικά ότι εάν οι ευρωπαϊκοί πόροι «απορροφηθούν έγκαιρα και συνδυαστούν με τρόπο στοχευμένο και πολλαπλασιαστικό με τα ιδιωτικά κεφάλαια, θα δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις επίτευξης των οικονομικών/ποσοτικών αλλά και των ποιοτικών στόχων».
Για τις συνδυαστικές συνέπειες στην οικονομία και την κοινωνία από την κρίση της πανδημίας και την έξαρση του πληθωρισμού, ο κ. Λιάκος τόνισε ότι η κυβερνητική πολιτική είναι αποσπασματική και αναποτελεσματική και προκρίνει την υιοθέτηση προτάσεων του ΣΥΡΙΖΑ για την ενίσχυση του εθνικού συστήματος υγείας, την αύξηση του κατώτατου μισθού και τη λήψη μέτρων φορολογικού χαρακτήρα όπως η μείωση του ΕΦΚ στα ενεργειακά προϊόντα.
Με αφορμή την αλλαγή κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής στην Ευρώπη προς το αυστηρότερο, που έχει επηρεάσει τις τελευταίες εβδομάδες και τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων, ο κ. Λιάκος υπογράμμισε ότι «είναι σημαντικός στόχος της οικονομικής πολιτικής η επάνοδος της στην επενδυτική βαθμίδα προκειμένου να μετριασθούν ενδεχόμενες αρνητικές συνέπειες στην αναχρηματοδότηση και τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημόσιου χρέους».
Για την ανασυγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ και την επάνοδό του σε τροχιά εξουσίας, ο κ. Λιάκος τόνισε τη σημασία της προγραμματικής συνδιάσκεψης τον Ιούλιο, όπου θα εγκριθούν οι νέες προγραμματικές θέσεις.
Απάντησε θετικά στο ερώτημα αν υπάρχει στο κόμμα ένα κοινό πολιτικό αφήγημα και στρατηγική, σημειώνοντας ότι οι νέες προγραμματικές θέσεις έχουν εγκριθεί από τη συντριπτική πλειοψηφία των μελών.
Δύο χρόνια πλέον από το ξέσπασμα της πανδημίας, πώς βλέπετε την πορεία της ελληνικής οικονομίας, με δεδομένες τις εξελίξεις και στην Ευρώπη;
Η ελληνική οικονομία είναι σε φάση ανάκαμψης ακολουθώντας πορεία αντίστοιχη με την ευρωπαϊκή οικονομία, μετά τα κυβερνητικά δημοσιονομικά μέτρα ενίσχυσης φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων και την υποστηρικτική στάση της ΕΚΤ.
Θεωρώ ως θετικές τις οικονομικές προοπτικές των επόμενων ετών, εφόσον εκμεταλλευτούμε την ευκαιρία που δίνει η σημαντικότατη εισροή πόρων από την Ευρώπη.
Αναφέρομαι στο Ταμείο Ανάκαμψης & Ανθεκτικότητας και στα ευρωπαϊκά κονδύλια μέσω ΕΣΠΑ.
Αν απορροφηθούν έγκαιρα και συνδυαστούν με τρόπο στοχευμένο και πολλαπλασιαστικό με τα ιδιωτικά κεφάλαια, θα δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις επίτευξης των οικονομικών/ποσοτικών αλλά και των ποιοτικών στόχων.
Στο πρώτο είναι προφανές ότι αναφέρομαι στη δυναμική αύξηση του ΑΕΠ, τη μείωση του δημόσιου χρέους, την αύξηση της απασχόλησης κ.α.
Στους ποιοτικούς στόχους αναφέρομαι στη σταδιακή μεταστροφή του αναπτυξιακού υποδείγματος της χώρας, σε πιο παραγωγικό, με μεγαλύτερη εξωστρέφεια και ανθεκτικότητα.
Θα έλεγα ότι αποτελεί μια μεγάλη πρόκληση, ένα στοίχημα για την επόμενη περίοδο, και ως ευκαιρία δεν πρέπει να χαθεί.
Ωστόσο πέραν της προαναφερόμενης πρόκλησης οφείλουμε να λάβουμε τα κατάλληλα μέτρα για την αντιμετώπιση των έκτακτων συνθηκών που προκαλούν η πανδημία και το κύμα ανατιμήσεων προϊόντων και υπηρεσιών.
Είναι κρίσιμα ζητήματα για την πορεία της οικονομίας και ταυτόχρονα απειλή για το κοινωνικό σύνολο.
Την κυβερνητική ανταπόκριση, έως σήμερα τουλάχιστον, την κρίνω ως αποσπασματική και εντέλει αναποτελεσματική.
Ως ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχουμε καταθέσει ένα συνεκτικό πλέγμα προτάσεων για την αντιμετώπιση των συνεπειών αυτών των δυο παράλληλων κρίσεων, που εκκινούν από την ενίσχυση του εθνικού συστήματος υγείας και την αύξηση του κατώτατου μισθού και καταλήγουν στη λήψη μέτρων φορολογικού χαρακτήρα όπως η μείωση του ΕΦΚ στα ενεργειακά προϊόντα.
Μεγάλη είναι η ανησυχία για τη ραγδαία αύξηση των τιμών στην ενέργεια αλλά και σε πολλά προϊόντα και υπηρεσίες. Η ΕΚΤ μιλά για προσωρινή διαταραχή, ποια είναι η δική σας αίσθηση;
Οι αρχικές προβλέψεις περί παροδικότητας του φαινομένου των πληθωριστικών πιέσεων έχουν πλέον διαφοροποιηθεί.
Ενδεικτικά θα αναφέρω δυο στοιχεία.
Πρώτον, σε πρόσφατη έρευνα μεταξύ 900 CEO αμερικάνικων επιχειρήσεων το 60% πιστεύει ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα έως το μέσον του 2023.
Δεύτερον, οι τιμολογήσεις της αγοράς ομολόγων δείχνουν ότι η FED θα προχωρήσει σε 3-4 αυξήσεις των επιτοκίων κατά τη διάρκεια του έτους.
Η ΕΚΤ σε αυτήν τη φάση τουλάχιστον δεν φαίνεται ότι θα προχωρήσει σε αντίστοιχες κινήσεις κυρίως λόγω της πιο αδύναμης εικόνας της ευρωπαϊκής οικονομίας σε σύγκριση με την αντίστοιχη των ΗΠΑ ή της Κίνας.
Ωστόσο ήδη έλαβε την απόφαση τερματισμού του έκτακτου προγράμματος αγοράς κρατικών χρεογράφων.
Θεωρώ σίγουρη την αύξηση της πίεσης των εκπροσώπων των βορείων ευρωπαϊκών χωρών στο ΔΣ της ΕΚΤ το προσεχές διάστημα για αλλαγή στάσης της κεντρικής τράπεζας εάν η παρατηρούμενη τάση διατηρηθεί.
Να υπογραμμισθεί ότι από την αρχή του έτους παρατηρείται άνοδος των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων, εξαιτίας της αλλαγής των προσδοκιών της αγοράς. Με αφορμή τη συγκεκριμένη εξέλιξη κρίνω ως σημαντικό στόχο της οικονομικής πολιτικής την επάνοδο της ελληνικής οικονομίας στην επενδυτική βαθμίδα προκειμένου να μετριασθούν ενδεχόμενες αρνητικές συνέπειες στην αναχρηματοδότηση και τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημόσιου χρέους.
Το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων εξακολουθεί να ταλαιπωρεί την οικονομία, επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Πώς αξιολογείτε το ζήτημα;
Το πρόβλημα του ιδιωτικού χρέους είναι ιδιαίτερα σοβαρό με πολυεπίπεδες προεκτάσεις, κυρίως κοινωνικές πέραν των όποιων οικονομικών.
Είναι ένα πρόβλημα που έρχεται από το παρελθόν και το οποίο διογκώθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημικής κρίσης.
Το νομικό πλαίσιο που έχει δημιουργηθεί για την λειτουργία των servicers τους δίνει τη δυνατότητα παροχής ευέλικτων λύσεων προς τα φυσικά πρόσωπα και τις επιχειρήσεις προκειμένου να διευθετηθούν οι συσσωρευμένες οφειλές.
Θεωρώ ότι τα όποια περιθώρια πρέπει να εξαντλούνται, ούτως ώστε να προκύπτουν πραγματικά βιώσιμες λύσεις για το σύνολο των εμπλεκόμενων μερών.
Ταυτόχρονα θεωρώ ως κατάλληλο χρόνο την είσοδο των εταιρειών διαχείρισης στην παροχή υπηρεσιών αναχρηματοδότησης μέσω των αναδιαρθρώσεων που θα δώσει την απαιτούμενη ώθηση στην επιχειρηματική δραστηριότητα.
Από την άλλη πλευρά όμως είναι κρίσιμης σημασίας οι σχετικές πολιτικές αποφάσεις και η κατεύθυνση που εκείνες δίνουν.
Εμείς ως ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ καταθέσαμε ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο για τη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους και εντάξαμε στο «οπλοστάσιο» την ιδέα του διαχωρισμού των οφειλών σε δυο κατηγορίες.
Σε εκείνες προ και σε εκείνες κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Όσον αφορά το πανδημικό χρέος πέραν της σημαντικής επιμήκυνσης και της αντίστοιχης κατανομής των μηνιαίων αποπληρωμών προτείνουμε την μείωση του ονομαστικού χρέους με βάση αντικειμενικά κριτήρια.
Για το παλαιότερο χρέος, μέσω της ενοποίησης των θεσμικών εργαλείων, προτάσσουμε ως βέλτιστη λύση την σημαντική χρονική επέκταση της αποπληρωμής και την προστασία της πρώτης κατοικίας.
Στον αντίποδα κυβερνητική προτεραιότητα, όπως αποδεικνύεται από τον ισχύοντα πτωχευτικό νόμο, δίνεται στην ρευστοποίηση των περιουσιών, ενώ για το ευαίσθητο θέμα της πρώτης κατοικίας η μέριμνα αφορά αποκλειστικά τα ιδιαίτερα ευάλωτα νοικοκυριά.
Πώς βλέπετε τον τραπεζικό τομέα στην Ελλάδα; Έχετε εμπειρία και ως στέλεχος τραπεζών αλλά και ως υπουργός αριστερής κυβέρνησης. Τι πρέπει να γίνει για να ανακάμψει, να εξυγιανθεί, να δίνει δάνεια, άλλα και να έχει κέρδη;
Ο τραπεζικός τομέας αφήνει σταδιακά πίσω του τα προβλήματα του παρελθόντος, που αφορούσαν κυρίως τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Το σύνολο των τραπεζικών ιδρυμάτων θα μειώσει τα «κόκκινα» δάνεια σε μονοψήφια ποσοστά, γεγονός που θα στρέψει την επικέντρωση τους στη βασική λειτουργία τους, ως παράγοντες χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας.
Η βελτίωση των οικονομικών συνθηκών, η πρωτόγνωρη σε μέγεθος εισροή ευρωπαϊκών κεφαλαίων, η αύξηση της καταθετικής βάσης μπορούν να δώσουν την απαιτούμενη ώθηση και δυναμική.
Είναι γεγονός ωστόσο ότι ο τραπεζικός τομέας έχει μπροστά του προκλήσεις, όπως η ψηφιοποίηση των παρεχόμενων υπηρεσιών και η ανάληψη του κύριου βάρους για την προώθηση των «πράσινων» επενδύσεων στην ευρωπαϊκή ήπειρο και την παρακολούθηση της εφαρμογής των αναμενόμενων σχετικών οδηγιών και κανονισμών της Ε.Ε.
Στο κρίσιμο ζήτημα της χρηματοδότησης της οικονομίας, κρίνω ως απαραίτητη τη διεύρυνση του ρόλου της Αναπτυξιακής Τράπεζας, ακολουθώντας τα επιτυχημένα παραδείγματα χωρών όπως η Γερμανία, η Γαλλία κ.α.
Μέσω της δημιουργίας ειδικών χρηματοδοτικών προγραμμάτων, με χρήση εθνικών και ευρωπαϊκών πόρων και την επέκταση της συνεργασίας με το τραπεζικό σύστημα μπορούν να περιορισθούν τα χρηματοδοτικά κενά που παρατηρούνται σε κρίσιμους κλάδους και την μικρομεσαία επιχειρηματικότητα και παράλληλα να αυξηθεί σημαντικά η περίμετρος των δυνητικά επιλέξιμων επιχειρήσεων.
Τι πρέπει να κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ για να πείσει και πάλι και να ξαναμπεί σε τροχιά εξουσίας; Υπάρχει η αντίληψη ότι το κόμμα έχει «χάσει» τη μεσαία τάξη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ βρίσκεται σε διαδικασία μετασχηματισμού, μέσω ενός γόνιμου εσωτερικού διαλόγου, ενώ παράλληλα μέσω των εξορμήσεων τόσο του προέδρου, Α. Τσίπρα, όσο και άλλων βουλευτών και στελεχών συνεχίζεται και διατηρείται η αμφίδρομη σχέση με την κοινωνία των πολιτών.
Η πανδημία και ο αναγκαστικός περιορισμός μετακινήσεων και επαφών επηρέασε και επηρεάζει την προσπάθεια.
Ωστόσο οφείλουμε να συνεχίσουμε.
Στα κρίσιμα ζητήματα έχουμε καταθέσει συγκεκριμένες, τεκμηριωμένες προτάσεις – αναφέρθηκα ήδη σε ορισμένες εξ αυτών στα ερωτήματά.
Και να θυμίσω, στο σημείο αυτό, τις ημερίδες που έλαβαν χώρα για θέματα όπως το σύστημα υγείας, το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, η κλιματική αλλαγή, το ιδιωτικό χρέος.
Αρχές Ιουλίου να υπενθυμίσω την προγραμματική συνδιάσκεψη και την έγκριση των βασικών προγραμματικών θέσεων μας, που έλαβαν την αποδοχή της συντριπτικής πλειοψηφίας των μελών μας. Επαρκούν αυτά; Σαφώς και όχι.
Θεωρώ ότι πρέπει να εντατικοποιήσουμε την επικοινωνία με τους πολίτες, να ακούσουμε και να μάθουμε από εκείνους.
Δεύτερον, να επιδεικνύουμε εγρήγορση στα κρίσιμα ζητήματα, όπως αυτά που αναφερθήκαμε για πανδημία και ανατιμήσεις, με συγκεκριμένες προτάσεις οι οποίες αφενός θα δίνουν λύσεις στα προβλήματα και αφετέρου θα ενισχύουν την καθαρότητα της διαφοροποίησης από τις κυβερνητικές αποφάσεις.
Τρίτον, αυτές οι προτάσεις να γίνουν πιο τολμηρές, πιο ρηξικέλευθες.
Σίγουρα ορισμένες θα δυσαρεστήσουν κάποιους, ωστόσο θεωρώ ότι, όταν εμπεριέχουν το βασικό στοιχείο του ορθολογισμού και επιδιώκουν τις προοδευτικές αλλαγές, στο τέλος της ημέρας πείθουν και δημιουργούν τις απαραίτητες πλειοψηφίες.
Τέταρτο στοιχείο είναι η ενσωμάτωση στην ανάλυση και στη λήψη των αποφάσεων της μεγάλης εικόνας των διεθνών τάσεων και γιατί όχι να μην προσπαθήσουμε να τις επηρεάσουμε.
Πρόσφατα καταθέσαμε τις απόψεις μας για την μεταρρύθμιση της ευρωπαϊκής οικονομικής διακυβέρνησης, που πραγματικά μπορούν να οδηγήσουν τις ευρωπαϊκές εξελίξεις σε θετικό μονοπάτι και να επαναφέρουν στις ράγες το όραμα της Ευρώπης των πολιτών.
Τέλος θα επαναλάβω μια παλαιότερη πρόταση μου, ότι πρέπει να διαπερνά τις θέσεις μας ο τελικός στόχος μας.
Με απλά λόγια, ποια Ελλάδα θέλουμε να δημιουργήσουμε για τις σημερινές και τις μελλοντικές γενεές. Με ρεαλισμό αλλά και με όραμα.
Στον ΣΥΡΙΖΑ υπάρχει τελικά ένα κοινό αφήγημα και στρατηγική για την πορεία της ελληνικής οικονομίας;
Όπως σας προανέφερα οι προγραμματικές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ συνάντησαν την αποδοχή της συντριπτικής πλειοψηφίας των μελών του.
Από εκεί και πέρα σαφώς η δουλειά επί των θέσεων δεν σταματάει.
Συνεχώς προκύπτουν νέα δεδομένα, συνεχώς εμπλουτίζουμε τις προτάσεις μας.
Για παράδειγμα συζητήσαμε προηγουμένως για την επίδραση του πληθωρισμού στις αποφάσεις των κεντρικών τραπεζών.
Θα ήταν προφανής αδυναμία να μην δούμε, αναλύσουμε και συζητήσουμε τις επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία.
Από εκεί και πέρα ο χώρος της Αριστεράς πάντα αναζητά νέους δρόμους, νέες ιδέες κλπ.
Αυτό είναι ένα ιδιαίτερο, διαχρονικό γνώρισμα και θα έλεγα ότι πρέπει να το διατηρήσουμε ως μέρος της κουλτούρας μας.
Ωστόσο οι τελικές αποφάσεις επί των θέσεων λαμβάνονται θεσμικά και αυτό οφείλουμε να το σεβόμαστε όλοι ανεξάρτητα αν έχουμε διαφορετικές προσωπικές απόψεις.