Οι Βούλγαροι πιέζουν τους σλαβόφωνους στη Βόρεια Μακεδονία να παραδεχτούν βουλγαρική καταγωγή. Τους αναγνωρίζουν ως «Μακεδόνες» με την προϋπόθεση να δηλώσουν «Βούλγαροι Μακεδόνες».
Διαβάστε: Βέτο της Βουλγαρίας στην έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με τη Βόρεια Μακεδονία
Η Ελλάδα επί ενάμιση αιώνα προσπαθεί να αναχαιτίσει τον εκβουλγαρισμό των σλαβόφωνων της Μακεδονίας.
Για την Ελλάδα θεωρούνται Έλληνες σλαβόφωνοι.
Η Ελλάδα δεν θέλει Μεγάλη Βουλγαρία στα βόρεια σύνορά της, που θα μπορούσε να «κατεβάσει» τους Σλάβους στο Αιγαίο, εξυπηρετώντας προαιώνιους ρωσικούς σχεδιασμούς.
Η ύπαρξη ενός «μπάφερ» (μαξιλαράκι) κράτους μεταξύ Ελλήνων και σλαβισμού είναι ένας συμβιβασμός της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, που μέσα της θα προτιμούσε τη Βόρεια Μακεδονία ελληνική επαρχία.
Η Ελλάδα, για να αναχαιτίσει τον πανσλαβισμό, συμβιβάστηκε με την ύπαρξη της Βόρειας Μακεδονίας, την οποία η Βουλγαρία, σύμμαχος της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, επιχειρεί να εκβουλγαρίσει εκ νέου, πατώντας στην κοινή γλώσσα, αφού τα σλαβικά «μακεδονίτικα» είναι αμοιβαία κατανοητά με τα βουλγαρικά, ωστόσο, η Ελλάδα υποστήριζε στα μέσα της δεκαετίας του 1920 ότι τα «μακεδονοσλαβικά» είναι ανεξάρτητη σλαβική γλώσσα που ομιλείται από Έλληνες σλαβόφωνους.
Η Ελλάδα με τη Συμφωνία των Πρεσπών πέτυχε μια τεράστια διπλωματική επιτυχία, πρόσδεσης της Βόρειας Μακεδονίας στο δικό της άρμα, αναχαιτίζοντας τουρκική και βουλγαρική διείσδυση στη χώρα.
Ωστόσο, η Βουλγαρία, ενθαρρυμένη από τη Γερμανία, εκβιάζει τη Βόρεια Μακεδονία με την ένταξή της στην ΕΕ.
Στόχος της Γερμανίας και σε αυτό το «μέτωπο» η συρρίκνωση της ελληνικής επιρροής.
Η Ελλάδα, με τις ευλογίες των ΗΠΑ, αναγνωρίστηκε επί κυβέρνησης Αλέξη Τσίπρα ως ηγέτιδα δύναμη των Βαλκανίων και «τοποτηρητής» – «πάροχος ασφαλείας» της περιοχής από τον Δούναβη και την Παρευξείνια γειτονιά έως τις ακτές της ανατολικής Μεσογείου και της βόρειας Αφρικής, μια αρχιτεκτονική που υλοποίησε με μεγάλη προσοχή και επιτυχία ο Νίκος Κοτζιάς.
Ωστόσο, η συντηρητική κυβέρνηση Μητσοτάκη, που επί 18 μήνες κυβερνά την Ελλάδα, δεν έχει ασχοληθεί επισταμένα με τη Βόρεια Μακεδονία -και για λόγους ισορροπιών με την ακροδεξιά της πτέρυγα- δράττοντας την αμερικανική παραχώρηση της περιοχής αυτής στην Ελλάδα ως γεωγραφική της προέκταση.
Το ελληνικό κενό στη Βόρεια Μακεδονία και η μη εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών σε μια σειρά από ζητήματα «αποκατάστασης της πολιτισμικής τάξης», όπως στα σχολικά βιβλία και οι επιγραφές στα αγάλματα, η μη προώθηση της διδασκαλίας της ελληνικής ως ξένης γλώσσας στα σχολεία, έσπευσε να εκμεταλλευτεί η βουλγαρική κυβέρνηση, υποκινούμενη από τη Γερμανία.
Μη λησμονούμε ότι οι Βούλγαροι, εκτός ότι νομίζουν πως είναι «ξαδέλφια» των Ρώσων, υπήρξαν σύμμαχοι των Γερμανών -όπως και οι Τούρκοι- στους παγκόσμιους πολέμους.
Οι Βούλγαροι είναι λαός επήλυδων. Οι πρώτοι Βούλγαροι εισβολείς στα Βαλκάνια ήταν τουρκική φυλή.
Επιμίχθηκαν με Σλάβους και Ελληνορωμαίους και δημιούργησαν ένα νέο λαό, που διατήρησε το βουλγαρικό -τουρκικό- εθνικό όνομα, μιλούσε σλαβικά και φυλετικά ήταν ελληνικός.
Η βουλγαρική εθνική ταυτότητα ήταν εξαιρετικά εύπλαστη κατά τον 18ο αιώνα μέχρι τα μέσα του 19ου.
Ο ελληνικός διαφωτισμός θεωρούσε όλους τους βουλγαρόφωνους «Έλληνες σλαβόφωνους».
«Βούλγαρος» ήταν συνώνυμο του κολίγου και του φτωχού αγρότη.
Πολλοί σλαβόφωνοι της Μακεδονίας και της Θράκης προσχώρησαν στον Ελληνισμό με ενθουσιασμό. Το διαδεδομένο ελληνικό επίθετο «Βούλγαρης» το μαρτυρεί.
Στη Μακεδονία οι σλαβόφωνοι ελληνόψυχοι Γραικομάνοι πρωτοστάτησαν στους μακεδονικούς αγώνες, για την απελευθέρωση και ένωση της Μακεδονίας με την Ελλάδα.
Η τσαρική Ρωσία, σε συνεννόηση με τους Οθωμανούς, συγκρότησε στα μέσα του 19ου αιώνα τη σύγχρονη βουλγαρική ταυτότητα για να αναχαιτίσει μια δυνητική επέκταση του νέου ελληνικού κράτους μέχρι τον Δούναβη.
Παράλληλα, με τη δημιουργία της Βουλγαρίας, η Ρωσία υποστήριξε το νέο αυτό κράτος να καταλάβει ολόκληρη τη Θράκη και τη Μακεδονία (Μεγάλη Βουλγαρία), ασφαλίζοντας πανσλαβική έξοδο στη Μεσόγειο.
Οι Έλληνες, ως λαός συγγενικός των δυτικοευρωπαϊκών εθνών της ελληνορωμαϊκής παράδοσης, διεξήγαγαν μακεδονικούς αγώνες και δύο Βαλκανικούς Πολέμους για να αναχαιτίσουν τη σλαβική έξοδο στο Αιγαίο, ενώ αντιμετώπισαν τους Βούλγαρους και στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους.
Η Γερμανία χρησιμοποιεί πάντα τους ρωσικούς σχεδιασμούς στη Βαλκανική προς όφελός της.
Εξάλλου οι Γερμανοί έχουν συγγένεια με τα σλαβικά φύλα, αν και δεν την παραδέχονται.
Ο άξονας Βερολίνου, Μόσχας, Άγκυρας και κατά προέκταση του ευρασιατισμού, αντίπαλον δέος των ναυτικών ναών της Δύσης, έχει επικεντρωθεί στο έπαθλο της Βόρειας Μακεδονίας και στον εκβιασμό να υποταχθεί στον βουλγαρισμό.
Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα έχει την τεράστια ευθύνη και τη νομιμοποίηση να επέμβει δυναμικά και να προστατέψει τη Βόρεια Μακεδονία από τον βουλγαρισμό.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός οφείλει να εξυπηρετήσει τα διαχρονικά εθνικά συμφέροντα της χώρας του, που ταυτίζονται με εκείνα των ναυτικών εθνών της Δύσης και πολύ δυναμικά να διαμηνύσει προς πάσα κατεύθυνση ότι η Βόρεια Μακεδονία τελεί υπό ελληνική προστασία.
Παράλληλα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης να μην επιτρέπει να «πιέζεται» είτε από ακροδεξιούς κύκλους φιλορώσων είτε από εμμονικούς μικρονοϊκούς «μπαστουνόβλαχους» και να υλοποιήσει τάχιστα τη Συμφωνία των Πρεσπών, ιδίως προς τα ζητήματα που προάγουν την επικράτηση του ελληνικού πολιτισμού στη Βόρεια Μακεδονία, ώστε να εξουδετερωθεί και να απορροφηθεί, μέσω του ελληνικού πολιτισμού, ο ψευδομακεδονισμός.
Εάν η Βουλγαρία καταφέρει και «πάρει» τη Βόρεια Μακεδονία, πολύ σύντομα θα έχουμε νέο μακεδονικό ζήτημα με διεκδικήσεις εκ νέου στη Μακεδονία.
Ακολουθεί ανάλυση του Ίβιτσα Τσελικόβιτς για το ζήτημα, αναδημοσιευμένη από το Βαλκανικό Περισκόπιο:
«Η Βόρεια Μακεδονία πρέπει να αναγνωρίσει την ιστορική πραγματικότητα που σχετίζεται με τη διαδικασία δημιουργίας μιας νέας εθνικής ταυτότητας», δήλωσε η υπουργός Εξωτερικών της Βουλγαρίας Αικατερίνα Ζαχαρίεβα.
Η ασυμβίβαστη «σιδηρά κυρία» της βουλγαρικής πολιτικής στέλνει ένα σαφές μήνυμα ότι η «μακεδονική» ταυτότητα στη Βόρεια Μακεδονία, ως αποτέλεσμα της διαδικασίας αυτοδιάθεσης, είναι δυνατή και αποδεκτή στη Σόφια, αλλά μόνο εάν «αναγνωριστεί» ότι η διαδικασία βασίζεται στην «ιστορική βουλγαρική καταγωγή της».
Πόσοι πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας θα μπορούσαν να δεχτούν μια τόσο έντονη και τραχιά περικοπή του ιστού της ιστορίας καθώς και τη δημιουργία και συνέχεια του (σλαβο)μακεδονικού έθνους, της γλώσσας και του πολιτισμού, προκειμένου να μεταμοσχεύσουν τη «βουλγαρική αυτοσυνείδηση»;
Πιθανώς δεν είναι δύσκολο να υποθέσουμε ότι θα ήταν μικρότερος από τον αριθμό εκείνων των πολιτών που στα Σκόπια το 1941 καλωσόρισαν τις βουλγαρικές δυνάμεις κατοχής στον φασιστικό συνασπισμό του Χίτλερ ως «απελευθερωτές» με κόκκινα χαλιά, οι οποίοι ίδρυσαν μια «τοπική βουλγαρική διοίκηση».
Αυτό που φαίνεται πιο ενδιαφέρον σε όλη αυτή την ιστορία της οικοδόμησης σχέσεων καλής γειτονίας είναι ότι η Βουλγαρία αποχωρεί από θέσεις που δείχνουν ξεκάθαρα ότι έχει αποδεχθεί μόνο δηλωτικά τα κριτήρια της Κοπεγχάγης, εξακολουθεί να συμπεριφέρεται σαν να ήταν υποψήφια χώρα που αναμένεται να εκδηλώσει μεγαλύτερη πολιτική προθυμία να πληροί τα πολιτικά κριτήρια ένταξης.
Μεταξύ άλλων, όσον αφορά τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την προστασία των μειονοτήτων.
Η επίσημη πολιτική της Βουλγαρίας μετά από 13 χρόνια στην ΕΕ, είναι να θέτει ναρκοπέδια γύρω από αυτήν την περιοχή, προσπαθώντας να αποτρέψει οποιαδήποτε ανακάλυψη στον αυτιστικό της κόσμο, που θα μπορούσαν να ενισχύσουν τα δικαιώματα των μειονοτήτων, αλλά και η αναγνώριση ότι υπάρχει (σλαβο)μακεδονική εθνική μειονότητα η οποία απειλεί το βουλγαρικό εθνικιστικό δόγμα.
Η αλήθεια έχει επαναληφθεί πολλές φορές, ότι, δηλαδή, η Βουλγαρία φαίνεται στην πραγματικότητα μέσω των δακτύλων, έτσι ώστε να αποκτήσει ένταξη στην ΕΕ μέσω μιας πολιτικής απόφασης και όχι μέσω της ενδελεχούς παρακολούθησης της εφαρμογής των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών στο πνεύμα των ευρωπαϊκών αξιών.
Ωστόσο, το πρόβλημα γίνεται πιο σαφές κατά την ανάλυση της αποτυχίας της ΕΕ να ακολουθήσει μια ενεργό και δυναμική πολιτική προστασίας των δικαιωμάτων των μειονοτήτων.
Αυτό που λείπουν είναι οι κυρώσεις που θα αναγκάσουν ένα κράτος μέλος της ΕΕ να μην καταφύγει σε μέτρα και λύσεις που έρχονται σε άμεση σύγκρουση με τα κριτήρια της Κοπεγχάγης που εγκρίθηκαν το 1993, η εκπλήρωση των οποίων συνεπάγεται στενή σχέση μεταξύ των δικαιωμάτων των μειονοτήτων και της ανάπτυξης της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι «το δικαίωμα να μιλά κανείς τη μητρική του γλώσσα και το δικαίωμα στην εκπαίδευση είναι ένα από τα πιο θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα».
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο είναι απαραίτητο να τηρηθούν οι διατάξεις της Συνθήκης της Λισαβόνας, η οποία παρέχει για πρώτη φορά νομικά δεσμευτική βάση για την προστασία των μειονοτήτων σε επίπεδο ΕΕ.
Σε άλλες περιοχές της Ευρώπης, εκφράζονται διαφορετικές εμπειρίες, σε σύγκριση με τον βουλγαρικό αρνητισμό.
Το Συμβούλιο της ΕΕ αποφάσισε ότι τα θεσμικά όργανα της ΕΕ μπορούν επίσης να χρησιμοποιούν γλώσσες που αναγνωρίζονται από το σύνταγμα ενός κράτους μέλους, παρόλο που δεν είναι επίσημες γλώσσες της ΕΕ.
Για παράδειγμα, η ΕΕ έχει συνάψει συμφωνία με την Ισπανία για τη χρήση των βασκικών, καταλανικών και γαλικιακών γλωσσών σε έγγραφα.
Υπάρχει παρόμοια συμφωνία για την Ουαλία και τη Σκωτία Γαελική με τη Μεγάλη Βρετανία.
Και στις δύο περιπτώσεις, οι ίδιες οι χώρες καλύπτουν το κόστος της διερμηνείας και της μετάφρασης.
Η γλωσσική πολιτική της ΕΕ βασίζεται στην αρχή ότι η γλώσσα, είτε επίσημη, περιφερειακή είτε μειονοτική, είναι σημαντική για την πολιτιστική ταυτότητα και την ένταξη στην κοινωνία.
Και ποιες απόψεις θα μπορούσε να παρουσιάσει σήμερα η Βουλγάρα υπουργός Ζαχαρίεβα στο Βερολίνο;
Και η επίμονη «μηδενική ανοχή» για τη μακεδονική μειονότητα στη Βουλγαρία που πηγαίνει;
Είναι ένα κράτος μέλος της ΕΕ, το οποίο, όπως και η Ελλάδα, δεν έχει ακόμη υπογράψει ούτε την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Πλαίσιο για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων ή τον Ευρωπαϊκό Χάρτη για τις Περιφερειακές ή Μειονοτικές Γλώσσες, η οποία συχνά υπόκειται σε διαφορετικές ερμηνείες και πολεμική, αλλά βασίζεται στη γνώση της ανάγκης να συμβάλει στην περαιτέρω ανάπτυξη του πολιτιστικού πλούτου, της γλωσσικής πολυμορφίας και των παραδόσεων σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Η «δημιουργία νέας εθνικής ταυτότητας», που υποστηρίζει η Ζαχαρίεβα επιδιώκει τον ακρωτηριασμό της ταυτότητας των (Σλαβο)μακεδόνων προκειμένου να μην μπορέσουν να απειλήσουν την δική τους ιστορία.
Άρθρο από τον Φεβρουάριο του 2019
Ο γράφων είχε δημοσιεύει τον Φεβρουάριο του 2019 το ακόλουθο άρθρο – ανάλυση στο περιοδικό «Επίκαιρα», όπου αποκάλυπτε τους βουλγαρικούς σχεδιασμούς αναφορικά με τη Βόρεια Μακεδονία και παρέθετε γιατί η βουλγαρική πλευρά είχε ενοχληθεί έντονα από τη Συμφωνία των Πρεσπών:
Διαβάστε:
Με βέτο στην ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ απείλησε για πολλοστή φορά ο ακροδεξιός Βούλγαρος αναπληρωτής πρωθυπουργός, υπουργός Άμυνας και αρχηγός του VMRO-BND, Κασιμίρ Καρακατσάνοφ.
Εάν «επιθυμεί να γίνει πλήρες μέλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, θα πρέπει να τηρήσει τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει έναντι της Βουλγαρίας και της Ελλάδας» δήλωσε την πρώτη εβδομάδα του Φεβρουαρίου (2019) ο Καρακατσάνοφ σε βουλγαρικό ραδιόφωνο.
Όπως εξήγησε, αυτό σημαίνει την εξάλειψη των εδαφικών διεκδικήσεων και των παραποιήσεων της ιστορίας.
Πρόσθεσε επίσης ότι μόνο όταν η πραγματική ιστορία της «Μακεδονίας» αντικαταστήσει την 70ετή πλαστογραφία στα σχολικά βιβλία, η Βουλγαρία θα μπορούσε να πειστεί ότι τα πράγματα πήγαιναν προς τη σωστή κατεύθυνση.
«Βιάζεται να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ επειδή, όπως πολλοί Βούλγαροι πολιτικοί πριν από 20 χρόνια, πιστεύει αφελώς ότι η ένταξη στο ΝΑΤΟ θα λύσει σχεδόν αυτόματα όλα τα προβλήματά της», είπε.
Για τον κ. Καρακατσάνοφ, αναβιωτή του βουλγαρικού εθνικισμού, η Βόρεια Μακεδονία είναι «βουλγαρικό έδαφος» και οι σλαβόφωνοι της χώρας «Βούλγαροι» που μιλάνε βουλγαρικά.
Μάλιστα, στις αρχές του περασμένου Δεκεμβρίου (2018), ο Κρασιμίρ Καρακατσάνοφ, διαμήνυσε στον Ζόραν Ζάεφ να μην καταχράται το θέμα της «μακεδονικής» γλώσσας γιατί δεν θα του δοθεί η δυνατότητα να εντάξει τη χώρα του στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ.
«Ο Ζόραν Ζάεφ αύριο μπορεί να ζητήσει την πλήρως αναγνωρίσιμη ως βουλγαρική διάλεκτο (σ.σ. εννοεί τη σλαβική διάλεκτο «μακεδονίτικα»), να μελετηθεί και να παρουσιασθεί και στη χώρα μας ως ξένη γλώσσα, κάτι το οποίο είναι απαράδεκτο και προκλητικό».
(…)
«Οι (σ.σ. σλαβο)μακεδονικές περιοχές είναι βουλγαρικές και αυτό είναι ένα ιστορικό γεγονός», δήλωσε ο Καρακατσάνοφ, προσθέτοντας ότι «δεν θα ανεχθώ ανθρώπους να λένε αόριστες απόψεις με αντίστροφη ανάγνωση της ιστορίας, που θέλουν να ενταχθούν στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ, σε βάρος της Βουλγαρίας και του ιστορικού δικαίου, μπάζοντας μάλιστα από το παράθυρο τη μακεδονική γλώσσα».
Τόνισε μάλιστα ότι εάν προχωρήσει έτσι η κατάσταση θα ζητήσει από τη Βουλγαρία να μην υποστηρίξει την ένταξη της «Μακεδονίας» στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ.
Ωστόσο, παρά τις απειλές, στα τέλη Ιανουαρίου (2019) το υπουργικό συμβούλιο στη Σόφια ενέκρινε το σχέδιο ένταξης της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ και με την ίδια απόφαση, εξουσιοδότησε τη Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Βουλγαρίας στο ΝΑΤΟ να προσυπογράψει το πρωτόκολλο ένταξης.
Απομένει η ψηφοφορία στη Βουλή, όπου εκεί θα φανεί εάν ο Καρακατσάνοφ θα κάνει πράξη τα όσα έχει εξαγγείλει (σ.σ. δεν τα έκανε).
Ωστόσο, στα όσα εξοργίζουν τον Καρακατσάνοφ, έχει απαντήσει ήδη από τον Ιούλιο του 2017 η Βουλγάρα υπουργός Εξωτερικών Εκατερίνα Ζαχάριεβα.
Σε συνέντευξή της εκείνες τις ημέρες στο κανάλι bTV, απαντώντας στην ερώτηση σε ποια γλώσσα θα υπογραφεί το Σύμφωνο Φιλίας Βουλγαρίας – «Μακεδονίας», απάντησε:
«Το Σύμφωνο θα υπογραφεί στις επίσημες γλώσσες, «μακεδονικά» σύμφωνα με το σύνταγμα της «Δημοκρατίας της Μακεδονίας» και βουλγαρικά, σύμφωνα με το σύνταγμα της δημοκρατίας της Βουλγαρίας, βάσει όσων ισχύουν από το 1999. Οι συμφωνίες δεν αναγνωρίζουν ούτε γλώσσες ούτε έθνη».
Ακροδεξιοί στην κυβέρνηση
Μετά τις εκλογές της 26ης Μαρτίου 2017 στη Βουλγαρία σχηματίστηκε κυβέρνηση συνεργασίας δεξιάς – ακροδεξιάς.
Ο επικεφαλής του κόμματος GERB, ο συντηρητικός Μπόικο Μπορίσοφ, αναδείχθηκε πρωθυπουργός της Βουλγαρίας για τρίτη φορά και περιέλαβε δύο ηγέτες της άκρας δεξιάς στην κυβέρνησή του, σχηματίζοντας έναν συνασπισμό χωρίς προηγούμενο.
Ο ένας από αυτούς, ο Κρασιμίρ Καρακατσάνοφ, που θεωρείται ο πιο «μετριοπαθής» από τα ηγετικά στελέχη της άκρας δεξιάς, ανέλαβε το υπουργείο Άμυνας.
Ο Βαλέρι Σιμεόνοφ, χωρίς χαρτοφυλάκιο, ορίστηκε υπεύθυνος για την οικονομική και δημογραφική πολιτική.
Η κυβέρνηση που προέκυψε από τις εκλογές της 26ης Μαρτίου, αναδείχθηκε με την οριακή πλειοψηφία 2 εδρών.
Ο Καρακατσάνοφ ήταν πρωτεργάτης και πρώτος πρόεδρος της επανασυσταθείσας στην αρχή της δεκαετίας του 1990 γνωστής και μη εξαιρετέας ιστορικά «Εσωτερικής Μακεδονικής Επαναστατικής Οργάνωσης» (VMRO) και του βουλγάρικου Εθνικού Κινήματος (BNM), με το οποίο η πρώτη συγχωνεύθηκε αργότερα.
Το βουλγάρικο VMRO διεκδικεί την εθνικιστική «αυθεντικότητα», έναντι του «ιμμιτασιόν» VMRO των Σκοπίων.
Η άνοδος του Καρακατσάνοφ προκάλεσε ανησυχία στα Σκόπια, πόσω μάλλον αφού, λέγεται πως ο Καρακατσάνοφ είχε εμφανιστεί ως αδιάλλακτος τη δεκαετία του 1990 κατά τις συναντήσεις των VMRO Βουλγαρίας και «Μακεδονίας».
Να σημειωθεί πως τα Σκόπια θεωρούν ότι εξακολουθούν να υφίστανται οι «βουλγαρικοί αλυτρωτισμοί» προς Δυσμάς.
«Η Μακεδονία δεν είναι μόνο ελληνική»
Ενδιαφέρον έχει μια ανακοίνωση του κόμματος του Καρακατσάνοφ, του VMRO-BND, στις 23 Ιανουαρίου 2018 σχετικά με την ονομασία «Μακεδονία».
«Εμείς οι Βούλγαροι φυσικά υποστηρίζουμε τους αδερφούς μας στην “Μακεδονία” στην διαμάχη για το όνομα και θέλουμε αυτή η διαμάχη να διευθετηθεί χωρίς αίσχη», αναφερόταν σε εκείνη την ανακοίνωση.
«Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί στους ανθρώπους της “Μακεδονίας” την πλήρη χρήση του ονόματος που χρησιμοποιείτο από τους κοινούς προγόνους μας.
»Επιδιώξτε έναν συμβιβασμό, αλλά μην εκβιάζετε», υποστήριζε το εθνικιστικό κόμμα και ανέφερε ότι δεν υπάρχει λόγος η λέξη «Μακεδονία» να απαλειφθεί από το όνομα του νεαρού κράτους.
«Εκτιμούμε το επιχείρημα ότι η Μακεδονία δεν ανήκει μόνον στα Σκόπια, αλλά δεν μπορούμε να κατανοήσουμε γιατί κάποιος αντιδρά στην παρουσία της ίδιας της λέξης “Μακεδονία”», σημείωνε.
«Και εμείς στη Βουλγαρία, μπορούμε να διεκδικήσουμε αυτά τα ονόματα και μέρη, αλλά δεν το πράττουμε διότι πιστεύουμε ότι ο σωστός τρόπος τώρα είναι η συντροφικότητα και η μεγαλοφροσύνη και όχι η παρεμπόδιση, και τόσο εμείς όσο και οι αδελφοί μας εξ αίματος στην “Μακεδονία” ακολουθούμε τη σωστή προσέγγιση».
Τέλος, στέλνοντας μήνυμα στην Αθήνα, το VMRO-BND κατέληγε:
«Η σημερινή Ελλάδα θέλει να σφετεριστεί αποκλειστικά το όνομα Μακεδονία. Αυτό δεν μπορεί να γίνει ανεκτό».
Η Σόφια «στριμώχνει» τα Σκόπια για την ένταξη στην ΕΕ
Αν και η επίσημη θέληση της βουλγαρικής κυβέρνησης είναι η Βόρεια Μακεδονία να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ δίχως προβλήματα, το ίδιο δεν φαίνεται να ισχύει και για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στις 14 Ιανουαρίου 2019, η υπουργός Εξωτερικών της Βουλγαρίας, Ζαχαρίεβα, ανέφερε σε τηλεοπτική της συνέντευξη στο πρωινό μαγκαζίνο του καναλιού Nova:
«Το εθνικό συμφέρον της Βουλγαρίας σε ο,τι αφορά τη “Μακεδονία” είναι να έχουμε μια ασφαλή, σταθερή και προβλέψιμη γειτονική χώρα.
»Και αυτό θα συμβεί όταν η χώρα αυτή ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, χωρίς όμως να προβούμε σε κανέναν συμβιβασμό, ως προς τα κριτήρια ένταξης.
»Μια από τις σημαντικότερες προϋποθέσεις ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι να έχεις σχέσεις καλής γειτονίας, να μην ακολουθείς εθνικιστικές πολιτικές, ούτε πολιτικές απομονωτισμού, να μην οικειοποιείσαι την ιστορία των γειτόνων σου και να μην αμφισβητείς την κοινή ιστορία.
»Η Βουλγαρία θα θέσει με τρόπο ξεκάθαρο τις απαιτήσεις αυτές, κατά την ενταξιακή διαδικασία της Μακεδονίας».
Η ελληνική διπλωματία έκανε άριστα τη δουλειά της
Η βουλγαρική κυβέρνηση έχει αποδεχτεί τη Συμφωνία των Πρεσπών μην έχοντας άλλη επιλογή.
Ωστόσο, Βούλγαροι σχολιαστές, που την αναγνώρισαν ως μια διπλωματική επιτυχία της Ελλάδας, δεν έκρυψαν την απογοήτευσή τους.
Στις 31 Ιουλίου 2018, σε άρθρο γνώμης στην εφημερίδα «Τρουντ» υπό τον τίτλο «Μακεδονία, σύνελθε!» και υπότιτλο «Φοβού τους Δαναούς και δώρα φέροντας», ο συγγραφέας Ντιμίταρ Τόμοφ, αφού υπενθύμισε ότι τρεις περιφέρειες της Ελλάδας περιέχουν τη λέξη «Μακεδονία» και αναφέρθηκε εν συντομία το ιστορικό του ζητήματος της ονομασίας, τονίζοντας ότι η Βουλγαρία αναγνώρισε πρώτη το νέο κράτος με την συνταγματική ονομασία του και ότι σ’ αυτό κατοικούν «Μακεδόνες Βούλγαροι», αναρωτήθηκε ποιος και γιατί δεν προσκάλεσε εκπροσώπους των επίσημων βουλγαρικών Αρχών στις συνομιλίες μεταξύ Ελλάδας και Σκοπίων για το όνομα.
Επεσήμανε δε, ότι «σ’εμάς τους Βούλγαρους έμεινε η πικρή γεύση ότι οι δύο πλευρές κατέληξαν σε συμφωνία πίσω από την πλάτη μας και πως το νέο όνομα είναι αντίθετο στα βουλγαρικά εθνικά συμφέροντα».
Τις ίδιες ημέρες ο επικεφαλής του ειδησεογραφικού πρακτορείου Focus Κρασιμίρ Ουζούνοφ, δήλωνε:
«Η συμφωνία αυτή αποδεικνύει και κάτι άλλο – ότι η ελληνική διπλωματία έκανε άριστα τη δουλειά της».
Η Βόρεια Μακεδονία είναι… Βουλγαρία;
Οι Βούλγαροι εθνικιστές έχουν διαμαρτυρηθεί έντονα για τους ελληνικούς σχεδιασμούς αναχαίτισης της βουλγαρικής επέκτασης δυτικά.
Το λένε ευθέως, οι σλαβόφωνοι κάτοικοι της Βόρειας Μακεδονίας είναι Βούλγαροι και κατηγορούν την Ελλάδα ότι μέσω του «μακεδονισμού» επιδιώκει τον απο-βουλγαρισμό τους.
Ίσως να φοβούνται, ότι η Ελλάδα έχει μυστικά σχέδια εξελληνισμού του πληθυσμού αυτού μέσω του «μακεδονισμού».
Αλλά και στα φανερά, σε αυτά που επισήμως έχει διακηρύξει ο Νίκος Κοτζιάς, δεν αφήνεται καμία αμφιβολία. Ο τέως Έλληνας υπουργός Εξωτερικών ευθέως έχει δηλώσει δημόσια πολλές φορές, ότι αντιτίθεται στον διαμελισμό της Βόρειας Μακεδονίας για να μη δημιουργηθεί «Μεγάλη Αλβανία» και «Μεγάλη Βουλγαρία» στα βόρεια σύνορα της Ελλάδας.
Είναι εξάλλου γνωστό, ότι η ελληνική εθνική γραμμή από το 1870 και μετά ήταν η εξής: Να μη βγουν οι Σλάβοι στο Αιγαίο και ο επανελληνισμός -γλωσσικός και ταυτοτικός- των σλαβόφωνων Μακεδονίας και Θράκης.
Η Ελλάδα εάν δεν μπορεί να κάνει τους σλαβόφωνους της Βόρειας Μακεδονίας Έλληνες, θα τους αποδεχτεί ακόμα και ως «Μακεδόνες», αρκεί να μη γίνουν Βούλγαροι.
Στις 3 Αυγούστου 2018 ο ευρωβουλευτής και αντιπρόεδρος του VMRO-BND, Άνγκελ Τζαμπάζκι, δήλωνε στο τηλεοπτικό σταθμό bTV για το θέμα της ονομασίας και τις διμερείς σχέσεις με την «Μακεδονία»:
«Για μας, ως βουλγαρικό έθνος, το θέμα αυτό βρήκε τη λύση του ήδη από το 1990.
»Η Βουλγαρία αναγνώρισε τη Δημοκρατία της “Μακεδονίας” με το συνταγματικό όνομά της.
»Για μας, το όνομα δεν έχει σημασία.
»Αυτό που έχει σημασία για μας, είναι να καταστραφεί ο αντι-βουλγαρικός χαρακτήρας του “μακεδονικού” κράτους που δημιουργήθηκε μετά το 1945.
»Σημαντικό για μας είναι επίσης, η χώρα αυτή να γίνει μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ ώστε να μην υπάρχουν σύνορα», είπε και συνέχισε:
«Στην ουσία, για την Ελλάδα το ζήτημα της ονομασίας έχει αντι-βουλγαρικό χαρακτήρα.
»Την Ελλάδα δεν την ενδιαφέρει αν αυτή η χώρα λέγεται Βόρεια ή Νότια ή απλά Μακεδονία.
»Το πρόβλημα για την Ελλάδα είναι ο πληθυσμός νοτίως της οροσειράς Μπέλλες (σ.σ. Κερκίνη) διότι ο πληθυσμός αυτός είναι βουλγαρόφωνος.
»Άν πάτε σήμερα στο “Κούκους”, “Βόντεν”, ή “Λέριν”, που σήμερα φέρουν τα ελληνικά ονόματά τους, μπορείτε να μιλήσετε χωρίς καμία δυσκολία με κάποιον από τους κατοίκους τους.
»Αυτό είναι το πραγματικό πρόβλημα για την Ελλάδα.
»Δεν τους νοιάζει καθόλου αν ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν Έλληνας ή κάτοικος του Άρη», επεσήμανε ο Τζαμπάζκι και συνέχισε:
«Ένα πράγμα μπορώ να σας πω – στην παρούσα κατάσταση, το βουλγαρικό συμφέρον υπαγορεύει να μην υπάρχουν σύνορα στην ευρύτερη περιοχή μεταξύ της Αχρίδας και της Μαύρης Θάλασσας και εμείς θα το υλοποιήσουμε», τόνισε.
Ο ίδιος θεώρησε ότι «από την Αχρίδα μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα και από τον Δούναβη μέχρι το Αιγαίο (σ.σ. στα βουλγαρικά Μπιάλο μορέ) ζει ένας λαός».
Η Ελλάδα, που τα γνωρίζει πολύ καλά όλα αυτά, χαράσσει τη βαλκανική της πολιτική όχι σύμφωνα προς το θυμικό και τα συνθήματα, αλλά με αποκλειστικό γνώμονα να προασπίσει και να «ασφαλίσει» μακροπρόθεσμα τα συμφέροντα του ελληνικού έθνους και την ηγεμονία του ελληνικού πολιτισμού.