Τον εφησυχασμό που επικράτησε στην Ελλάδα από τα τέλη Απριλίου, αναφορικά με τον κορωνοϊό, στηλίτευσε ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας του LSE, Ηλίας Μόσιαλος.
Μιλώντας στον ΑΝΤ1, ο κ. Μόσιαλος ανέφερε ότι στην Ελλάδα η καραντίνα ήταν από τις πιο μικρές στην Ευρώπη, κράτησε μόνο 6 εβδομάδες, καθώς τα κρούσματα ήταν λίγα και οι θάνατοι ελάχιστοι.
Από τα τέλη Απριλίου υπάρχει ένας εφησυχασμός και αυτό ήταν λάθος.
Αυτό είναι το παράδοξο, αν δεν δεις το πρόβλημα, τότε αρχίζεις και πιστεύεις ότι μάλλον δεν υπάρχει πρόβλημα, τόνισε χαρακτηριστικά και συμπλήρωσε πως ήταν σημαντικό να μη σταματήσουν τα μηνύματα από πλευράς της πολιτείας για να μη δοθεί η αίσθηση ότι ξεμπερδέψαμε με τον ιό.
Ερωτώμενος σχετικά με τις εκτιμήσεις του ΑΠΘ για 2.000 κρούσματα τον Δεκέμβριο, σημείωσε πως οι προβλέψεις βασίζονται στον ρυθμό αύξησης των κρουσμάτων το προηγούμενο διάστημα και δεν λαμβάνονται υπόψιν στοιχεία όπως η αλλαγή συμπεριφοράς και η εντατικοποίηση των μέτρων.
Όπως τόνισε, η αλλαγή συμπεριφοράς από πλευράς των πολιτών μπορεί να γίνει ανάχωμα για την εξάπλωση της πανδημίας, όπως και η λήψη κατάλληλων μέτρων, στον κατάλληλο χρόνο.
Σχετικά με το άνοιγμα των σχολείων επανέλαβε πως «πρέπει να είναι μικρότερος ο αριθμός των μαθητών στις τάξεις», εξηγώντας πως τα ίδια μέτρα που εφαρμόζονται για όλους τους χώρους, πρέπει να ισχύουν και για τις σχολικές αίθουσες.
«Όταν λέμε ότι ο κίνδυνος μετάδοσης από τον κορωνοϊό στους κλειστούς χώρους είναι πολύ μεγαλύτερος από την συμπεριφορά που έχουμε στους ανοικτούς χώρους, και όταν η γενική σύσταση είναι να τα κάνουμε όλα, δηλαδή και μάσκες και αποστάσεις και υγιεινή των χεριών και εξαερισμός με φρέσκο αέρα, που προτείνονται για όλους τους κλειστούς χώρους, φαντάζομαι ότι τα ίδια θα ισχύουν και για τα σχολεία.
»Δεν μπορεί να είναι εξαίρεση τα σχολεία στο γενικότερο επιστημονικό κανόνα για το πώς αντιμετωπίζουμε την πανδημία» ανέφερε χαρακτηριστικά προτείνοντας την ενοικίαση χώρων, την εκ περιτροπής διδασκαλία και την εξ αποστάσεως εκπαίδευση για το ασφαλές άνοιγμα των σχολείων.
Αναφορικά με τις επιπτώσεις της μετάδοσης του κορωνοϊού στα παιδιά, ο κ. Μόσιαλος είπε:
«Ο κίνδυνος είναι ελάχιστος για τα παιδιά κάτω των 10 ετών, και πολύ μικρός άνω των 10 ετών.
»Tα παιδιά, αν κολλήσουν τη νόσο, νοσούν με ήπια συμπτώματα ή είναι ασυμπτωματικά.
»Αυτό, διευκρινίζω, δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει κίνδυνος, ο κίνδυνος όμως είναι πολύ μικρότερος σε σχέση με τις άλλες ηλικιακές ομάδες.
»Είναι υπαρκτός και πιο μεγάλος ο κίνδυνος αν οι μαθητές ανήκουν σε οικογένειες που ζουν μαζί με παππούδες και γιαγιάδες, σε μικρούς χώρους.
»Για αυτό και είναι, επιπλέον, σημαντικό να εξεταστεί η εξ αποστάσεως διδασκαλία, όχι ως εναλλακτικό σχέδιο ή plan B, αλλά ως παράλληλη εκπαιδευτική επιλογή για παιδιά με υποκείμενα νοσήματα ή υποκείμενα νοσήματα στην οικογένεια.
»Κάνω μια παρένθεση εδώ, για να υπογραμμίσω πως είναι πολύ σημαντικό να γίνει επικαιροποίηση των κριτηρίων για την κατάταξη όσων ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες.
»Λαμβάνω ο ίδιος πολλά μηνύματα από γονείς που ανησυχούν εάν ανήκουν σε αυτές τις ομάδες.
»Τα κριτήρια πρέπει να είναι αντικειμενικά και να βασίζονται στην επιστημονική τεκμηρίωση.
»Για επιτάχυνση της διαδικασίας μπορούμε να ανατρέξουμε στα παραδείγματα κριτηρίων που έχουν θεσπίσει άλλες αναπτυγμένες χώρες, όπως ο Καναδάς, η Ελβετία, η Αγγλία και η Γαλλία».