«Η “ανοσία” και το αντίδοτο» τιτλοφορείται άρθρο για τα ελληνοτουρκικά του πρέσβυ ε.τ. Νίκου Κανέλλου στην εφημερίδα «Μακεδονία της Κυριακής».
Σε αυτό ο πολύπειρος Έλληνας διπλωμάτης γράφει:
Η «ανοσία», μία νέα και πρωτότυπη, μάλλον, ιδέα στις Διεθνείς Σχέσεις θα είχε σίγουρα την Ελλάδα στους πρωταγωνιστές της.
Τι σημαίνει; Η συνήθεια που αποκτάς σε παραβιάσεις (από άλλους) των κυριαρχικών στοιχείων σου και της ιστορικής φυσιογνωμίας σου.
Δεν θα με απασχολούσε το θέμα αν η όλη πορεία της Ελλάδας δεν ετύγχανε διεθνούς αναγνώρισης και θαυμασμού, καθώς και πολλαπλών επιτυχιών.
Ποιο είναι το κόστος;
Το κόστος είναι μία ευθεία γραμμή αδιαφορίας καθώς και μίας φυσιολογικής κάμψης ή κόπωσης των πολιτών της, αλλά και αυξανόμενης ουδετεροποίησης των πολιτικών της ταγών.
Και για να επανέλθουμε στο ζήτημα της σκληρής πραγματικότητας που είναι τα ελληνοτούρκικα: μας αρέσει εξαιτίας αυτής ακριβώς της «ανοσίας» να υπερβάλουμε σε κολακείες ή σε κριτική σε κάθε επίσημη πρωτοβουλία.
Όπως, επίσης, μας αρέσει να υπερτονίζουμε τις εμμονές μας χωρίς να βλέπουμε την αλήθεια που μας περικυκλώνει κάθε μέρα όλο και πιο απειλητικά!
Η Τουρκία μας ενέπλεξε, με μεγάλη ευθύνη μας, σε ένα παιγνίδι ωμών εκβιασμών.
Ό,τι πλέον απαιτεί δεν είναι αποτέλεσμα διαπραγματευτικής τακτικής, αλλά ενός άτεγκτου εκβιασμού.
Οι Τούρκοι πολιτικοί ό,τι πουν το εννοούν και θα αγωνιστούν να το επιτύχουν μέχρι τελευταίας κεραίας.
Η Ελλάδα θα είχε κερδίσει πολλά, αν διαχρονικά και εγκαίρως, είχε εστιάσει στο να στήσει, απόλυτα νόμιμα, την υποστήριξη των δίκαιων της χώρας και πώς χτίζονται τα γερά θεμέλια διεκδικήσεων.
Δεν έφτασε ο καιρός η πολιτική, η οικονομική και η στρατιωτικοδιπλωματική τάξη της Ελλάδας να βγει από τη χρόνια ραστώνη της και να κοιτάξει προς τα δικά μας εθνικά δίκαια και τους στόχους;
Να βάλει με καθαρότητα τις δικές μας διεκδικήσεις;
Να δει από τη δική μας σκοπιά τη Συνθήκη της Λωζάνης πριν την «αποκηρύξει» η Τουρκία;
Να μάθει ως υπεύθυνη πολιτική τάξη της Ελλάδας να απαιτεί πριν βρεθεί πάλι στο καναβάτσο;
Να κάνει σωστή τοποθέτηση του ανθρώπινου δυναμικού της -Ελλήνων επιστημόνων, επαγγελματικών στελεχών της στο εξωτερικό, αλλά και σε καίριες θέσεις στη διοίκηση- ώστε να δημιουργηθεί μία νέα γραμμή που να ακολουθείται από όλες τις κυβερνήσεις;