Το οικονομικό και το γεωπολιτικό επίπεδο συνιστούν τις δύο βασικές προκλήσεις στις οποίες καλείται να ανταποκριθεί η χώρα, σύμφωνα με τον υφυπουργό παρά τω πρωθυπουργώ και κυβερνητικό εκπρόσωπο, Στέλιο Πέτσα.
Στην ομιλία του στην εκδήλωση κοπής βασιλόπιτας της ΝΟΔΕ στην Αλεξανδρούπολη, ο κ. Πέτσας σημείωσε ότι περνάμε σε μία νέα εποχή, κάτι που, όπως είπε, «θα γίνει πιο χειροπιαστό τους επόμενους μήνες, τα επόμενα χρόνια».
Η οικονομική πρόκληση
Τόνισε ότι «η οικονομική ανάπτυξη το 2019 είναι υψηλότερη από αυτή που όλοι εκτιμούσαν όταν ανέλαβε τη διακυβέρνηση του τόπου ο Κυριάκος Μητσοτάκης» και εξέφρασε την εκτίμηση ότι «θα υπερβεί το 2,5% το 2019, όταν οι εκτιμήσεις μιλούσαν για κάτω από 2% κι ο προϋπολογισμός μιλούσε για 2%.
»Αυτό μας δίνει ένα πολύ καλό σκαλοπάτι για να πάμε το 2020 σε αριθμούς υψηλότερους ακόμη και από το 3%» ανέφερε, διευκρινίζοντας ότι δεν πρόκειται για ένα νούμερο, αλλά για νέες θέσεις εργασίας, για επενδύσεις που, ενώ «αράχνιαζαν στα συρτάρια», θα γίνουν πράξη, για νέες επενδυτικές προσπάθειες που θα καρποφορήσουν και θα φέρουν νέες δουλειές και νέες επενδύσεις, βάζοντας τη χώρα ξανά σ’ έναν κύκλο αισιοδοξίας.
Όπως σημείωσε, οδηγός προς την επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου «δεν είναι μόνο η ανάπτυξη, το εισόδημα και οι επενδύσεις…», είναι και «το πώς μοιράζεται ο νέος πλούτος που παράγεται» και βασικός στόχος της κυβέρνησης είναι «να μη μείνει κανείς πίσω…».
Παρουσιάζοντας τον κυβερνητικό σχεδιασμό του μηχανισμού που, όπως είπε, έχει τεθεί ήδη σε κίνηση, σημείωσε πως αυτός περιλαμβάνει:
– Το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, το οποίο καλύπτει μ’ ένα δίχτυ ασφαλείας αυτούς που έχουν πραγματικά ανάγκη.
– Πρωτοβουλίες «που στηρίζουν και δίνουν λύσεις σε προβλήματα όπως το δημογραφικό, είτε αυτό αφορά το επίδομα γέννησης, που ψηφίζεται στη Βουλή την επόμενη εβδομάδα, είτε αφορά ζητήματα όπως η πρόσβαση σε βρεφονηπιακούς σταθμούς για κάθε παιδί, που είναι δέσμευσή μας και άρχισε να υλοποιείται από την τρέχουσα περίοδο και θα ολοκληρωθεί την επόμενη.
»Αλλά πολύ περισσότερο έχει αυτό τον συνδυασμό των ενεργειών μας για περισσότερη ανάπτυξη, περισσότερες επενδύσεις και περισσότερες δουλειές…».
Η γεωπολιτική πρόκληση
Ο κ. Πέτσας αναφέρθηκε στην τουρκική προκλητικότητα, λέγοντας πως «δεν είναι κάτι καινούριο», αλλά «κάτι με το οποίο έχουμε μάθει να ζούμε και δεν φοβόμαστε να το αντιμετωπίσουμε για τρεις λόγους.
»Πρώτον, γιατί έχουμε το Διεθνές Δίκαιο με το μέρος μας.
»Δεύτερον, γιατί έχουμε τους συμμάχους μας στο πλευρό μας.
»Και τρίτον, γιατί έχουμε τη δύναμη να κάνουμε ό,τι χρειαστεί για να προασπίσουμε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα…
»Δεν φοβόμαστε, θα κάνουμε ό,τι χρειαστεί να προασπίσουμε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα και μόνο που το λέμε είναι σαφές ότι το μήνυμα φτάνει εκεί που πρέπει να φτάσει και δεν θα χρειαστεί ποτέ να το χρησιμοποιήσουμε…» ανέφερε.
Ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ και κυβερνητικός εκπρόσωπος έκανε λόγο για χρήση «μ’ ένα μη κομψό, μη διπλωματικό, μη πρέπον τρόπο» από τους γείτονες ενός «εργαλείου», αυτού «της αξιοποίησης ανθρώπινων ζωών, προσφύγων και μεταναστών ως όπλο εναντίον της Ελλάδας και της Ευρώπης…».
Παρουσιάζοντας το σχέδιο της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της συγκεκριμένης πρακτικής και την επίτευξη του ελέγχου των μεταναστευτικών-προσφυγικών ροών, ανέφερε ότι αυτό περιλαμβάνει:
-Τη φύλαξη των συνόρων
-Την επιτάχυνση των διαδικασιών ασύλου
-Την αύξηση επιστροφών
-Την κατασκευή κλειστών προαναχωρησιακών κέντρων, «την ώρα που διεθνοποιούμε το πρόβλημα και αποσυμφορίζουμε τα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου που σηκώνουν πολύ μεγάλο βάρος, από πρόσφυγες και μετανάστες. Αυτό το σχέδιο που υλοποιούμε έχει το εξής χαρακτηριστικό:
»Πρώτον, δείχνει σε όποιον διακινητή ή εν δυνάμει μετανάστη ο οποίος θέλει να έρθει προς την Ελλάδα ότι πλέον, αν επενδύσει τα χρήματά του σ’ αυτή τη μετακίνηση, θα τα χάσει.
»Δεν είναι φιλόξενη χώρα η Ελλάδα πλέον για παράτυπους μετανάστες.
»Είναι άλλο πράγμα να μπορέσουμε να προστατεύσουμε έναν κατατρεγμένο πρόσφυγα, ο οποίος θέλει να βρει καταφύγιο εδώ κι άλλο να μπορέσουμε να δεχθούμε τόσους παράτυπους πολιτικούς μετανάστες.
»Δεν μπορεί η Ελλάδα να τους σηκώσει άλλο κι έχουμε στείλει αυτό το μήνυμα παντού» τόνισε.
Αναφέρθηκε εκ νέου στην επικείμενη πρόσληψη 400 συνοριοφυλάκων για τη φύλαξη των χερσαίων συνόρων στον Έβρο και άλλων 800 στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου, στην παροχή των απαιτούμενων τεχνικών μέσων (όπως θερμικές κάμερες) για την άσκηση των καθηκόντων τους, καθώς και στη λειτουργία του ενιαίου σχεδίου θαλάσσιας επιτήρησης των συνόρων και την προμήθεια νέων σκαφών «με την ευγενική χορηγία ανθρώπων που έχουν τη δυνατότητα να το κάνουν, όπως η Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών, προκειμένου να έχουμε καλύτερη επιτήρηση στη θάλασσα», συμπληρώνοντας ότι «πάνω απ’ όλα δίνουμε ηθικό στους ανθρώπους που κάνουν αυτή τη δουλειά, ότι τους στηρίζουμε σ’ αυτή τους την προσπάθεια, ότι ναι θέλουμε να κάνουν τη δουλειά τους κι όχι να κάνουν τα στραβά μάτια προσκαλώντας εδώ οποιονδήποτε θα ήθελε να έρθει στη χώρα μας».
Ο κ. Πέτσας υπογράμμισε ότι «η πολιτική άλλαξε όχι μόνο όσον αφορά στο ζήτημα της επιτάχυνσης των διαδικασιών ασύλου, που ψηφίστηκε στη Βουλή πριν από λίγο διάστημα, αλλά και στην εφαρμογή της», σημειώνοντας ότι θέλει κάποιο χρόνο ν’ αποδώσει.
«Ήδη τα πρώτα στοιχεία, των πρώτων εβδομάδων του 2020, δείχνουν ότι πολύ πιο γρήγορα γίνεται η επεξεργασία των αιτήσεων ασύλου, τα αιτήματα τα οποία απορρίπτονται παίρνουν το δρόμο τους για επιστροφή και θα είμαστε σύντομα σε θέση να παρουσιάσουμε τα στατιστικά στοιχεία τα οποία είναι ενθαρρυντικά και δείχνουν ότι πράγματι το σχέδιο αυτό που έχει η κυβέρνηση αρχίζει να φέρνει κάποιους καρπούς…
»Ξεκινήσαμε επιστροφές την προηγούμενη Παρασκευή, τις συνεχίσαμε εχθές, έχουμε ανοίξει το κανάλι των επιστροφών, αλλά θέλει κάποιο χρόνο αυτό το κανάλι να ωριμάσει…».
Τέλος, διαβεβαίωσε ότι η βούληση της κυβέρνησης είναι να μη δημιουργηθούν κλειστά κέντρα στον Έβρο, τη Θράκη και στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου.
«Υλοποιούμε μία προσέγγιση που θα είναι εδώ μόνο όσοι παραμένουν σε καθεστώς μέχρι να πάνε σε ταυτοποίησή τους, δηλαδή να δούμε αν χορηγείται σε αυτούς η ανθρωπιστική προστασία του ασύλου ή όχι και δεν θα παραμένουν μόνιμα και για μεγάλο χρονικό διάστημα εδώ, όπως και στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου» κατέληξε ο κ. Πέτσας.