Φωτιά στο πολιτική σκηνή βάζει ο Απόστολος Κακλαμάνης που με ανακοίνωσή του υπογραμμίζει ότι “μία εξεταστική επιτροπή θα διερευνήσει στο σύνολο των νομοθετημάτων, που ως “προαπαιτούμενα” της Τρόικας υποχρεώθηκε να ψηφίσει η Βουλή, ποια και πόσα ήταν άσχετα με τις έκτακτες ανάγκες που αντιμετωπίζει η χώρα.
Αφορμή στάθηκαν οι τροπολογίες που κατέθεσε ο υπουργός Δικαιοσύνης Χαράλαμπος Αθανασίου και αφορούν τον έλεγχο του πόθεν έσχες.
Ο Απόστολος Κακλαμάνης μάλιστα καταγγέλλει τον υπουργό ότι ψεύδεται.
“Πρέπει τέλος να σημειωθεί ότι ο υπουργός Δικαιοσύνης, ισχυρίστηκε ψευδώς ενώπιον της Βουλής, ότι το «πόνημά» του είναι προαπαιτούμενο από την τρόικα για την περίφημη τελευταία δόση του ενός δισεκατομμυρίου ευρώ”.
Ολόκληρη η ανακοίνωση του Απόστολου Κακλαμάνη:
«Η Αλήθεια για το “πόθεν έσχες”
Υπό τον τίτλο “για την προστασία της τιμής του πολιτικού κόσμου”, ψηφίστηκε το 1964 ο νόμος για το “πόθεν έσχες” επί κυβερνήσεως Γεωργίου Παπανδρέου (Έν. Κέντρου).
Τότε ήταν γνωστή η περιουσιακή κατάσταση όλων σχεδόν των πολιτικών όπως και ο τρόπος διαβίωσής τους δηλαδή το “έσχες” και έπρεπε να εξηγεί καθένας το “πόθεν”.
Έκτοτε αυτός ο θεσμός που έχει τις ρίζες του στην αρχαία Ελλάδα, περιθωριοποιήθηκε και κατάντησε μια τυπική γραφειοκρατική διαδικασία.
Το Μάρτιο 2012 η Βουλή των Ελλήνων ύστερα από πρόταση-νόμου που καταθέσαμε, διακομματικά 75 βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, της Ν.Δ. και της ΔΗΜΑΡ, εψήφισε, αφού χρειάστηκε νʼ αντιμετωπιστούν διάφορες παρασκηνιακές προσπάθειες αποτροπής, ομοφώνως το νόμο 4065/2012.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο νόμος αυτός κατέστη δυνατόν να πάρει ΦΕΚ μία μόλις ημέρα (9/4/2012), πριν διαλυθεί η Βουλή!….
Ο νόμος 4065/2012 έθεσε σε προτεραιότητα το “τί έσχες” και μετά το “πόθεν” προκειμένου να ελεγχθούν πρώτα-πρώτα και αναδρομικώς από το 1974 κι εδώ, όσοι διατέλεσαν πρωθυπουργοί, αρχηγοί κομμάτων, υπουργοί, υφυπουργοί.
Δυστυχώς, παρά τις προβλέψεις του νόμου ο εν λόγω έλεγχος γίνεται μόνο με αντιπαραβολή του περιεχομένου των δηλώσεων καθενός με τα συμβόλαια ή άλλα στοιχεία που καλείται να προσκομίσει στους ορκωτούς λογιστές.
Και ο πλέον αφελής αντιλαμβάνεται ότι όποιος τυχόν παραβιάζοντας τη συνείδησή του και τους νόμους, πλούτισε παρανόμως, δεν θα καταγράψει στη δήλωση “πόθεν έσχες” το προϊόν της εγκληματικής και ανήθικης εκμετάλλευσης της εξουσίας που η ψήφος του ελληνικού λαού του εξασφάλισε.
Κατά συνέπεια ο έλεγχος για όλους πρέπει να σημαίνει ουσιαστική έρευνα, όπως, π.χ. το άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό.
Ο νόμος 4065/2012 προβλέπει δήλωση παραίτησης υπέρ του Δημοσίου, για οτιδήποτε δεν καταγράφεται στη δήλωση καθενός και τα εύρετρα που δικαιούται κατά τον Α.Κ. οποιοσδήποτε προσκομίσει στοιχεία για αποκρυπτόμενα περιουσιακά στοιχεία.
Προβλέπει, επίσης, πληρεξουσιότητα στον υπουργό Οικονομικών υπέρ του Δημοσίου και δήλωση παραίτησης από ενστάσεις, ρήτρες εμπιστευτικότητας, εχεμύθειας, για καταθέσεις σε τράπεζες εδώ ή στο εξωτερικό που δεν έχουν δηλωθεί και δίωξη δικηγόρων, λογιστών κ.ά. που συνεργάζονται για απόκρυψη περιουσιακών στοιχείων (π.χ. offshore).
Τώρα, ενώ οι πολίτες και τα ΜΜΕ ασχολούνται με το πολυνομοσχέδιο, η κυβέρνηση διά του υπουργού Δικαιοσύνης πρόσθεσε στο τέλος των 200 και πλέον άρθρων του και σαν «τσόντα» 10 άρθρα με τα οποία «ανασκολοπίζει» το νόμο 4065/2012, αφαιρεί την αρμοδιότητα ελέγχου από την Αρχή κατά της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές ενέργειες και ελέγχου δηλώσεων «πόθεν έσχες» και δημιουργεί μια 5μελή επιτροπή που και αν επιθυμούν τα μέλη της, είναι αδύνατο νʼ ανταποκριθούν στον κυκεώνα των νέων ρυθμίσεων, που με μόνη απλή ανάγνωση καταλαβαίνει κανείς τους σκοπούς αυτής της κυβερνητικής πρωτοβουλίας.
Πρέπει τέλος να σημειωθεί ότι ο υπουργός Δικαιοσύνης, ισχυρίστηκε ψευδώς ενώπιον της Βουλής, ότι το «πόνημά» του είναι προαπαιτούμενο από την τρόικα για την περίφημη τελευταία δόση του ενός δισ.
Ελπίζω ότι οι βουλευτές του Β΄ Τμήματος, δε θα δεχθούν αυτή τη χονδροειδή μεθόδευση. Ελπίζω ακόμη ότι κάποια στιγμή μία εξεταστική επιτροπή θα διερευνήσει στο σύνολο των νομοθετημάτων, που ως “προαπαιτούμενα” της τρόικα υποχρεώθηκε να ψηφίσει η Βουλή, ποια και πόσα ήταν άσχετα με τις έκτακτες ανάγκες που αντιμετωπίζει η χώρα».