Να πάρει σαφή θέση και να καταδικάσει τα επεισόδια κατά το συλλαλητήριο για το Μακεδονικό κάλεσε τον πρόεδρο της ΝΔ, Κυριάκο Μητσοτάκη, η υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου, σύμφωνα με το ΑΠΕ.
«Αν θέλει να είναι συνεπής ο κ. Μητσοτάκης, ο οποίος μιλάει συνεχώς περί νόμου και τάξης και καταδίκης της βίας, πρέπει να πάρει σαφή θέση για τα έκτροπα αυτά και τις ακραίες αυτές ακροδεξιές ομάδες που έδρασαν έξω από τη Βουλή», επισήμανε η κ. Ξενογιαννακοπούλου, σε συνέντευξή της στον ραδιοφωνικό σταθμό «Στο Κόκκινο».
Η υπουργός εξέφρασε τη δυσαρέσκειά της για το γεγονός ότι «η αξιωματική αντιπολίτευση για μικροπολιτικούς λόγους χαϊδεύει αφτιά αυτών των φαινομένων και έτσι είχαμε πάλι αυτά τα συνθήματα ότι “η δημοκρατία πουλάει τη Μακεδονία”», για να προσθέσει:
«Και αντί ο κ. Μητσοτάκης να καταδικάσει τέτοιου τύπου συνθήματα -και αυτά τα ακροδεξιά έκτροπα- είπε από την Κρήτη ότι δεν έχουν εγκυρότητα οι τεχνητές πλειοψηφίες που διαμορφώνονται στη Βουλή για τη Συνθήκη των Πρεσπών.
»Στην ουσία συνηγορεί για μία ευθεία αντικοινοβουλευτική τοποθέτηση. Αυτά δεν είναι μόνο λάθη και αντιπολιτευτική ακρότητα, είναι και επικίνδυνα πράγματα».
Σχολιάζοντας τη διαγραφή του Θανάση Θεοχαρόπουλου από το ΚΙΝΑΛ, είπε ότι κάνει αρνητική εντύπωση το γεγονός ότι αιτία της διαγραφής δεν είναι η θέση του έναντι της Συμφωνίας των Πρεσπών, αλλά επειδή με τη στάση του ο κ. Θεοχαρόπουλος έρχεται να στηρίξει τον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση.
«Αυτό δείχνει την πραγματική σκοπιμότητα που υπάρχει σε ένα τμήμα της ηγεσίας της κεντροαριστεράς. Δεν τους νοιάζει η ουσία των πραγμάτων, τους νοιάζει μόνο η στρατηγική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ.
»Πρόκειται για έναν απόλυτο ετεροπροσδιορισμό και εγκλωβισμό, στον οποίο οι ίδιοι έχουν πέσει είτε γιατί θέλουν να πάνε κεντροδεξιά είτε γιατί έχουν αμηχανία μπροστά στις εξελίξεις» υποστήριξε η κ. Ξενογιαννακοπούλου.
Τέλος για το νομοσχέδιο του υπουργείου της που συζητείται αυτές τις μέρες στη Βουλή, ανέφερε ότι εισάγει έναν πολυετή στρατηγικό σχεδιασμό προσλήψεων «που έρχεται να αποτυπώσει τις πραγματικές ανάγκες της δημόσιας διοίκησης», προχωρά στη θεσμική στήριξη του ΑΣΕΠ για να λειτουργεί με αποτελεσματικότητα και ταχύτητα και προβλέπει μια σειρά από κοινωνικές παρεμβάσεις ενίσχυσης και αναβάθμισης των δημοσίων υπαλλήλων.