«Η φιλοδοξία της Ελλάδας να αναλάβει τον ρόλο της ηγέτιδας δύναμης στη περιοχή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί όσο παραμένει ανοιχτό το ζήτημα του ονοματολογικού», επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καθηγητής Διαχείρισης Συγκρούσεων (conflict management) στο Johns Hopkins University, Έντουαρντ Τζόσεφ και τονίζει:
«Η επίλυση αυτού του προβλήματος ανυψώνει την Ελλάδα σε ένα βάθρο θαυμασμού και σεβασμού τόσο μέσα στο ΝΑΤΟ, όσο και στην ΕΕ, τον ΟΗΕ, αλλά και τα μάτια της διεθνούς κοινότητας γενικότερα.
»Είναι μια ένδειξη ωριμότητας και διορατικότητας της ελληνικής ηγεσίας και του ελληνικού λαού και πιστεύω ότι αυτό έγινε με έναν τρόπο που σέβεται και διασφαλίζει τη ιστορική και πολιτισμική κληρονομία της ελληνιστικής Μακεδονίας αλλά και της αξιοπρέπειας και της ταυτότητας του κάθε λαού αντιστοίχως».
Στη συνέντευξη που παραχώρησε στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο, ο Έντουαρντ Τζόσεφ αναλύει τους λόγους για τους οποίους έγραψε το γνωστό άρθρο γνώμης στο Foreign Policy Magazine, με το οποίο υποστηρίζει πως οι πρωθυπουργοί Τσίπρας και Ζάεφ αξίζουν το Νόμπελ Ειρήνης για την επίλυση του ονοματολογικού.
Παράλληλα εξηγεί γιατί πιστεύει πως η συμφωνία διασφαλίζει το σεβασμό στην ιστορική και πολιτισμική κληρονομία της κάθε πλευράς, αναβαθμίζοντας ταυτόχρονα την εικόνα της Ελλάδας στη διεθνή σκηνή και ενδυναμώνοντας τη γεωπολιτική και στρατηγική θέση της χώρας.
Ακολουθεί η συνέντευξη του καθηγητή του Johns Hopkins University Έντουαρντ Τζόσεφ στον ανταποκριτή του ΑΠΕ-ΜΠΕ στην Ουάσινγκτον Πέτρο Κασφίκη
Ποιοι ήταν οι βασικοί λόγοι που σας οδήγησαν να γράψετε στο Foreign Policy Magazine ότι οι δύο πολιτικοί ηγέτες αξίζουν το Νόμπελ Ειρήνης για τη συμφωνία των Πρεσπών;
Υπάρχουν κάποια πολύ σοβαρά ζητήματα στη διαφωνία του ονοματολογικού. Δεν είναι απλώς ένα γελοίο θέμα όπως επανειλημμένα το έχουν χαρακτηρίσει πολλοί διπλωμάτες και παρατηρητές.
Πιστεύω ότι και οι δύο ηγέτες αξίζουν να είναι υποψήφιοι για ένα βραβείο Νόμπελ.
Χρειάζεται κουράγιο για να συμβιβαστείς. Δεν είναι ένα εύκολο πράγμα και για αυτό η συμφωνία είναι τόσο σημαντική.
Και ο πραγματικός λόγος που αυτή η συμφωνία αξίζει ένα βραβείο Νόμπελ δεν είναι απλώς γιατί λήγει οριστικά ένα πρόβλημα, αλλά μάλλον γιατί δημιουργεί ένα νέο μοντέλο επίλυσης διεθνών διενέξεων που σχετίζονται με θέματα ταυτότητας.
Σκεφτείτε για παράδειγμα τη διένεξη ανάμεσα στο Ισραήλ και τη Παλαιστίνη που αφορά τη ταυτότητα της Ιερουσαλήμ.
Η προσέγγιση που υιοθετήθηκε στη συμφωνία των Πρεσπών δημιουργεί ένα διεθνές μοντέλο που αξίζει απολύτως να ληφθεί υπόψη για ένα βραβείο Νόμπελ.
Έπαιξε ρόλο η χρονική συγκυρία και ποιοι πιστεύετε ότι ήταν οι βασικοί λόγοι που οδήγησαν στην επίλυση ενός τόσο μακροχρόνιου προβλήματος;
Είμαι πεπεισμένος ότι ο χαρακτήρας της ηγεσίας έπαιξε ένα σημαντικό ρόλο στην όλη διαδικασία.
Για το μεγαλύτερο διάστημα υπήρχε λογική ηγεσία στα Σκόπια, αλλά η Αθήνα δεν ήταν τότε έτοιμη να συζητήσει.
Και όταν στην Ελλάδα είχαν ωριμάσει οι συνθήκες για την επιδίωξη λύσης, στην άλλη πλευρά υπήρχε ο Νικολά Γκρούεφσκι, ο οποίος δεν ήθελε ποτέ να διαπραγματευτεί σοβαρά.
Άρα χρειαζόταν να συμπέσουν χρονικά δύο ηγέτες που θα έχουν το πολιτικό θάρρος να ανοίξουν τα ζητήματα και όχι απλώς να μιλούν.
Βέβαια εκτός από το κουράγιο, πιστεύω ότι ήταν ο τρόπος με τον οποίο προσέγγισαν το πρόβλημα και η απαράμιλλη δέσμευση που έδειξαν στην όλη διαδικασία.
Δεν ήταν φυγόπονοι. Δεν μιλούσαν απλώς για να μιλήσουν προσπαθώντας να αποφύγουν τα δύσκολα θέματα.
Αντιθέτως μπήκαν στην ουσία του προβλήματος και έδειξαν την επιθυμία να καταλήξουν σε μια ολοκληρωτική συμφωνία που θα ρυθμίζει όλα τα εκκρεμή θέματα.
Δεν είχαμε, λοιπόν, άλλη μια ενδιάμεση συμφωνία που θα λύνει προσωρινά το πρόβλημα. Όχι, τόλμησαν και άγγιξαν τα πιο ευαίσθητα θέματα.
Υπάρχουν έντονες αντιδράσεις στη κοινή γνώμη και των δύο χωρών. Πιστεύετε ότι η συμφωνία διαχωρίζει με ένα βιώσιμο τρόπο το θέμα της ταυτότητας ώστε να μην υπάρχουν προστριβές στο μέλλον;
Αυτή είναι μια σωστή παρατήρηση. Και πιστεύω ότι τα μέρη της κάθε πλευράς που έχουν αμφιβολίες για τη συμφωνία πρέπει να κοιτάξουν και να δουν ότι ακριβώς η ίδια κριτική ασκείται και στις δύο χώρες.
Και αυτό δείχνει ξεκάθαρα ότι υπάρχει ένας δίκαιος συμβιβασμός.
Το άλλο που πρέπει να κάνει όποιος έχει επιφυλάξεις είναι να διαβάσει την ίδια τη συμφωνία και να διαπιστώσει ότι έχουν γίνει προσπάθειες για να διατηρηθεί ο σεβασμός στην ιστορική αφήγηση της κάθε χώρας.
Και έτσι έχουμε ένα θέμα που στην πραγματικότητα παραμένει ανοιχτό για σχεδόν 100 χρόνια, καθώς η ρίζα του ανάγεται στην εποχή των Βαλκανικών Πολέμων, να κλείνει άπαξ διά παντός.
Ασκήθηκε κριτική ότι η Ελλάδα έκανε παραχωρήσεις στο πλαίσιο ενός συμβιβασμού και απώλεσε ένα ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί που θα μπορούσε να φέρει ίσως στο μέλλον ένα καλύτερο αποτέλεσμα. Ποια θεωρείται ότι είναι τα γεωπολιτικά και στρατηγικά κέρδη για την Ελλάδα από τη συμφωνία των Πρεσπών;
Αυτή η ερώτηση νομίζω ότι εξηγεί γιατί δεν είχαμε συμφωνία για τόσο μεγάλο διάστημα.
Το στάτους κβο δεν πίεζε την Ελλάδα.
Η Ελλάδα είναι στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, άρα γιατί πρέπει να ενδιαφέρεται;
Χρειάζεται διορατικότητα και ένα ανοιχτό μυαλό για να δει κάποιος τη μεγάλη εικόνα και πως αυτή εξυπηρετεί καλύτερα το στρατηγικό συμφέρον της Ελλάδας.
Γιατί το συμφέρον της Ελλάδας είναι να έχει έναν σταθερό γείτονα σε μια σταθερή γειτονιά, κάτι που δυστυχώς αυτή τη στιγμή δεν συμβαίνει.
Και υπάρχουν επιπλέον περιφερειακά προβλήματα που μπορεί να επηρεάσουν και την Ελλάδα όπως είναι το Κόσοβο και η Βοσνία.
Η Ελλάδα έχει την φιλοδοξία να διαδραματίσει το ρόλο της περιφερειακής δύναμης στα Βαλκάνια.
Πριν από σχεδόν 10 χρόνια είχαμε τη γνωστή σύνοδο στη Θεσσαλονίκη που έθεσε τον φιλόδοξο στόχο να εντάξει όλες της χώρες της ευρύτερης περιοχής στην ΕΕ.
Και η φιλοδοξία της Ελλάδας να αναλάβει τον ρόλο της ηγέτιδας δύναμης στη περιοχή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί όσο παραμένει ανοιχτό το ζήτημα του ονοματολογικού.
Η επίλυση αυτού του προβλήματος ανυψώνει την Ελλάδα σε ένα βάθρο θαυμασμού και σεβασμού τόσο μέσα στο ΝΑΤΟ, όσο και στην ΕΕ, τον ΟΗΕ, αλλά και τα μάτια της διεθνούς κοινότητας γενικότερα.
Είναι μια ένδειξη ωριμότητας και διορατικότητας της ελληνικής ηγεσίας και του ελληνικού λαού και πιστεύω ότι αυτό έγινε με έναν τρόπο που σέβεται και διασφαλίζει τη ιστορική και πολιτισμική κληρονομία της ελληνιστικής Μακεδονίας αλλά και της αξιοπρέπειας και της ταυτότητας του κάθε λαού αντιστοίχως.