Είκοσι χρόνια μετά την πρώτη συμφωνία και παρά τις όποιες διαφορές δημιουργήθηκαν με αποκορύφωμα η υπόθεση να εκτυλίσσεται σήμερα στις δικαστικές αίθουσες, η Ιερά Μητρόπολη Κύκκου ενημέρωσε χθες την ελληνική κυβέρνηση ότι θα προχωρήσει με την αρχική της απόφαση και θα παραχωρήσει το οικόπεδο έναντι του Μετοχίου για να ανεγερθεί εκεί το μέγαρο της πρεσβείας της Ελλάδας.
Ο μητροπολίτης Κύκκου και Τηλλυρίας, Νικηφόρος, που ρωτήθηκε σχετικά από τον «Φιλελεύθερο», δήλωσε στην κυπριακή εφημερίδα ότι «Η Ιερά Μονή Κύκκου, ασχέτως δικαστικών διαδικασιών, όχι μόνο θα παραχωρήσει το οικόπεδο έναντι του Μετοχίου προς ανέγερση μεγάρου που θα στεγάσει την πρεσβεία της Ελλάδος, αλλά εάν δεν προσκρούομε στις ευαισθησίες της μητρός-πατρίδος, η Ιερά Μονή Κύκκου θα έρθει αρωγός στο όλο έργο με το χρηματικό ποσό του ενός εκατομμυρίου ευρώ».
Και ο πανιερότατος συμπλήρωσε: «Τοις φρονίμοις ολίγα. Επαναλαμβάνω ότι η αρχική μου επιθυμία και απόφαση να ανεγερθεί έναντι του Μετοχίου μέγαρο προς στέγαση της ελληνικής πρεσβείας θα υλοποιηθεί οπωσδήποτε».
Για την απόφαση της Ιεράς Μονής Κύκκου ενημερώθηκε την Πέμπτη η ελληνική κυβέρνηση σε κατ’ ιδίαν συνάντηση του μητροπολίτη Κύκκου και Τηλλυρίας, Νικηφόρου, με εκπρόσωπο του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών.
«Έθεσα μόνο έναν όρο», είπε στον «Φιλελεύθερο» της Κύπρου ο πανιερότατος. «Οπωσδήποτε να ανεγερθεί το μέγαρο της πρεσβείας και όχι οποιαδήποτε άλλη επένδυση ή πώληση σε οποιονδήποτε άλλο».
Σύμφωνα με πληροφορίες της κυπριακής εφημερίδας, για τη διευθέτηση των εκκρεμοτήτων που δημιουργήθηκαν, η Μονή Κύκκου θα έχει κάποιο οικονομικό κόστος, αλλά, όπως ελέχθη, προέχει η ανέγερση της πρεσβείας και η υλοποίηση της επιθυμίας του μητροπολίτη Νικηφόρου όπως εξαρχής είχε εκφραστεί προς τον Έλληνα υπουργό Εξωτερικών, Νίκο Κοτζιά.
Σύμφωνα με το ιστορικό της υπόθεσης όπως το παράθεσε ο Κύκκου Νικηφόρος στον «Φ» στις 26 Σεπτεμβρίου 2017, κατά τον Ιούνιο του 1998, όταν ο τότε Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος συνοδευόμενος από τον τότε υπουργό Εξωτερικών Θεόδωρο Πάγκαλο είχαν επισκεφθεί την Ιερά Μονή Κύκκου μέσα στα πλαίσια της επισήμου επισκέψεώς τους στην Κύπρο, τον βολιδοσκόπησαν κατά πόσο η Ιερά Μονή Κύκκου ήταν πρόθυμη να διαθέσει έναντι λογικού τιμήματος έκταση γης στη Λευκωσία προς ανέγερση νέας πρεσβείας της Ελλάδας.
Την επόμενη ημέρα, αφού τον επισκέφθηκαν μαζί με τον αείμνηστο Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο τον Α’ στο παρά τη Λευκωσία Μετόχιο της Μονής «Άγιος Προκόπιος», αποφασίστηκε από κοινού όπως παραχωρηθεί έκταση γης εκ τεσσάρων στρεμμάτων, πλησίον των πρεσβειών Ρωσίας και Αμερικής, έναντι του Μετοχίου.
Λόγω της σφοδρής επιθυμίας του μητροπολίτη να έχει κοντά στο μοναστήρι του την πρεσβεία της μητέρας-πατρίδας, δήλωσε έτοιμος να παραχωρήσει τέσσερα στρέμματα γης άνευ οιουδήποτε οικονομικού ανταλλάγματος, δηλαδή διά δωρεάς.
Μερικές εβδομάδες αργότερα, διαβιβάστηκε στον Κύκκου Νικηφόρο μέσω των δικηγόρων του ότι η ελληνική πρεσβεία θα επιθυμούσε να αποκτήσει περαιτέρω έκταση γης εκ τεσσάρων στρεμμάτων, για να ανεγερθεί και πρεσβευτική κατοικία.
Για την επιπρόσθετη έκταση γης ήταν έτοιμοι να πληρώσουν, γι’ αυτό και ζητούσαν σε περίπτωση που θα ήταν σύμφωνος να αναφέρει το τίμημα που θα καταβάλλετο από την Ελληνική Δημοκρατία.
Ο μητροπολίτης καθόρισε για την επιπρόσθετη εκ τεσσάρων στρεμμάτων έκταση την τιμή των £125.000 ανά στρέμμα, τιμή η οποία ήταν πολύ χαμηλότερη από την τιμή της αγοράς κατά τον ουσιώδη χρόνο.
Όλα αυτά έγιναν με τη θερμή παράκλησή του να χρησιμοποιηθεί η παραχωρηθείσα γη για την ανέγερση ελληνικής πρεσβείας και μόνο.
Στη συνέχεια έδωσε οδηγίες για τον διαχωρισμό του κτήματος, ώστε να εκδοθεί ξεχωριστός τίτλος για τα οκτώ στρέμματα, ο οποίος και εξεδόθη την 1/12/1998.
Η ανατροπή σχεδιασμών και η δικαστική διαμάχη
Ωστόσο, για οικονομικούς λόγους η ανέγερση της πρεσβείας δεν προχώρησε, ενώ η προηγούμενη κυβέρνηση της Ελλάδος περιέλαβε το οικόπεδο στον Οργανισμό ΤΑΙΠΕΔ (Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου) για να πωληθεί με οδηγίες της Τρόικας.
Τούτο προκάλεσε την αντίδραση της Ιεράς Μονής, καθώς στο πωλητήριο έγγραφο υπήρχε ρήτρα που υποχρέωνε το ελληνικό Δημόσιο να προχωρήσει μόνο στην ανέγερση πρεσβείας.
Το θέμα παραπέμφθηκε στη Δικαιοσύνη που αποφάνθηκε πως το ελληνικό Δημόσιο δεν μπορούσε να εκποιήσει το τεμάχιο λόγω της ρήτρας και το οικόπεδο επιστράφηκε στην κυριότητα της Μονής Κύκκου.
Υπενθυμίζεται ότι το δικαστήριο με απόφαση του ημερομηνίας 10/2/2017 καλούσε την Ελληνική Δημοκρατία να επιστρέψει στη Μονή το οικόπεδο που της είχε παραχωρήσει το 1998 έναντι 500.000 λιρών με αποκλειστικό σκοπό την ανέγερση της ελληνικής Πρεσβείας και πρεσβευτικής κατοικίας.
Η απόφαση εκδόθηκε μετά από αγωγή που κατέθεσε και κέρδισε η Μονή εναντίον της Ελληνικής Δημοκρατίας όταν αντιλήφθηκε ότι αυτή δεν θα προχωρούσε στην υλοποίηση αυτού του σκοπού, αλλά θα το μεταπουλούσε.
Εν τω μεταξύ, η Μονή προχώρησε η ίδια στην πώληση του εν λόγω τεμαχίου γης, συνολικής έκτασης 8 στρεμμάτων, επιστρέφοντας στην Ελληνική Δημοκρατία το ποσό των €2.250.000 που αντιστοιχούσε στο ποσό το οποίο είχε καταβάλει για αγορά του τεμαχίου, πλέον τόκους.
Η άλλη πλευρά, ωστόσο, αμφισβητεί ότι η Μονή έχει καταβάλει προς αυτήν όλα τα ποσά που αναφέρονται στην απόφαση του δικαστηρίου προκειμένου να προβεί στη μεταβίβαση του επίδικου ακινήτου.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, Νίκος Κοτζιάς, παρουσιάστηκε στις 7 Μαΐου ενώπιον του Δικαστηρίου υποστηρίζοντας ότι το ελληνικό Δημόσιο δεν είχε ποτέ την πρόθεση να πωλήσει το συγκεκριμένο τεμάχιο και πως στόχος παραμένει η ανέγερση της πρεσβείας και της πρεσβευτικής κατοικίας στο εν λόγω τεμάχιο.
Υποστήριξε επίσης ότι στις 28 Μαρτίου του 2017 συμφώνησε με τον Κύκκου Νικηφόρο σε έναν «ειρηνικό διακανονισμό» για αυτό το θέμα, γεγονός που αμφισβήτησε ο δικηγόρος της άλλης πλευράς.
Η δικαστική διαδικασία έχει ολοκληρωθεί και τώρα η υπόθεση βρίσκεται εν αναμονή της απόφασης του δικαστηρίου. Σύμφωνα με πληροφορίες του «Φιλελεύθερου», η απόφαση αναμενόταν στις 27 Ιουλίου.
Με τη νέα εξέλιξη, όμως, της τελεσίδικης απόφασης του μητροπολίτη Νικηφόρου να προχωρήσει στην παραχώρηση του οικοπέδου στο ελληνικό Δημόσιο, είναι προφανές ότι πρέπει να γίνουν οι ανάλογες ρυθμίσεις ενώπιον του δικαστή προτού εκδώσει την απόφασή του.