Εκτός ελέγχου ξεφεύγει η πρωτοφανής σύγκρουση του Μεγάρου Μαξίμου με τον πρόεδρο του Ολυμπιακού, Βαγγέλη Μαρινάκη, τον οποίον επιμένει σε κάθε ευκαιρία να ταυτίζει με τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη, ειδικά δε μετά την πλήρη κάλυψη που παρείχε η αξιωματική αντιπολίτευση στον διωκώμενο επιχειρηματία για το περιβόητο σαββατιάτικο τηλεφώνημα στον υπουργό Επικρατείας και κυβερνητικό εκπρόσωπο, Δημήτρης Τζανακόπουλος.
Η χθεσινοβραδυνή αμιγώς πολιτικού χαρακτήρα παρέμβαση του ίδιου του κ. Μαρινάκη, ωστόσο, φαίνεται να δικαιώνει την ταύτιση στην οποία εδώ και καιρό επιμένει η Ηρώδου Αττικού, αφού ο ίδιος εμφανίστηκε με αντικυβερνητική επιχειρηματολογία, ταυτόσημη με αυτή της Νέας Δημοκρατίας, κάνοντας λόγο για «Βενεζουέλα», «καθεστωτισμό» και παραβίαση του κράτους Δικαίου, με αφορμή τον αμφισβητούμενο χαρακτηρισμό του ως «ναρκέμπορα» στο non paper που άνοιξε τον ασκό του Αιόλου.
Αποκορύφωμα της μέχρι τώρα διαμάχης ήταν η δήλωση του εφοπλιστή χθες βράδυ για τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Δημήτρη Τζανακόπουλο.
Σε αυτή μεταξύ άλλων ο Βαγγέλης Μαρινάκης:
– Παραδέχεται ότι επικοινώνησε με τον Δημήτρη Τζανακόπουλο το βράδυ του Σαββάτου τηλεφωνικά, ζητώντας να μάθει το όνομα του συντάκτη του κυβερνητικού non paper που είχε διαρρεύσει λίγο νωρίτερα και στο οποίο «φωτογραφιζόταν» ως «ναρκέμπορος-καθοδηγητής»
– Αποκαλεί τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και τον Δημήτρη Τζανακόπουλο «ψεύτες και συκοφάντες».
– Τους «δόλιες κατηγορεί για “δόλιες ενέργειες» που έχουν στόχο: «να εμπεδωθεί στην κοινή γνώμη η άποψη ότι ο Μαρινάκης χρηματοδοτεί με αμφιλεγόμενης προέλευσης χρήματα τη Νέα Δημοκρατία και με αυτή τη σκοτεινή ατζέντα να πάτε σε εκλογές».
– Δηλώνει πως ουδεμία σχέση έχει με τη ΝΔ και τον κ. Μητσοτάκη, ενώ, αντιθέτως, λέει πως «έχω βοηθήσει την κυβέρνηση σας και στο πλαίσιο αυτό έχω συναντηθεί με τον κ. Τσίπρα πολλές
φορές στο Μέγαρο Μαξίμου».
– Κατηγορεί την κυβέρνηση για συνεχείς παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη που έχουν στόχο «να ενοχοποιήσετε έναν αθώο και μαζί του την αντιπολίτευση για να παραμείνετε στην εξουσία».
– Καταγγέλλει πως ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας είναι ο βασικός υπεύθυνος, τον οποίο και χαρακτηρίζει «ιθύνοντα νου των άθλιων εναντίον μου συκοφαντιών».
– Στη δήλωση είπε -με στόμφο που δεν αρμόζει σε εφοπλιστή αλλά σε πολιτικό- πως «ο Ελληνικός λαός έχει καταλάβει τις δόλιες προθέσεις σας».
– Υποστηρίζει πως είναι αθώος και δηλώνει ότι θα καταφύγει τόσο στα ελληνικά δικαστήρια όσο και στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων.
Οσον αφορά το τηλεφώνημα που έκανε προς τον κυβερνητικό εκπρόσωπο το βράδυ του Σαββάτου, υποστηρίζει πως «είχα λοιπόν κάθε δικαίωμα κ. κυβερνητικέ εκπρόσωπε, να ζητήσω την αποκάλυψη του άτολμου – κρυπτόμενου συντάκτη των εις βάρος μου συκοφαντικών, ελεεινών και κατά πλήρη παραβίαση του τεκμηρίου και της ουσιαστικής αθωότητάς μου ανακοινώσεών σας».
Στην ίδια γραμμή επισήμως η ΝΔ
Δεν μπορεί ωστόσο κάποιος να μην επισημάνει πως την ίδια ακριβώς δήλωση έκανε μόλις προχθές κι ένας εκ των αναπληρωτών εκπροσώπων Τύπου της ΝΔ, ο Νίκος Ρωμανός, μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα.
Σχολιάζοντας το τηλεφώνημα είπε μεταξύ άλλων πως είναι δικαίωμα κάποιου που θίγεται (του εφοπλιστή) να τηλεφωνεί νύχτα στο προσωπικό τηλέφωνο ενός υπουργού.
Αποκαλεί ωστόσο εύλογη απορία το γεγονός ότι ο κ. Μαρινάκης Θεωρεί πως είχε «δικαίωμα» να πάρει τηλέφωνο.
Αν μη τι άλλο, στο περιβάλλον του υπάρχουν αρκετοί δικηγόροι, όπου η κοινή λογική λέει πως αποκλείεται να τον συμβούλευσαν να κάνει κάτι τέτοιο, να πάρει δηλαδή τηλέφωνο τον υπουργό και να ζητήσει τον λόγο.
Υπάρχει μια συγκεκριμένη νομική διαδικασία την οποία οι δικηγόροι γνωρίζουν άριστα και θα μπορούσαν κάλλιστα να ακολουθήσουν προς το συμφέρον του πελάτη τους. Η κίνηση αυτή στην οποία κατέφυγε ο κ. Μαρινάκης παραπέμπει μάλλον στη λογική του «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;».
Υπενθυμίζεται πως το απόγευμα της Δευτέρας και στο πλαίσιο της ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, ο Δημήτρης Τζανακόπουλος επιτέθηκε ξανά τόσο στη Ν.Δ. όσο και στον ίδιο τον εφοπλιστή, χρησιμοποιώντας ιδιαίτερα υψηλούς τόνους.
Ειδικότερα ανέφερε μεταξύ άλλων τα εξής:
«Η κυβέρνηση αυτή, λοιπόν, ούτε απειλείται ούτε έχει συνηθίσει να συνομιλεί με όρους νύχτας. Και ο κύριος Μαρινάκης, που διώκεται ποινικά από την ελληνική Δικαιοσύνη για ποινικές υποθέσεις -και για εμπορία ναρκωτικών-, ο κύριος Μαρινάκης που ενορχηστρώνει με επαναλαμβανόμενα χυδαία και συκοφαντικά δημοσιεύματα την επίθεση κατά της σημερινής κυβέρνησης σε αγαστή συνεργασία με τη Νέα Δημοκρατία του κ. Μητσοτάκη, ο κ. Μαρινάκης που έχει μετατρέψει ένα ιστορικό συγκρότημα του ελληνικού Τύπου σε σκουπιδότοπο πρέπει να το βάλει αυτό καλά στο μυαλό του».
Σε αυτό το σημείο ο κυβερνητικός εκπρόσωπος προανήγγειλε πως από εδώ και στο εξής κανένα συκοφαντικό δημοσίευμα τόσο του «Βήματος» όσο και των «Παραπολιτικών» δεν θα μείνει
αναπάντητο από την κυβέρνηση.
«Εχουμε ήδη κινήσει τις νομικές διαδικασίες και σκοπεύουμε να καταθέσουμε μήνυση και αγωγή τόσο κατά του κυρίου Μαρινάκη όσο και κατά του κυρίου Κουρτάκη, ο οποίος με εκβιαστικά δημοσιεύματα προαναγγέλλει με τρόπο που θυμίζει εκβιαστή του χειρίστου είδους δήθεν αποκαλύψεις. Η Ελλάδα δεν πρόκειται να επιτρέψουμε να γίνει Κολομβία».
Και η τοποθέτηση του κ. Τζανακόπουλου κατέληγε ως εξής: «Καλούμε τον κ. Μητσοτάκη, ο οποίος επισήμως έχει ταυτίσει τον εαυτό του με τον κ. Μαρινάκη:
1. Να μας εξηγήσει τον λόγο αυτής της ταύτισης. 2. Να σταματήσει να καλύπτει και να προστατεύει
έναν διωκόμενο επιχειρηματία».
Η ταύτιση
Από την πλευρά της, η Ν.Δ. σήκωσε το γάντι και αντί -όπως θα περίμενε κανείς- να διαχωρίσει τη θέση της από τον εφοπλιστή και να απαντήσει σε όσα την αφορούσαν, ταυτίστηκε με τον Βαγγέλη Μαρινάκη.
Η σπουδή της Ν.Δ. να σπεύσει να υπερασπιστεί τον εφοπλιστή ήταν το λιγότερο μια βεβιασμένη κίνηση από πλευράς της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αναφέροντας πως είναι αδιανόητο και πρωτοφανές το γραφείο του πρωθυπουργού σε ένα κράτος δικαίου να χαρακτηρίζει “ναρκέμπορο” οποιονδήποτε Έλληνα πολίτη πριν αποφανθεί η δικαιοσύνη».
Το Μαξίμου δεν άφησε την ευκαιρία ανεκμετάλλευτη και απάντησε πως αυτό που είναι «αδιανόητο είναι να λειτουργεί το Γραφείο Τύπου της Νέας Δημοκρατίας ως Γραφείο Τύπου του κ. Μαρινάκη».