Με μια ακόμη μεγάλη πολιτική ήττα έληξε και η Τετάρτη, τόσο για τον Ευάγγελο Βενιζέλο, όσο και για τον Αντώνη Σαμαρά, καθώς η απόφαση του πολιτικού συμβουλίου του Κινήματος Αλλαγής αποτελεί ένα ηχηρό «άδειασμα» στις θέσεις που διατύπωσαν προσφάτως οι άλλοτε κυβερνητικοί εταίροι.
Υπενθυμίζεται πως προ ολίγων ημερών, ο κ. Σαμαράς έθεσε ξανά ζήτημα συνεργασίας με το Κίνημα Αλλαγής, εκθειάζοντας τα «επιτεύγματα» της κυβέρνησης του 2012 ως μιας «επιτυχημένης συνταγής», την οποία θα ήθελε να δει να επαναλαμβάνεται.
«Το Κίνημα Αλλαγής έχει επιλέξει να βαδίσει στον δικό του διακριτό και αυτόνομο δρόμο, ώστε με τις πολιτικές πρωτοβουλίες και δράσεις, να αναδειχθεί σε πρωταγωνιστή της πολιτικής ζωή της χώρας», τονίζεται στην απόφαση του πολιτικού συμβουλίου του Κινήματος Αλλαγής, η οποία απορρίπτει κατηγορηματικά τη συμμετοχή «σε “μέτωπα”, που όψιμα οι ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ. διαγκωνίζονται για να συγκροτήσουν».
Ωστόσο, στην απόφαση του Κινήματος Αλλαγής προστίθεται και η πρόθεσή του να συμμετάσχει στον διάλογο για τη Συνταγματική Αναθεώρηση, ζήτημα στο οποίο ο Ευάγγελος Βενιζέλος είναι κάθετα αντίθετος.
«Παράλληλα, εξακολουθούμε να αναλαμβάνουμε πρωτοβουλίες για μείζονα θέματα που απαιτούν εθνική συνεννόηση. Γιατί η εθνική συνεννόηση δεν πρέπει να συγχέεται με τις επιλογές για κυβερνητικές συνεργασίες», υπογραμμίζει το Πολιτικό Συμβούλιο του νέου κόμματος και προσθέτει ότι «η συνταγματική αναθεώρηση, η αποκατάσταση της αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος, η ενίσχυση των θεσμών, η θωράκιση του κράτους δικαίου, πρέπει τώρα με θεσμικές διαδικασίες να ικανοποιηθούν».
Για την τουρκική επιθετικότητα και την αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης, υπογραμμίζεται ότι «η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει, ούτε στρατηγική αλλά πολύ περισσότερο, ούτε καν την αναγκαία σοβαρότητα και ενιαία φωνή στην αντιμετώπιση της επικίνδυνης αυτής κατάστασης», επιρρίπτοντας την ευθύνη στο πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα «καθώς, μεταξύ άλλων, ανέχεται, καλύπτει τις άστοχες και επικίνδυνες ενέργειες του υπουργού Εθνικής Άμυνας».
Τέλος, για την κατάσταση στη Συρία, σημειώνεται ότι «επιβάλλεται η έρευνα από τον ΟΗΕ για την χρήση χημικών και για τα εγκλήματα πολέμου που συντελούνται».